Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Μηνύματα - γεροντας

Σελίδες: [1] 2 3
1
   
      [/size]  Αν νομιζεις πως σε ξεχασα γελιεσαι  κι αν πιστεψες πως ημουν αερας   κι εφυγα ξαναγελιεσαι.    Ειμαι μια αυρα πρωινη   σφιχτα που σ'αγκαλιαζει  και μες τους ποθους τους κρυφους  κρυφα στα αποκρυφα κουρνιαζει.    Αν πιστεψες πως απο μερα εχω γινει βράδυ  και στο σκοταδι σου δεν φαινομαι  παλι γελιεσαι    Ειμαι το φως ενος κεριου   η σκια του δειλινου σου  και καθε ωρα που περνα χτυπω ...ξαναχτυπω  στις ινες του μυαλου σου.    Αν κοιταξες ξοπισω σου  και εμενα δεν με ειδες  κλεισε τα ματια σου σφιχτά  να φυγουν οι παγιδες    Ειμαι ο ηλιος που σκορπα  αγάπη στην καρδιά σου  ειμαι το κοκκινο εκεινο που γλυστρά  στ΄αμετρητα φιλια σου      Αιωνια  μου αποφυγη δεν σε ξεχνω   κι ολα τα αν να θυμηθω  θα ειμαι εδω να σ αγαπω   οσο θα ζεις κι οσο θα ζω....       

 

2
κοιτάς εδω στη γη και χάνεσαι αμέσως,
κοιτάς αλήθειες να βρείς ,μα που να ψάξεις πρώτα?
ψάχνεις εδω ,εγω σε κοιτώ και στην μούρη σου κλείνω την πόρτα
Με φωνάζεις αδερφε ,φιλικά με χαμόγελο μου χτυπάς την πλάτη.
γυρνώ σε ρωτώ αν σε ξέρω και σε κάνω στην ακρη....

Μα είναι τόσο απλό ,κι ας απορώ κι ας μην σε ρωτώ...

...η αλήθεια είναι εδώ… μπρός στα μάτια σου εδώ…

3
Φυγόδικος ,ληστής μιας φατρίας
κλέφτης ονείρων λειψής κοινωνίας
Αδειάζω της ζωής μου τα ράφια
πουλάω φθηνά στης γης τα παζάρια.


Απόκληρος μια κοινωνίας σκάρτης
στου πιοτού τη φυγή είμαι λάτρης
Στο κρασί μου βαφτίζω τη μιζέρια
το μέλλον μου παίζω στα χέρια.

Μεθυσμένος ξεγελάω τη λύπη
βουτηγμένος βαθιά μες τη λήθη.
Κοιμισμένος για πάντα σε κώμα
ξεπετώ την αγάπη στο στρώμα.

Ξεγεννώ της γύμνιας παιχνίδια
τα βάφω  με χρώμα μην μοιάζουνε ίδια
Τα μοιράζω στο κόσμο μ αυτά ξεγελάω
Αυτούς που για τα άλλα, πάντα ξεχνάω.


Κι όλα αυτά που μιλάνε για μένα
Στης ζωής τα χρωστάω ,τα παλιά ,τα καμένα
Δεν τα θέλω ,στο κάδο πετάω
Στο θεό της ανίας μου εκεί μόνο χρωστάω.



Μοιάζουν οι μέρες να αστράφτουν απο ασχήμια.Μα απώλεσα το δικαίωμα του αλλαξειν .Ως φυγόδικος δεν μπορώ να ομιλώ για αλλαγη του κλιματος και της φοράς του ανέμου που κάθε πρωί με αναγκάζει να αναπνέω την μπόχα του υπονόμου οπου ζω εδω και κάποιες δεκαετίες.
Ετσι λοιπόν ,βαδίζω στην καθημερινότητα μου ως φυγόδικος.

4
τελειο!ολα τ αλλα περισεύουν.

5
Θα σου απαντησω οπως ενιωσα πριν λιγο καιρό για κάποιον αδεφο μου και του εγραψα τα παρακάτω:

Μποναμά σου στέλνω βρε γειτόνι, μια σοκολάτα γλυκόπικρη  γιατί έτσι είναι η ζωή σου.
Πάρε και κόψε κομμάτια και στους συγγενείς δώσε, ξέρεις από κείνα που μοιάζουν στην ψυχή σου.
Μαντάτο θα σου στείλω βρε γειτόνι απ την ξενιτιά.Tι κι αν ήμουν δίπλα σου ,μακριά σου νιώθω, αφού το χέρι σου ποτέ δεν άγγιξα,
ούτε την δόλια σου καρδιά αγκάλιασα ποτέ μου.
Ραντεβού σου δίνω βρε γειτόνι .Mε μια σοκολάτα να σμίξουμε τις γλυκόπικρες ,αβάντες της ζωής.
Μιας τώρα που ένιωσα τους χτύπους σου, απ τον δικό σου τοίχο ένιωσα πως ήταν οι δικοί μου.
Αδέρφι σε νιώθω πια γειτόνι κι ας είμαστε από άλλη μήτρα.Tο αίμα σου ,το αίμα μου σε ίδιους διαδρόμους χύθηκε, στους ίδιους τους αγώνες ,οι φλέβες μας τσάκισαν κι έδειξε η ζωή πως μοιάζουμε οι δυό μας,

Δίδυμοι θαρρώ πως είμαστε αδέρφι
δες πως μοιάζουν οι καημοί
οι φόβοι ίδιοι στο φως φαντάζουν
ίδιοι οι πόνοι σφαδάζουν το κορμί.

Το ίδιο ψέμα μας ποτίζουν
την ίδια μοίρα, κόκαλο πετούν  μικρό
κι όλα τα ίδια μας μυρίζουν
στο ίδιο ζούμε οχετό.

Σαν δίδυμοι πέφτουμε αδέρφι
μέσα σ απύθμενο κενό
κι όλα στη  ζωή φαντάζουν
όνειρο με εφιάλτη να χει για αδερφό.

6
Λέξεις δικαίου ,σύνεσης, αγάπης
Συνομωσία γίνηκαν απάτης
Έννοιες ,έγνοιες ισοτήτων
Ανάθεμα λαών και παρασίτων .

παραδειγματικές τιμωρίες,
με το ένα πόδι στις γωνίες.
Δεν κάθισα καλά μητέρα ,
συγνώμη σου ζητώ πατέρα

Ήμουνα ανήθικος και άτιμος πολύ
βάδιζα χωρίς πατρός τη συμβουλή
όσα μου έμαθες μαμά
τα άφησα όλα για μετά.

Αγώνες για μια ζωή καλή
Δεν συμφωνούσαν όμως οι πολλοί
Ένιωσα έτσι μόνος στη πλατεία
Και συμβιβάστηκα ,τι απιστία!

Κουρνιάζω τώρα στη φωλιά μου
Έχω κλείσει και τα αυτιά μου
Τις βοές αθώων ,χμ! δεν με νοιάζει
Κι ας φωνάζει η ψυχή  μου, ας φωνάζει.




7

Παιχνίδι μνήμης, ετοίμασες ζωή μου
Εγώ σε πίστεψα και συ την πλάτη σου γυρνάς.
Παιχνίδια  φτιάχνεις με την σκέψη την τρελή μου
στα πόδια σου πέφτω, κλαίω και συ κρυφά χαμογελάς

Ανόητη βαφτίζεις την ψυχή μου
σε όρκους με έβαλες κρυφούς να ορκιστώ,
σ’ ένα σεντούκι ξεψυχούν τα όνειρά μου
κι εσύ μες θες στην μέρα σου πιστό.

Μες τις σκιές ,στους δρόμους τα σοκάκια
Σβηστά τα φώτα και το φεγγάρι αχνιστό
Αργεί η νύχτα να μ’ αφήσει
Μες στο σκοτάδι προσπαθώ να ζω

Τρέχει η ανάσα να προλάβει τρέχω
 και γω να κρατηθώ
Παιχνίδι μνήμης μου παίζει η ζωή μου
παιχνίδι που μοιάζει με κρυφτό

Πες μου πως τη θηλιά να βγάλω απ το λαιμό μου
Πως μέσα στο ψέμα την αλήθεια μου να βρώ
Πώς να πιστέψω στην πνοή μου
Αφού οι λέξεις μου ,χαθήκαν στο καιρό.

Πες πώς να αντέξει το κορμί μου,
πως από τα χέρια μου να βγάλω το καρφί.
Τρέχει το δάκρυ μες απ τη καρδιά μου
και συ ζωή στήνεις στο σώμα μου γιορτή

Παιχνίδι μνήμης, ετοίμασες ζωή μου
σ ενα σταθμό χωρίς προορισμό
σου δίνω της ψυχής φιλί μου
τα τρένα φεύγουν και μονος μένω εδώ.


8
Πως να δω το κόσμο μέσα απ τα μάτια μου οταν τα έχω ερμητικά κλειστά?
Πως να αγγίξω τη ψυχή σου όταν τα χέρια της δικής μου είναι δεμένα?
Πως να ακούσω την φωνή σου όταν γεννήθηκα με με μια βουή στ αυτιά?

Μόνο η καρδιά μου εμεινε να χτυπά και νιώθω μετέωρος στο διαστημα των συναισθημάτων
ανημπορος να εκπληρώσω τις χιλιάδες επιθυμίες της.
Επιθυμίες που με θέλουν να μαι μέσα στις γιορτές σου ,τις καθημερινές του πεζοδρομίου,της πλατείας,του δρόμου .Τις γιορτές ,οι χτύποι της καμπάνας ,ηχούν στον αέρα και ριγούν το ανήμπορο κορμί μου.
Τόσο με πληγώνει που δεν ειμαι στη γιορτή σου.Τόσο που το δάκρυ μου γίνηκε ποτάμι και σκόρπισε τα κομμάτια μου στους μακρινούς ορίζοντες,ελπίζοντας πως κάποια απ αυτά συναντήσουν αυτές τις απέθαντες γιορτές σου.
Ετσι ίσως νιώσω πως βλέπω με τα μάτια της ψυχής μου.
Ετσι ισως τα χέρια μου νιώσω πως λυθηκαν και  σ αγκάλιασαν σφιχτά στον χορό ποου σέρνεις.

Αυτά για την πρώτη σου απόπειρα.
Ετσι ίσως η βοή σωπάσει στα αυτιάμου κι επιτέλους θα ακούσω το μέλλον που θέλω  να ζήσουν τα παιδιά μου.

9
Τρομαγμένες ψυχές αιμορραγούν στο σκοτάδι
εσύ στο κουτί σου κλεισμένος από φόβο γελάς.
Κλάματα ,δάκρυα στάζουν στο χαρτόνι
κι εσύ με εφημερίδα τα μάτια σου κλειστά κρατάς .

Ξεχασμένοι σκοποί σε τραβούν απ το χέρι
εσύ δεν αντέχεις και κόβεις στα δυό το κορμί
τα πόδια στη γη , σε σάπιο χώμα  σ έχουνε φέρει
κι η ψυχή σου με κομμένα φτερά ,σβήνει σα κερί.

μα όσο κι αν θες τις φωνές να σωπάσεις
και τα αυτιά σου για πάντα να έχεις κλειστά
τα στόματα των ψυχών δεν τρομάζεις
κι ας μην έχουνε χρώμα κι ας είναι βουβά.

Κι όσο η ενοχή σου να σωπάσεις φωνάζει
κατά βάθος το ξέρεις πως ανήκεις εκεί
κι εσύ μια ψυχή που στο φόβο κουρνιάζει
συγκάτοικοι είστε ,στο ίδιο κελί.



10
Στο μεθύσι μου πάντα κυλιέμαι
και σαν αχάριστος αναρωτιέμαι
γιατί δεν αφήνει η ρουφιάνα καρδιά μου
να πουλήσω και τη που**να σκιά μου.

Κι είναι αυτό που με θλίβει
η σκιά μου τη μέρα να ορίζει
Δεν την μπορώ ,δεν τη θέλω κοντά μου
Μου χαλά τα πεζά σχέδια μου.


Λιπόψυχος στέκω στο δρόμο
Εξαντλημένος δεν αντέχω το χώρο
Μια ζωή σκιές πολεμάω
Μοναχός στο σκοτάδι πατάω.

Ευχή στο τέλος που φτάνω
Αν ξανάρθω να μάθω να χάνω
Με την σκια μου ποτέ μην τα βάζω
Να μην κλέβω ψυχές απ το βάζο.


11




Σ΄ ασημένια κλουβιά τριγυρνάμε
ζώα αγρίας μορφής ,στριγκλιές.
Περαστικών κόκαλο μασάμε
σκυμμένο το κεφάλι ,στο λαιμό θηλιές.

Σκόνη τ όνειρα ,απλώσανε φτερά.

Πίσω απ τα κάγκελα κοιτάμε
κάθε πρωί με σώμα που ραγίζει.
Περνά ο καιρός κι εμείς ρωτάμε
γιατι το ασήμι μας στα σιδερα μαυρίζει.

Σκόνη τ ονειρα ,απλώσανε φτερά.

Οι σκιες παλεύουν το σκοτάδι,
τραυμα βαθύ μες στη ζωή,
ξεχάσαμε το αυριο πως θα ρθει
και μοιαζει η σιωπή θανάσιμη πληγή.

Σκόνη τ ονειρα ,απλώσανε φτερά.


12
Οι λέξεις που συναντιούνται παρακάτω είναι απόρροια του βιβλίου της  γλώσσας Δευτέρας Δημοτικού
Για μια φανταστική χώρα τη  Χωχαρούπα .

Χωχαρούπα

Μια αγκαλιά παιδιά εδώ
στο δρόμο τραγουδάνε
Παίζουν κρυφτό ,κυνηγητό ,
στον ουρανό πηδάνε

Σχοινάκι παίζουνε τα δυό ,
τ’ άλλα τραμπάλα κάνουν
Και με τα χέρια τους ψηλά
 στον ουρανό όλα φθάνουν.

Μια πόλη χτίσανε
με λάσπη σοκολάτα
Πλατεία με ζώα χαρωπά
Με λίμνες και παπάκια

Δέντρα που έχουνε καρπούς
Μήλο και  πορτοκάλι
Τρώνε το ένα μα κοντά
Άλλο φυτρώνει πάλι

Χωχαρούπα
μια λέξη μαγική
 Χαρά μόνο χωράει
Ο ήλιος εδώ ειν λαμπερός
Μόνο χαμογελάει

Στη χώρα των χαρούμενων παιδιών
δεν έχει κλάμα ,στεναχώρια
το μίσος κι κόσμος των κακών
θαμμένα ζούνε χώρια.





Ο Ραφαέλ που είναι εκεί
τώρα έχει ξεχάσει
Πως  είναι η πείνα πίσω του
Η φτώχεια κι η μιζέρια

Έτσι με μια κίνηση
Φλάπ !!! Ο κόσμος είναι ωραίος
Χωρίς αγώνα σύγκρουσης
Χωρίς μια μάχη ,χάθηκε μοιραίος.

  Ο κόσμος που ήτανε μέχρι χθες
ήταν μεγάλη απάτη.
όλα είναι όμορφα εδώ
δεν σου γυρνούν τη πλάτη.

Εδώ δεν κλέβουν το νερό ,
τρέχει  σ ένα ρυάκι
Και η μικρή η Άννα
 θα βρει ποδηλατάκι

Στην Αφρική δε έχει ψωμί
πεινάνε τα παιδάκια
κι εμείς δεν ξέρουμε το πώς
σταυρώνουμε χεράκια.

Εκεί μακριά στον Ινδικό
Μικρά παιδιά δουλεύουν
Όλοι μα όλοι όμως ξέρουνε
Τον πλούτο τους ποιοι κλέβουν.

Μόνο η Νού που είναι παιδί
δεν ξέρει και πονάει
Για αγάπη και στοργή
στη Χωχαρούπα πάει.

Εκεί συνάθροιση λαών μικρών
που ο νους μες στο παιχνίδι είναι
Μα εδώ ο ρόλος των γονιών
Για πες τε μου που είναι?



Στη Χωχαρούπα εικόνες λατρευτές
Για τα παιδιά φτιαγμένες
Μα στη πραγματικότητα εκεί
Φυλές παιδιών δυστυχισμένες.

Χωρίς προβλήματα πολλά
Χωρίς ιδέες , ιδανικά
Μια Ντισνευλαντ ζωγραφιστή
αποτυπώνετε με χρώμα στο χαρτί.

Μη λες μικρό το πώς και τι
Μην με ρωτάς ποτέ γιατί
Τρέχα μονάχα γρήγορα
Στη Χωχαρούπα σίγουρα.

Μην μένεις εδώ ,μην αντιδράς
Να με φοβάσαι όταν ρωτάς
Αγώνα μην αναζητάς
Τρέξε και φύγε μακριά
Στη Χωχαρούπα τα παιδιά
Μόνο γελούνε δυνατά
ΣΤΗ
ΧΩΡΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ…



















13
Σσς… αφήστε τα παιδιά
Σσς…μη μιλάτε
Σσς… μη τον ύπνο τους χαλάτε
Σσς…κοιμούνται τα παιδιά
Σσς.. αφήστε τα λιγάκι στη χαρά.

Μέσα στον ύπνο τον καλό
όλα τα άσχημα τα ρίχνουν στο γιαλό
Τίποτα δεν έχει να σταθεί
εμπόδιο τους σε τούτη τη ζωή.

Μονάχα ένα θα σας πω
βρείτε τραγούδι ταιριαστό.
Στίχους απλούς με σύνεση
χαρά να βγάζει η σύνθεση.

Να χει παιδιάστικο σκοπό
να χουνε ύπνο χαλαρό.
Το γέλιο το ζωγραφιστό
Στάμπα πάνω στο μάγουλο.

Δεν φταίνε αυτά για τίποτα
για όλα τα μύρια τα κακά.
Δεν φταίνε αυτά αλλά εμείς
Εμείς που είμαστε γονείς.

Ελπίδες και ιδανικά
όνειρα είναι μαγικά
Γι αυτό λοιπόν κοιτάξτε όλοι σας καλά
μην τα ξυπνάτε τα παιδιά.

Εμείς δεν έχουμε λαλιά
που ζούμε μια Πρωταπριλιά
Μέσα στο ψέμα το κακό
φτιάχνουμε κόσμο μισητό.

Σσς… αφήστε τα παιδιά    Σσς…όνειρα να χουνε γλυκά…

14
Μια ζωή  μέσα στους δρόμους
φτερά περιστεριών πέφτουν στους ώμους.
Απομεινάρια μοιάζουν ελευθερίας
αγώνες γενιάς , φιλί προδοσίας.

Όμως πατρός συμβουλή
των ελλήνων βουλή
στα χέρια κρατώ και βουτάω
και με άδειο μυαλό στο κενό περπατάω.

Ακολουθάω πιστά ,λόγια παχιά
Κουτόχορτο ταΐζω τα παιδιά μου.
Μα είναι αργά ,ξυπνάω ταχιά
χαθήκαν στο χθες τα όνειρα μου.

κι εγώ? τι κάνω εδώ?
που είμαι εγώ ?γιατί πολεμάω?
δεν έχω ψωμί ,δεν έχω να φάω
μα τη σημαία ψηλά
τους λάθους κουνάω.


15
Πάει καιρός που σε ζητούσα,
καιρός που το σώμα σου τα βράδια τ ατέλειωτα φιλούσα.
Ήμουν μες τη φωτιά του πάθους σου κλαδί που σιγοκαίει
κι εσύ φυσούσες τη  φλόγα αιώνια να κρατήσεις.

Πάει καιρός κι η σκέψη μου ακόμα σε θυμάται
η μνήμη συντροφιά στο στρώμα μου κοιμάται
αναλαμπές ,στιγμές ,μικροχαρές, ερωτικές σκηνές
γυρίσανε ταινία κι εμείς στο πρώτο ρόλο ,πρωταγωνιστές.

Πάει καιρός που την  εικόνα σου κοιτάω
κλαίω ,πονώ και το ρολόι μου στο τοίχο το πετάω.
το χρόνο πίσω δε μπορώ μόνος μου να φέρω
την μέρα, το λεπτό, δε ζω και υποφέρω.

Πάει καιρός που τη φωνή μου έχω χάσει
για σένα που ποθώ τ αστέρια έχω πιάσει
γράφω στους τοίχους ,στους δρόμους που πατάω
γύρνα ξανά  ΖΩΗ ,το ξέρεις σ αγαπάω,,

16
Δρόμοι φτιαγμένοι από βροχή
γραμμή στη μέση φτιάχνει ένα δάκρυ
Η γλώσσα κόπηκε κι έμεινε βουβή
στα πεζοδρόμια μονάχη ξέμεινε η αγάπη.

Μια αγάπη που ξέχασε να ρθει
χάθηκε στους δρόμους της παράνοιας
Έμεινε ξοπίσω  μόνη να κοιτά
Τις ζωγραφιές της νύχτας ,της μετάνοιας

Με ένα πινέλο βουτηγμένο στη μπογιά
Ψάχνω ένα θέμα την καρδιά μου να σκιτσάρω.
Μα το μυαλό μου λάθος διάλεξε εποχή
έχασα αγάπη μου του έρωτα τον φάρο.

Ζωγραφίζω με το αίμα της ψυχής,
Ήλιους, αστέρια και φεγγάρια.
Γεμάτη έχω την παλέτα της ζωής
οι σκέψεις, φτιάχνουν τα δικά τους χνάρια.

Ήρθε η μέρα ο ήλιος κι ήμουνα εκεί
στη γη σκυφτός, στα χέρια δυό πινέλα
Μια φράση ‘’αγάπη άργησες να ‘ρθεις’’
Και μια να γράφει’’ έλα κοντά μου έλα’’.

Δυο φράσεις ένα σύνθημα ζωής
η χθεσινή βραδιά μου είχε γράψει.
Το ζωγραφιστό φεγγάρι μου
την μοναξιά στον ουρανό μου είχε κάψει.

Χωρίς τα χρώματα ,τα αρώματα δε ζω
Δεν γίνεται  η μέρα δίχως ήλιο
Κι έφτασα χρόνια ν απορώ
Ποιος είμαι ,που πάω σε ποιόν δίνω.


17
Στους φίλους που ποτέ δεν είχα
θ΄ αφήσω της ψυχής μου σημάδια ,προίκα
 θα δώσω τους σφυγμούς να πιάσουν
κι ότι είχαν μέχρι χθες να το ξεχάσουν.

Σ αυτούς που πίστευα κοντά μου
στα κρυφά που είχα όνειρα μου
Θα δώσω μια κοφτή ματιά να δούνε
κι ύστερα ν ακούσω τι θα πούνε.

Στα χρόνια που φύγαν μακριά μου
που πήραν τα νιάτα την μαγκιά μου
Θα δώσω σύνθημα στους τοίχους

''Ζωή ανήκεις στη φωτιά μου
στ αμέτρητα ανεκπλήρωτα όνειρα μου

18
Πες μου πως θα πιάσω το φεγγάρι
που είναι ο νιος ,που ναι το παλικάρι
να μου δώσει λίγο απ την καρδιά του
να φτιάξω σκάλα τα αμέτρητα όνειρά του
απ τη χαρά του να πάρω λίγο
απ τη μιζέρια της ζωής μου  να ξεφύγω.

Πες πως αλλάξανε οι μέρες
πως γεννάν του ήλιου οι μητέρες
να πάρω λίγο φως απ την κοιλιά τους
να βρεθώ μες την ζεστή φωλιά τους
μωρό να γίνω να ξεχάσω
πίκρες ,λύπες απόψε να πετάξω.

Πες μου πως τα δεσμά μου εγώ θα σπάσω
τις βαριές μου αλυσίδες πως θα χάσω
Πες μου πως υπάρχει μια ελπίδα
μετά τη βροχή θα λάμψει μια αχτίδα
μες στην καρδιά μου αυτή θε να πετάξει
και τον κόσμο όλο πως θ αλλάξει.

Πες μου πως κι ευθύς εγώ θα τρέξω
κάθε πόνο  στον κόσμο θ αντέξω
θάρρος θα πάρω θα πετάξω
στα βουνά  διάθεση θ αλλάξω
Πες μου πως κι εγώ θ ακολουθήσω
και το σήμερα στο χθες θα το αφήσω.

πες μου πως κι ας είναι ψέμα

πες πως να πάρω δύναμη να ψάξω
κι ας είναι το ταξίδι μακρινό
το νου και την καρδιά θα ξεδιψάσω,
με τον αέρα στα πανιά , στο δειλινό,
την άδεια μου ζωή θα τη γεμίσω
και με αυτά που θα μου πεις θα ξαναζήσω.

19
φρουροί της ανίας
αστοί της μανίας
στέκουν στο δρόμο
και κει συναντάνε
μια εικόνα σε πάγο
κορμί αδηφάγο
τρώει το χρόνο
δεν νιώθει το πόνο
κλείνει τα μάτια
σε κάνει κομμάτια
κι ύστερα φεύγει
και άλλον γυρεύει...

φρουροί του πόνου
φύλακες του κώλου
πίσω κοιτάτε
τις σκιές και φοβάστε
τρέμει το φύλλο
της καρδιάς σας
 που λείπει
κυνηγάτε το φίλο
της ζωής σας τον σκύλο

μετά σκυφτοί μες το χώμα
προσκυνάτε το κόμμα
την βουλή σας φυλάτε
κει τον κόσμο θα φάτε
λυσσασμένα χτυπάτε
ότι νέο το σπάτε
και μετά κυνηγάτε τις σκιές
και φοβάστε

Φρουροί της ανίας
Της ζωής μου πενίας
Απλώνουν το χέρι
Χτυπάνε
Μία πόρτα να μπουν
μια ζωή άλλη να βρουν
Ξεψυχάνε.

20
Δε σε ξέρω, δε με ξέρεις ,δεν γνωριζόμαστε.
Όμως στο ίδιο κρεβάτι κοιμόμαστε.
Μια φορά την ημέρα εμείς βλεπόμαστε
το πρωί που μαζί χτενιζόμαστε.

Είμαστε ίδιοι μας λένε και όλο μας φτύνουνε
το βράδυ στο κρεβάτι τον πόνο μαζί τον πνίγουμε.
Δε σε ξέρω ,δε με ξέρεις κι όμως γνωρίζουμε
Τον εαυτό μας τον ίδιο συνέχεια τον βρίζουμε

Είσαι εγώ κι εγώ είμαι εσύ ο εαυτός μου ο άλλος
Ο παλιός ,ο σκυφτός  εαυτός ο μεγάλος
Που γυρνάω την πλάτη στη μοίρα μου
ξυπνάμε  μαζί και σου λέω ξανά μίλα μου.

Δεν είναι η βροχή που μας κάνει να τρέχουμε
Είναι το δάκρυ που το στρώμα στον υπνο βρέχουμε
Σκιές μοναχικές σε ένα δώμα μικρό που κρυβόμαστε
Δεν σε ξέρω ,δε με ξέρεις  ,δεν γνωριζόμαστε

21
σαν χύθηκε ο βαρδάρης
πάγωσε η μνήμη σου
μέσα στο χειμώνα.
ξεσκίζει πανιά της λογικής
στης πάνω πόλης τα σοκάκια
και συ καθήμενος κοιτάς
πως στο βοριά πεθαίνουν
τ' αστέρια
Λευκά περιστέρια
στην Αριστοτέλους
περνάς ,κοιτάς ,χτυπιέσαι
χθες συγκέντρωση αμνών
κουνούσανε σημαίες
ωσάν μαντήλι μάνας
που ο νιος της έφυγε
απ το παλιό λιμάνι.
Ξενιτεύτηκε η ανθρωπιά σου
κι έμεινες αλύπητα
τους κάδους στην προβλήτα
να χτυπάς.
Μια βαλίτσα που παρακαλάς
γεμάτη να ναι χρήμα
μάταια όμως κρίμα
τα παλιά εσώρουχα
και μια πουκαμίσα
μένεις κοιτάς τ΄ άπλυτα
που σ’ άφησε κληρονομιά
ο γέρος ο βοριάς.
κι φτώχεια του μυαλού σου
σε ξερνά σ’ ένα στενό
Βαλαωρίτου οδός 
τοίχοι στενοί και κάγκελα
το μόνο που θυμάσαι
είναι το τέλος της σκηνής
και αμέσως αρχίζεις
 και σφυρίζεις
Σκοπός σε φύλαγε
 σκοπό εσύ σφυράς.

'' Είμαι ένας νιος μοναχικός
άτυχος στη ζωή μου
γεννήθηκα μ’ ένα αυτί
κι ένα κλεισμένο μάτι
στρωμένο δεν είχα το χαλί
μα μόνο μονοπάτι.
Στενό ,φτωχό κακόμοιρο
κληρονομιά του κόσμου
ο φόβος εδώ με τριγυρνά
το πάρε δώσε φως μου.’’

θύμωσε τότε  ο φρουρός
και του κλεισε το στόμα
ειναι βράδυ του λεγε
την ησυχία μην χαλάς
την τρέλλα εδω
μην την πουλάς
κοιμήσου και ξεκόλα

Απομερος τοτε αυτός
κοιτά στο παραθύρι
Εξω φυσά ,εξω πονά
το χώμα απ το Βαρδάρη
Χειμώνας μπήκε στη ζωή
και τη καρδιάς το μαγαζί
σε χειμερία νάρκη πέφτει.

Ετσι ησύχασε η ψυχή
σκοπούς πια δεν θα σφυράει.
δεν εχει πόνο το κορμί
λυγάει ξεψυχάει.
Γλέντι  τοτε στήσανε
οι μνήμες στο μυαλό του
Ολα χτιστήκαν γύρω του
μονο για το καλό του.


22
Μη με κοιτάς που δε μιλώ
είμαι εδώ ,κάθομαι εδώ
και σε κοιτώ κι ας μην μιλώ.
στη αγκαλιά της μοναξιάς κοιμάμαι.

Μην απορείς το  πως και τι
δεν μαρτυράει η ζωή
αυτά που μας πονάνε.
Κρατά για πάντα μυστικό
κι απ της ζωής το μερτικό
κλέβει νερό πικρές ψυχές
να ξεδιψάνε.

Μη με κοιτάς και μη ζητάς
Δεν το μπορώ να είμαι δω
Δε σε κοιτώ δε σου ζητώ ,
δεν θέλω να θυμάμαι.

23
Σ ευχαριστώ πάρα πολύ...Με γοήτεψες με τα καλά σου λόγια.

24

Όσο κι αν θέλει να ξαπλώσει
το κουρασμένο σου κορμί
γέροντας ευχή θε να σου δώσει
παιχνίδι φτιάξε για ζωή.

στα κουρασμένα χρόνια
είναι εκείνα τα κορμιά
που δε φοβούνται χρόνια
κι ανοίγουνε πανιά.

Ταξίδια φτιάχνει η ψυχή τους
κι οι στίχοι φτιάχνουν μουσική
Τραβάνε μόνα στην Ιθάκη
και την καρδιά τους έχουν για κουπί.

Όσο κι αν θέλει η ζωή να σε κουράσει
όσο στη πλάτη χτυπάει την σκιά.
Εσύ συνέχισε να παίζεις
τίποτα μην σε σταματά

στα κουρασμένα χρόνια
είναι εκείνα τα κορμιά
που δε φοβούνται χρόνια
κι ανοίγουνε πανιά.


25
Φανφάρα μ΄είπαν ποιητή
το είπε κι η μαμά μου
Μα τι να κάνω ο φτωχός
βρήκα τον μπελά μου.

Μέτρα ,κατάληξη ,στίχους μαζί
τους έκανα κουβάρι
στου δάσκαλου το μαγαζί
αφήνω όλα τα βάρη.

Στέκω στη πόρτα του μπροστά
γεμάτος αγωνία
αυτός τα ρουχα ανάποδα φορά
με στήνει στη γωνία.

Ο πιο καλός ο μαθητής
θα γίνω μες την τάξη
κι ο πιο κακός καθηγητής
μελι για με θα στάξει.

Ετσι θα ρθω δυναμικά
στο στέκι της κιθάρας
κι ολα τα στέρια τα χρυσά
θα τα χει ο φανφάρας.

Για δές τι έπαθα ο τρελός
πως μπήκα στο τρυπάκι
μ αυτά τα αστέρια απορώ
τα έχω στο τσεπάκι.

Ολοι ,μα όλοι θ  ρωτούν
που μ' ειχανε κρυμμένο
τόσο καιρό που με κοιτούν
που μ' ειχανε θαμμένο?

Τότε εγώ ψηλά κορμί
ψηλά και το κεφάλι
σαν κόκορας θα μαι στην αυλή
θα καμαρώνω πάλι.

Ειμαι εγώ ο ποιητής
ο ποιητής Φανφάρας
τα αστρα τα χω μες τη γής
στην οψη μιας δεκάρας.

Τρέμε πλανήτη γή
Αρη και Ποσειδώνα
Εγω  ειμαι αρμα ποιητή
εγω ειμαι η αηδόνα.

Τρέμουν και οι ερημοι αυτοί
αυτοί οι δορυφόροι
τα δείγματα της μουσικής
γι αυτούς βαριοί ειναι οι φόροι.

Ξεσήκωσε τρόμο η ορμή
του ποιητη φανφάρα
ετσι ειναι οι τίτλοι στο χαρτί
στων πλανητών τη φάρα.

Κι εγώ ήρεμος στη γη
κάθομαι ξαποσταίνω
κι απο το λάπτοπ μου στη Αφρική
στίχους λαμπρούς μου στέλνω.

Εκει στον μαύρων τη φυλή
πάρα πολύ μετράω
εκει τα λόγια, μουσική
με μια χεριά τα κάνω.

θαμπώθηκαν στο στέκι το παλιό
σταθήκανε λιγάκι
την τσέπη κοιταξαν λοξά
αδεια την ειδαν αστρικά
κορόμυλο το δάκρυ.


Σελίδες: [1] 2 3