Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Μηνύματα - ε?

Σελίδες: 1 2 [3] 4 5 6 ... 22
51
Γνώση ιστορίας βιωματική
οι κυριακάτικες γεύσεις -
ένα τραπεζομάντηλο λευκό
και η επίδραση συμβόλων
που βρήκαμε χτισμένα στην πέτρα.
Παλιές διηγήσεις.


Αρχές χρόνου κι τόπου
σαν γλωσσικοί ιδιωματισοί
δεμένες στην φυσική επαφή
τις κηδείες και κοινότοπες απόψεις
τις μυστήριες προκαταλήψεις.


Ψωμί και λιβάνι.


Άρωμα γης ανακατεμένης με κόκκους καφε
και απολαύσεις μικρές στην καρδιά
μιας βρώμικης πανάρχαιας πόλης.
Στο κέντρο του σύμπαντος των ακίνητη
μεταναστών σαν στίξης σημείο
και καρκίνος
που συνοψίζει σε μια έκφραση αμηχανίας
τους διαλόγους μιας ολόκληρης ζωής χωρίς σημασία.


Αλλοτρίωση η κάθε προσέγγιση ορθολογική
και ξένος γυρίζω
και ξένος γυρίζω
τον μαύρο κόσμο του μέσα μου Δάσους
ο φτωχός, γελασμένος.


Τον δρόμο πως θα βρω σπουδάζοντας
χάρτες καρτεσιανούς
και εφαρμογές ξεφυλλίζοντας
γεωγραφικών συντεταγμένων.


Σε στίξης σημεία γυρίζω.


Μηδέν.

52
Συλλαβές γραμμένες στη γάστρα
και μπλε ιστορίες.
Φίλοι με βράγχια, η εικόνα ενός ορίζοντα κενού απο άλλους
γεμάτου με Εσένα.
Ταξίδι σε ομηρικές παραλίες.
Ναύτες, μανάδες.
-Μην πας στα βαθιά.


Πετούσα λοιπόν,
και το φεγγάρι μάζευε γύρω του
-μαζί με εμένα-
πλάσματα νυχτερινά,
μουσική!
και τραγουδούσαμε όλοι μαζί
για την ζωή που τραβούσε δεμένη
στο ατσάλινο αγκίστρι.


Ενος ψαρά πεισματάρη
που αγαπούσε το φούτμπολ
και τώρα
κηνυγάει ξιφίες.


H βάρκα του κυλάει απαλά
στον αναποδογυρισμένον ουρανό.
Κι έχει στη γάστα γραμμένη
αυτή που δεν θα διαβάσει κανένας-
την ίδια
μπλε ιστορία.


53
θα κάνω ένα σχόλιο και ας παρεξηγηθώ:


ίππαρχε το ποιήμα σου δεν είναι καθ΄πολου κακό αλλά προσωπκά πιστεύω πως είναι λίγο υποκριτικό. Νομίζω πως στην πραγματικότητα κανένας φτωχός πλην τίμιος ποιητής δεν θεωρεί τον εαυτό του μετριότητα. Αυτό είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση και το ξέρω πως θα βγείτε και θα μου αραδιάσετε δηλώσεις μεγάλων ποιητών που λένε τα αντίθετα αλλά εξακολουθώ να επιμένω πως το να θεωρείς τον εαυτό σου "μετριότητα" είναι πολύ αντιποιητικό. Άλλωστε η ποίηση (όπως και κάθε άλλη μορφή τέχνης) κρύβει μια μορφή ναρκισισμού -αυτό και αν είναι άλλη μεγάλη κουβέντα- και ως τέχνη είναι από την φύση της ασυμβίβαστη με την αποδοχή του μέτριου.


Εγώ πάντως ακόμα και αν ξέρω ξαναδιαβάζοντας στίχους μου ότι αρκετοι από αυτούς δεν είναι λαθόλου καλοί δεν αισθάνομαι μέτριος μπουαχαχαχαχα  :P [size=78%] [/size]

54
Φωνή εγχόρδου ξύπνησε σκυλί σφιχτοδεμένο
κι αφήσαν τις καρέκλες τους οι άντρες για να δουν
πομπή που εκουβάλαγε στους ώμους πεθαμένο
τον άνθρωπο που φύλαγε εκείνους που πονούν.


Τα μάτια είχε ασφάλιστα, τα χέρια του δεμένα
λουλούδια στο κεφάλι του, στο στόμα του χρυσό
και γύρω ετραγούδαγαν κορίτσια λυπημένα
μα εντράπησαν το θέαμα κι απέμεινε μισό.


γ**ήλια της φόρεσαν κι εκείνης την ποδιά της
λευκό το κρίνο, στέφανο κοσμεί την κεφαλή
στα μάτια τρέχαν σύννεφα κι εράγιζε η καρδιά της
μια μοίρα που δε στάθηκε μαζί της δα καλή.


Ποιός είδε να χορεύουνε μια μέρα τέτοια πτώμα,
ποιός άκουσε να κλαίγουνε το βράδυ σα σκυλιά
τραγούδι ποιος να έκαμε το δράμα της ακόμα
ποιό ζόρι να της φούσκωσε με γκάστρι τη κοιλιά...


Το όνομά της δώσανε σε τρεις γενιές παρθένες
και τού νεκρού το όνομα ξεχάστηκε. Καιρό
γυρίζουνε οι κόρες της ακόμα λυπημένες,
ταξίδι τρώγουν φάρμακα και σέρνουν το χορό.

55
Σε μακρινές γραμμές να βρεθούμε
και αδειανούς γεμιστήρες.
Σαν φίλοι παλιοί και εχθροί,
σαν στρατιώτες.
Θα μείνουμε άλλωστε στην ιστορία
σαν ημερομηνία
ή ανάλυση πολιτική
μιας εποχής που αλλάζει.
Και η σφαγή μας ακόμα
επιτυχία εισπρακτική
σε ένα δυστοπικό μέλλον.


Εμείς κάπου αλλού,
με τρύπες στο σώμα,
σφαίρες και φαγητό χαλασμένο
τλιγμένοι με βία μια ξένη σημαία
θα τρέφουμε την φωτιά
που ζεσταίνει τις φάμπρικες.


Κι αν ακόμα πούνε για εμάς πολλά,
δεν θα μάθει ποτέ
κανείς την αλήθεια.

56
Τον άντρα αυτό τον δύστροπο
πες μου θεά που χρόνια
γυρνούσε στα μπαλκόνια
και μες στων καφενείων
μαγνήτες των ηχείων
έσπρωχνε στο χαρτί.

 
Τώρα μυρίζει κάτουρο,
Νέρων κρεβατομένος
τρεις μήνες ξεχασμένος
μέσα στην κλινική
φιγούρα πατρική
που δεν χορταίνει βία.

 
Τσέπες γεμάτες δίφραγκα
μοιάζει σαν να κοιμάται
τώρα μονό θυμάται
γόνατα τρυπημένα
πόσα πολλά θλιμμένα
χωράει μια Κυριακή.

 
Ίδια μονάχα η θάλασσα
κι αυτή που τρώει άντρες
μες στων σχολειών τις μάντρες
καθώς γυρίζει η μπάλα
και δεν την νοιάζει στάλα
αν έχεις ηττηθεί.

 
Μπήκε ο χορός στην κάμαρα
βγήκανε πρώτοι οι ξένοι
μια πράξη τώρα μένει
να πέσει η αυλαία
κι εγώ δεν έχω ιδέα
που θα πρωτοταφεί.

 
Σ' αυτή την γη που σκλήρυνε
πάνω στις μαύρες πέτρες
τις τελευταίες μέρες
προσεχτικά πατώ
κι αντίστροφά μετρώ
τον χρόνο που μου μένει.

 
Χρόνια πολλά
δεμένοι
σε ξύλινο σκαρί.

57
Για να ξεκινήσω από την ουσία του πράγματος, εγω γενικά σαν έργο το βρίσκω σαχλο και αδύναμο.


Όσον αφορά την τεχνική σου έχεις πάρα πολλές αδυναμίες. Ξεκινώ από την συνεχή χρήση του "και" (χαρακτηριστικό των πρωτάρηδων που δυσκολεύονται να κρατήσουν το μέτρο). Πέρα από αυτό επαναλαμβάνεις την ίδια ομοικαταληξία σε δύο στροφές και μετά χρησιμοποιείς άλλη στην τρίτη και άλλη στην τέταρτη. 'Αλλο (μεγάλο) λάθος. Το ποίημα πρέπει να έχει συμμετρία δεν μπορεί να έχεις στις μισές στροφές την ίδια ομοικαταληξία και μετά διαφορετική στην τρίτη και ακόμα άλλη στην τέταρτη.


Πρόβλημα με τρο μέτρο έχεις σε όλες τις στροφές ακόμα και αν δεν φαίνεται (πχ στην τέταρτημ τελευταιος στίχος).


Και πολλά άλλα ακόμα.


Φυσικά αν το έργο άξιζε δε θα έδινα σημασία αλλά όπως σου είπα είναι έτσι και αλλιώς σαχλό και κάνει μόνο για τα μπουζούκια.


Αυτά στα λέω για τον εξής λόγο:


ασχολήθηκαν μαζί σου δυο άνθρωποι και άνανε καλοπροαίρετη κριτική και εσύ τους την έπεσες σε στύλ "εγώ ξέρω, κτλ".


πριν λοιπόν αρχίσεις τους πειραματισμούς μάθε τα απολύτως στοιχειώδη, μετά βρες ένα θέμα που δεν είναι ανοησία και μετά τα ξαναλέμε.

58
ελα να το κανουμε τραγουδι τωρα που πλησιαζει και η γιουροβιζιον!

59
συμφωνώ, χολιδόχε για εσένα χτυπάει η καμπάνα :D

60
πολύ όμορφο χολιδόχε :) :)


ευχαριστούμε πολύ!!

61
Μιας ακόμα Κυριακής,
καφές βαρύς, δράμα χωρίς
του τέλους λύση.


Πρωί κι απόγευμα νωρίς
με αναμνήσεις εποχής
κι αν έχουν σβήσει


γίνονται νόημα ζωής
κορμί της πείνας θεατής,
τα μάτια βρύση.


*


Μιας ακόμα Κυριακής
πλοκή κοινή κι όμως κανείς
δεν θα εξηγήσει

αυτή την δύση.


*(κάνε μια παύση στο σημείο αυτό. Επανάληψη καθημερινή, μετά το φαγητό, το γυναστήριο ή όπου αλλού κουβαλάς τις Κυριακές σου)

62
ενας φίλος ηρθε αποψε απο τα παλιαααααααααααααα.


δεν αλλάξαν πολλα απο τοτε ε?  ;D

63

Χωρίς φωνή δεν γίνεται
τραγούδι πως να κανω


πως συλλαβες, πως μουσικές
σ' ενα ξυράφι πάνω.


Το είδωλό σου στέγνωσε
τα ρούχα σου φοράω


εσύ αλλού, εγώ μακριά
με αδέξιο στυλ γερνάω.


Τα βράδια ονειρεύομαι
πως είναι όλα πάλι


εσύ εδώ, εγώ φρικιό
και μια κλωστή από ατσάλι


ενώνει πια τις σκψεις μας
κι ως πεφτουν τα μαλλιά μου


υπάλληλος κατήντησα
κι εσύ γερνάς μακριά μου.


64

Τι θα μείνει σε εμάς αν αφαιρέσουμε τις λέξεις από όλα τα ποιήματα
και τα μοντέλα των τριών τετάρτων από τον επίπεδο κόσμο τους?


Τα σημεία στίξης, οι ιδέες και φυσικά ένα λευκό κομμάτι χαρτί
χωρίς την δική μας ανάγκη.Μια υπόσταση που δεν ψάχνει αφορμή για να γίνει δική μας
ή τέχνη.


Τελεία.


Υπάρχει μια σημασία κοινή,
πίσω από τον ήχο των κλειδιών,
την βροχή
και τα βήματα στην σκάλα
εκείνου που φεύγει.




Τα φώτα των αυτοκινήτων της μεσαίας λωρίδας
και τα σινεμά.


Περίπατος ανάμεσα σε βιτρίνες και βλέμματα περαστικών.
Χυδαίες εκφράσεις και προβληματισμοί
κατά βάθος πολιτικοί.


Οι αντανακλάσεις μιας φοιτήτριας λογιστικής
στα νερά μιας λίμνης
και ο κακός λύκος που την παραμονεύει.


Σημείο κοινό
η "σχεδόν σιωπή", η χωρίς μνήμη εικόνα
της κοπέλας αυτής,
η τελεία της πόρτας που κλείνει
και τα αποσιωπητικά των βημάτων  που απομακρύνονται
και κανένας δεν ξέρει αν ποτέ θα γυρίσουν.


Η ύπαρξη ενός κενού γεμάτου ιστορία
και νόημα αλλά δίχως καμία  προβολή στον χρόνο
τον δικό μας ή του παραμυθιού.


Εκεί που επιστρέφει ο κακός λύκος
μετά το βραδινό σινεμά


και ο πρίγκηπας
που τον παραμονεύει.


Τι θα αφήσουμε λοιπόν στα παιδιά μας
αν αφαιρέσουμε από τα παραμύθια
τον έρωτα και τον θάνατο?


Εφτά νάνοι μοναχικοί
και μια φοιτήτρια λογιστικής
σε ένα έρημο δάσος.




Σεπτέμβρης
και η βροχή επιστρέφει.

65
Να ανασάνω δεν μπορώ
και να μιλώ δεν θέλω.
Έχω μολύβι στο μυαλό
και αδειανό το στέρνο.


Φταίνε βουνών οι κόρυφες
και πόταμών οι όχθες.
Των τραγουδιών φταίνε φωνές,
του Μάρκο Πόλο οι χώρες.

66
o ma.ster  έβαλε την μουσική και εγώ τους στίχους.


Μπορείτε να ακούσετε εδώ το τραγούδι.




67
ο ma.ster έβαλε την μουσική και το "σιδερένια ψυχή" έγινε τραγούδι. Μπορείτε να το ακούσετε εδώ.


 

68

χωρίς παραλήπτη.
Σαν σώμα που πέφτει
και τηλεφώνημα
τυφλό.
Στην τύχη - ή ας πούμε τύχη, γιατί στην πραγματικότητα
δεν είναι μόνο αυτό. Μα ας πούμε στην τύχη.


Χαμήλωσε την τηλεόραση, γύρισε την πλάτη του στον φακό και πήρε το νούμερο χωρίς να κοιτάει.Μετά σύνέβη αυτό που οι ελαφροίσκιωτοι και τα παιδιά περιγράφουν ως "ντριν".( μια φίλη μου επιμένει πως αυτά είναι κατασκευάσματα των πολυεθνικών, μα εγώ θέλω μόνο να την γ**ήσω και δε δίνω σημασία στο πως το τεκμηριώνει) και αυτός πριμένει.


Η ρώσικη ρουλέτα σε κάθε περίπτωση είναι ένα παιχνίδι μυστήριο.Μπορεί να σπάσει ξαφνικά η καρέκλα και να βρεθείς με ένα περίστροφο στον κώλο,δηλαδή αυτό είναι κάτι που πρέπει να το προσέχεις.Άπλωσε τις κάρτες μπροστά του σε κέλτικό σταυρό και άλλαξε κανάλι.
Η φωνή ακούστικη σχεδόν παιδική.


Δεν βλέπω της είπε τίποτα καλό σε αυτή την ζωή και να ξέρεις
πως και η άλλη ζωή θα είναι μια απ' τα ίδια.Και σκύλα να ήσουν θα είχες βαρεθεί.


Καληνύχτα.


Οχτώ παρα τέταρτο.


Οι υπάλληλοι των καταστημάτων μαζεύονται προς την πόρτα, γιατι θέλουν να κλείσουν και πετάνε βιαστικές καλησπέρες. Το βαδινό φαγτό ακουμπά στο τραπέζι
και οι μαθητές των λυκείων τελειώνουν τις ασκήσεις τους στέλνοντας μηνύματα ηλεκτρονικά σε ένα χάος κοινωνικού βραχυκυκλώμταος.


Τα αυτοκίνητα στην λεοφόρο Κηφισίας χαμηλώνουν ταχύτητα και κάποιοι θυμούνται την μάνα τους ή κάποια παλιά πια αγαπημένη και παίρνουν τηλέφωνο να πουν λέει ένα γειά.


Με το ίδιο γειά που υποδέχονται το κελιδί που γυρίζει στην πόρτα
αυτού που φέρνει το γάλα μετα από δώδεκα ώρες δουλειάς
και αποχαιρετούν οι πουτάνες τους πελάτες τους.


Η Ειρήνη Ι. είναι μόλις 16 και την ώρα αυτή κοιτάει από το μπαλκόνι της την Αθήνα και λέει, πως έχει πια βαρεθεί.


Μια σκύλα πέρασε νωχελικά τον δρόμο στριμωγμένη ανάμεσα σε φτυσιές, για να φτάσει μέχρι τα σκουπίδια
και να φάει ότι θα ήταν για αυτή το βραδινό φαγητό της.


Ολοι κάναμε ησυχία. Γιατι αυτή ήταν μια σκηνή,


Ιερή.


Κάτω από μια κάρτα Ταρό κοιμούνται τα εκατομμύρια μικρόβια ενός άρρωστου οργανισμού που γερνάει.


Παρηγόρησέ το μου,
λεβάντινέ αέρα
τις μαύρες σκέψεις σκόρπισε
να μην τις δει η μέρα.


Τα μάτια θέλω που κοιτώ
ποτέ μη σκοτεινιάσουν.
Φυλάκες άγγελοι, πιστοί
τ'αστέρια μη δειλιάσουν.


Τους άλλους λέγω σύνορα
και το σκοτάδι χώρα
να ταν αλλιώς το σήμερα
να τανε χθες το τώρα.


Μέσα στης πόλης τον αχό
γυρίζουν τα παιδια μου
μα δεν θυμούντα πια πολλά
και ζούνε μακριά μου.






69
εχεις δίκιο το μετέφερα πολύ βιαστικά, έκανα όμως κάποιες διορθώσεις (τα χτυπητά ορθογραφικά και τα γράμματα ποθ έλειπαν σε διάφορα σημεία). Ευχαριστώ για τον χρόνο σου.

70

Ας πάρουμε απόψε τον μαρμάρινο δρόμο του παρελθόντος
μέχρι να φτάσουμε στο παρεξηγημένο νόημα
αυτής της ιστορίας. Μιας γης αττικής το κρασί.
Και το χρώμα ενός ουρανού γαλανού.


Εδώ περνούσε της μέρες του ο βασιλιάς των Ανατολικών
Επαρχιών της Αυτοκρατορίας των Μελαγχολικών Απογευμάτων.
Η αυτού Εξοχότης, ο Ύπνος΄
σε σεντόνια καθαρά και το παράθυρό πάντα ανοιχτό
και μόνο
προς την πλευρά που βρίσκεται ο δρόμος.


Απέναντι από τον φούρνο που ψήνει το κυριακάτικο φαγητό
και λίγο πιο πάνω από τις φωνές των παιδιών
που παίζανε μπάλα και σπάζαν τα τζάμια. 


Αν δεν πέρασες ποτέ απο εδώ,
μην πας παρακάτω γιατι δεν θα καταλάβεις.


Τον καιρό εκείνο,
που χτίζανε δάση.


Περικυκλωμένος από αρχαία βουνά,
και κίονες
ξυπνούσε από το όνειρό
(ήτανε πάντα αυτή η ιστορία του Αράπη
που θα έλεγε συχνά η γιαγια του)
την ώρα ακριβώς
που συνήθιζαν να επιτρέφουν οι εργάτες
των λιμανιών
και φούσκωνε μερακλίδικα ο καφές μες στο μπρίκι.


Ας τον πούμε Αέρα.
Πότε που φέρνει την μυρωδιά των νερών του Αιγέα
πότε την σκόνη της ερήμου
και πάντα φωνές
και φράσεις ομηρικές
που πια δεν σημαίνουν
για όποιον δεν ξέρει.


Ας πούμε κάτι άλλο. Αυτό με πικραίνει.


Ακίνητος μένω όπως εσύ.
Στο ίδιο μπαλκόνι. κοιτάμε αλλού μα είμαστε εδώ.
Απάνω σε ενα παχύ στρώμα απο χαλίκι και πίσσα.


Κάτω από αυτό κοιμάται
ο βασιλιάς των Ανατολικών
Επαρχιών της Αυτοκρατορίας των Μελαγχολικών Απογευμάτων.
Η αυτού Εξοχότης, ο Ύπνος.
Που όλα τα ξέρει και όλα τα λύνει.


Οι αμυγδαλιές. Τα σπάρτα που ανθίζουν,
τα νεράτζια και τα σκούρα μαλλιά των κοριτσιών
που κάποτε ντρέπονταν
και εσύ όλο κοιτούσες.


Τι νόημα έχουν αυτά θα μου πείς?


Κανένα.


Μα είπαμε να πάρουμε τον δρόμο αυτό τον μαρμάρινο
που πάνω περνάει από χέρια που πια δεν υπάρχουν.
Και λόγια που δεν καταλαβαίνουνε άλλοι
από τους ασήμαντους ποιητές και τις γάτες.


Που ζούσανε κάποτε σε τούτη την πόλη.










Ας πιούμε λοιπόν, ας πιούμε!

71
Θέλω να ξέρω που πηγαίνουνε τα τρένα
όταν οι δρόμοι που ταξίδευαν γεράσουν
όταν οι ράγες τους σαπίσουν και κανένα
σταθμό δεν έχουνε το βράδυ να περάσουν.


Τα φώτα μέσα στην ομίχλη αναμμένα
στόχο δεν έχουνε στην ώρα τους να φτάσουν
βαγόνια άδεια, τα παράθυρα σπασμένα
δεν λένε κάρβουνο στα δόντια να χορτάσουν.


Μια ψυχή από σκοτάδι, σιδερένια
φρένα που θελουν άλλη μία να χαλάσουν.
Μοίρα εθύγραμμη κι εκείνα διψασμένα
ψάχνουν με λύσσα μία στροφή για να ξεσπάσουν


Θέλω να ξέρω τι να σκέφτονται τα τρένα
στο τελευταίο τους ταξίδι πριν τα πιάσουν.
πρίν το τσεκούρι τα θερίσει αφού κανένα
φίλο δεν έχουν οι αλήτες αν γεράσουν.






72

Σαν μάγκας μόνος και σαν ρόμβος
ζαλισμένος
στο περιθώριο ενός δράματος κοινού


μιαν ιστορία ζω παράξενη και όμως
εσυ δε θέλεις τέτοια πράγματα ν' ακούς.


Λόγοι αδιάφοροι και αδιέξοδοι μου
οι τρόποι
μια τόση απόσταση' είσαι εσύ χωρίς φωνή!


Καπνίζεις μόνη ξεφυσώντας στην οθόνη
καπνού παράσιτα από κούτσουρο κορμί.




Ζάρι που πέφτει σαν αστέρι
ζαλισμένο
έρημο τρένο σαν μνημείο του καιρού


γυρίζουν όλα μα γυρίζει και το κέντρο
ζώντας σε κύκλους τη συνήθεια του χαμού.


Σαν μάγκας μόνος και σαν ρόμβος ....

73
ευχαριστώ για τα σχόλια και που ασχοληθήκατε με κάτι τόσο απλό...

74
Σαν μαθητής που περασε αιώνες στα θρανία
και μαχητής που γέρασε διαβάζοντας βιβλία
αμήχανα του δρόμου μου ακούω τον κανόνα
στην έξω μου ανεμελιά, τον μέσα μου αγώνα.

Μιας μοίρας νιώθω κύματα, ενός χορού τις σβούρες
μουγγοί στέκουν ορίζοντες βουβές ανεμοδούρες
πορεία διχως σχέδιο και πως να στο εξηγήσω
ζωή χωρίς κατεύθυνση δε ξέρω πως να ζήσω.

Δευτέρα το παράπονο με πιάνει και δακρύζω
κορμί διχώς εσώψυχα και άνεμος ζυγίζω
Τετάρτη πάλι τ' όραμα αγγίζω μπερδεμένος
σε χάους τυπολόγιο τα υπόριζα χαμένος.

Σαν φύλλο νιώθω κίτρινο που πήρεν ο αέρας
και σαν σκοπός αδέξιος μιας ξύλινης φλογέρας
του μέλλοντος αινίγματα, διατάγματα της Τύχης
οι στόχοι που ξεχάστηκαν και δε θα τους πετύχεις.

Σαν ζάρι τώρα τριγυρνώ σε αβέβαια πεδία
στοιχήματα παράνομα που λύνονται με βία
όσα χαθήκαν στην σιωπή και όσα περιμένω
στης Τύχης πάλι θα με βρούν τα χέρια αφημένο.

75
Σαν του χειμώνα τις μέρες μετρώ
τα χρόνια που στέκουν μπροστά περιμένω
μιας κρίσης παγκόσμιας το ήθος φορώ
ομόνοια και πάλι δεν φάνηκε τρένο.

Σε μιαν άδεια Αθήνα τυφλά ακροβατώ
τιμές παζαρεύω και σκεφτομαι "ωραια!
δεν ξέρω που πάω μα εγώ προχωρώ"
μια τρύπια ηρώων πεσμένη σημαία.

Οι επαναστάσεις αργήσαν να 'ρθούν
ο λόγος στην μέση κι αυτός σαστισμένος
οι ρήτορες λέξη δεν βρήκαν να πουν
φυσάει ο αέρας βαρύς, μολυσμένος.

<Ρ>

Σκορπίζουν οι φίλοι μου σε όλη την γή
πατρίδα δεν βρίσκω, ιδέα να αφήσω
κι αν μεσα μου τρέμω δεν έχω ψυχή
κορίτσι που κλαίει ξανά ν' αγαπήσω.

Μαζί προχωράμε κι ας ζούμε αλλού
μια Αθήνα στην πλάτη κι οι δυο φορτωμένοι
δεν ξέρω αν θυμάσαι μα ήμουν παντού
και ζούσα σαν νόμο τον δρόμο που μένει.

Μιάς ήττας καινούριας την αποδοχή
με χάπια κοιμάμαι στο ζάπινγκ το ρίχνω
κι αυτή την μοντέρνα που λεν εποχή
σαν όλους που βλέπω και πέσαν θα γίνω.

<Ρ>

Μιας πόλης καμένης στοιχειό είμαι κι εγώ
μια τύψη που βάφει τους τοίχους με αίμα
το χέρι σου απλώνει ανάξιο, δειλό
κορμί στην σιωπή στην φυγή και στο ψέμα.

Σωπάστε καλοί μου, περάσαν αυτά
ποιός τάχα θυμάται ανθρώπους καμένους
πορείες κι εκείνη με μάτια κλειστά
η δίκη προβάρει δυό ρόλους στημένους.

Ομόνοια, Αθήνα τσιμέντο καπνός
τα φρένα σφυρίζουν δεν φάνηκε τρένο
τα χρόνια περνάνε κι εγώ μοναχός
φοβάμαι πεινάω κι εδώ πάντα μένω.

<Ρ>

Σε πήραν οι ανέμοι, σε πήραν μακριά
σε πήρεν που αέρας φυσάει μολυσμένος
σε κάποιο δωμάτιο μικρό πιο μακριά
σε κάποια άλλη γή και σε όλα σου ξένος.

Σε πήραν οι ανέμοι, σε πήραν μακριά
σε πήρεν που αέρας φυσάει μολυσμένος
σε κάποιο δωμάτιο μικρό πιο μακριά
σε κάποια άλλη γή και σε όλα σου ξένος.

Σε πήραν οι ανέμοι, σε πήραν μακριά
σε πήρεν που αέρας φυσάει μολυσμένος
σε κάποιο δωμάτιο μικρό πιο μακριά
σε κάποια άλλη γή και σε όλα σου ξένος.


Ρ:
Το μόνο που μένει είναι μιας μηχανής
η λύση να φέρει πριν πέσει η κουρτίνα
του σχήματος κάθαρση να 'ναι επι γης
ειρήνη κι μόνο φωτιά στην Αθήνα

Και λόγια χαμένα να μένουν νεκρά
του Κόσμου οι ιδέες σαν ψέμα στον χρόνο
του Αιγαία ν' ανοιξουν στα δυό τα νερά
και μέσα στην λήθη να σβήσουν τον πόνο.


υ.γ σορρυ για το συνεχές ποστάρισμα των 2 τελευταιων ημερων. bye

Σελίδες: 1 2 [3] 4 5 6 ... 22