Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Θέματα - kxkn48

Σελίδες: [1]
1
Οι αναμνήσεις οι παλιές
δε μπαίνουν σε τεφτέρια,
είναι στου νου τη σκοτεινιά
κρυμμένες σε λημέρια.
**********
Σαν τους παράνομους κρυφά
κουρνιάζουν στο μυαλό μου,
κάθε που πέφτει η νυχτιά
κλέβουν το λογικό μου.
**********
Ζωή σκληρή χέρια σκληρά
κρατούν το μερτικό μου
κ’ ένα χαμόγελο πικρό
σκιάζει τον ουρανό μου.
**********
Στιγμές καλές και φωτεινές
που τώρα πια δε ζούνε,
στιγμές πικρές και δύσκολες
που σήμερα πονούνε.
**********
Αλλοτινές μου θύμισες
γιατί με τριγυρνάτε,
με νύχια που μεγάλωσαν
καρδιές να γρατζουνάτε.
**********
Οι αναμνήσεις οι παλιές
πονάνε σα θα ρθούνε.
Άστες στου νου την καταχνιά
να πάνε να χαθούνε. .  !
 ::)

2
Ζωγράφισέ μου ουρανό
γαλάζια θάλασσα ν’ αφρίζει,
ρίξε καράβι στο γιαλό
καμάρωσέτο ν’ αρμενίζει.
**********
Ζωγράφισέ μου γερανό
πάνω ψηλά να φτερουγίζει,
βάρκα στο μώλο τον παλιό
γέρο βαρκάρη να πλευρίζει.
**********
Ζωγράφισέ μου μια φωλιά
τον κυνηγό να βηματίζει,
κρύα πηγή μεσ’ το βουνό
το μονοπάτι να ξακρίζει.
**********
Ζωγράφισέ μου μι’ αμμουδιά
μια φοινικιά να τη δροσίζει,
βγάλε μια βάρκα στη στεριά
κύμα γλυκά να μουρμουρίζει.
**********
Ζωγράφισε μι’ ανατολή
και γκρίζο φως να τη στολίζει,
βγάλε στο δρόμο ένα παιδί
βάλτο στο χώμα να σκαλίζει.
**********
Δώσε στο χρώμα σου φωτιά
το δειλινό να ζωγραφίζει,
δώσε στον ήλιο μια σπρωξιά
κ’ άσε τη νύχτα να σ’ αγγίζει. .  !

3
Όταν μόνα τα λόγια κυλάνε
για παλιές ιστορίες μιλάνε.
Το κρασί λύνει γλώσσες που λένε
ότι κάνει φαντασίες να καίνε.
**********
Γύρω πρόσωπα π’ ο χρόνος χαράξει
κ’ ότι έγινε παραμύθι φαντάζει.
Ο καπνός που τα φώτα θολώνει
γκρίζο όνειρo καρδιά να ματώνει.
**********
Είναι άνθρωποι που νοιώθουνε μόνοι,
είν’ εκείνοι που ο πόνος πληγώνει.
Είναι κάποιοι που με πάθος μιλάνε
και τα πίνουν γιατί λέει ξεχνάνε.
**********
Όλ’ οι δρόμοι εκεί οδηγάνε
κάθε βράδυ ελπίδες τρυγάνε,
όλοι γύρω για κάτι μιλάνε
κ’ οι καημοί τραγουδούν και γελάνε.
**********
Καπηλειό γειτονιάς ξεχασμένο
στο πλακόστρωτο δίπλα στημένο.
Κάποιος ήρθε και σήμερα πάλι,
κυρτοί ώμοι, σκυφτό το κεφάλι. . !

4
Ξημέρωμα χθές και περπατούσα
στις γκρίζες τις σκιές κρυφομιλούσα.
Ο ήλιος σαν ξεπρόβαλ’ απορούσα,
που πήγαν οι σκιές π’ ακολουθούσα.
**********
Θεέ μου θα θελα να μάθω
ακόμα τι μου μένει για να πάθω;
Πως έφτιαξες τον κόσμο σου Θεέ μου;
Που έκρυψες τους φίλους μου; Για πε μου.
**********
Μου έκρυψες το όνειρο που ζούσα
και μέρα μα και νύχτα το ζητούσα.
Μου πήρες το χαμόγελ’ απ’ τα χείλη
και μ’ άφησες σβησμένο το καντήλι.
**********
Δε μ’ άνοιξες την πόρτα που χτυπούσα
και πάγωσα στους δρόμους που γυρνούσα.
Το ξέχασες πως μ’ έφτιαξε μια μάνα,
δε μ’ άφησες ν’ ακούσω την καμπάνα.
**********
Που ήσουνα Θεέ μου σα βογκούσα,
σαν έκλαιγα και γύρω σε ζητούσα ;
Με ξέχασες ΜΕΓΑΛΕ και ρωτούσα,
τι έγινε ΕΚΕΙΝΟΣ  π’ αγαπούσα ;

5
Τι έγινε και χάθηκαν
όλα τα όνειρά μας,
ποιος γκρέμισ’ ότι χτίσαμε
από τα παιδικά μας.
**********
Τα όνειρα που θα ‘ταν
νόημα στη ζωή μας,
όνειρα που στη σκέψη τους
φτερούγιζ’ η ψυχή μας.
**********
Χαμόγελα που θ’ άνθιζαν
μαζί με τη χαρά μας,
ζωή που θα τη ζούσαμε
μόνο στα όνειρά μας.
**********
Ποιος ήταν που ξημέρωσε
τη φωτεινή νυχτιά μας
και τ’ όνειρο ξεστράτισε
από την αγκαλιά μας.
**********
Τι έγινε και χάθηκαν
όλα τα όνειρά μας,
ποιος τόλμησε και έκλεψε
κομμάτι απ’ την καρδιά μας . !

6
Σκεπτόμουνα πως ήμουνα
πάνω σε μια φρεγάτα,
της θάλασσας τα όνειρα
τ’ αρμένιζα φευγάτα.

**********

Σκεπτόμουνα πως έφτανα
σε άγνωστ’ ακρογιάλια,
ίδρων’ απ’ τον  ήλιο τους,
ένοιωθα μαϊστράλια.

**********

Σκεπτόμουνα πως έπαιζα
μια νύχτα με τ’ αστέρια
και το φεγγάρι κόλλησα
σ’ όλα τα μεσημέρια.

**********

Σκεπτόμουνα και χάθηκα
σ’ όνειρο αγαπημένο
καθώς χειμώνας ήτανε,
τοπίο χιονισμένο. . !

7
Κάποιοι αποφασίσανε
χωρίς να με ρωτήσουν,
στα γρήγορα και πρόχειρα
ζωή να μου χαρίσουν.

**********

Κ’ αφού μου την εδώσανε
με μάθαν ν’ ανασαίνω,
μου δείξανε να ντύνομαι,
να τρώω, να σωπαίνω.

**********

Έτσι αφού μου φτιάξανε
τη φυσιογνωμία,
με βάλαν μ’ ένα σπρώξιμο
μέσα στην κοινωνία.

**********

Άλλο καλούπωμα εδώ
μια γκρίζα ιστορία.
Εδώ το ψέμα είν’ αρετή,
μόδα η υποκρισία.
Μ’ εφόδια λοιπόν απλά
με γνώση και ιδέες
με μάθανε πως θα τις δω
τις άσχημες ωραίες.

**********

Γεμίζει η σκέψη μου ξανά
με μια μελαγχολία,
όσο με πείθουν πως θα ζω
σε μια φτηνολογία.

**********

Όσο του νου η ομορφιά
σκορπάει τη φοβία,
τόσο τα φώτα κλείνουνε
να κρύψουν την κακία.

**********

Αν ξαναγεννηθώ λοιπόν
δε θάταν ουτοπία,
αν αποφάσιζα να ζω
σε άλλη κοινωνία. . !

8
Όσο κ’αν πάω στα παλιά
στον κόσμο που θυμάμαι,
πάντα νομίζω ήθελα
αλλού, αλλιώς ή άλλος νάμαι.
**********
Ήθελα νάμουν αετός
να σκίζω τον αέρα,
γρήγορος σαν τον άνεμο,
να μη με φτάνει σφαίρα.
**********
Ήθελα νάμουνα αλλού
πάνω σ’άλλον πλανήτη,
να κάνω βόλτα μια φορά
πάνω σ’ ένα κομήτη.
**********
Ήθελα νάμουνα σοφός
να ξέρω τι δεν έχω,
τι να την κάνω τη ζωή
όταν δεν την αντέχω.
**********
Ήθελα νάμαι κύριος
σαν ήμουνα μικράκι
ενώ όταν μεγάλωσα,
το έπαιζα παιδάκι.
**********
Ήθελα κάπως να περνώ
αλλού τα καλοκαίρια
κοντά στη φύση, το νερό,
τον ήλιο και τ’ αστέρια.
**********
Ήθελα κάποτε και γω
να ζήσω ένα χειμώνα,
χωρίς το άγχος της δουλειάς
στα παγωμένα χιόνια.
**********
Ήθελα τάχα να μπορώ
να πάρω ή να δώσω,
από τα δώρα της ζωής
χωρίς να το πληρώσω.
**********
Ήθελα κάποτε και γω
να κάνω ότι θέλω,
να μη με βάζουν σε κουτί
από ψηλό καπέλο.
**********
Ήθελα νάμαι διάβολος
μη μ’ έχουνε της πλάκας,
αν και θεός να ήμουνα
δε θάμουνα και βλάκας.
**********
Τέλος, να ήμουνα χαζός,
να μην καταλαβαίνω,
ότι τα δώρα της ζωής
ήταν σε άλλο τρένο. . !

Σελίδες: [1]