Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Θέματα - Ιερακόμορφος

Σελίδες: [1]
1
Σκουριασμένες ιδέες
λασπωμένα βήματα
Οι ήχοι κούφιοι ,
χωρίς λογική
Ρυθμός ,άρρυθμος
Σκοπός μόνο για κλάματα
Σκουριασμένες αλυσίδες
Σκλάβοι ζωής
Ζωής που πέθανε πριν γεννηθεί
Κι εσύ θεατής ,
εσύ ακροατής,
εσύ μόνο εσύ
Κρεμασμένες ελπίδες
Κουδούνια,
δεμένα στο λαιμό
Ελπίζεις αλλά ,
ακόμα δεν γνωρίζεις
Αμνός προς τη σφαγή πηγαίνεις
Και μένεις
ατάραχος στη κορυφή
Με το κουδούνισμα
να σε νταντεύει
Κι η αλυσίδα σέρνετε
και σε πηγαίνει
Αμνός προς τη σφαγή σου
Εσύ θεατή ,
εσύ ακροατή
Εσύ μόνο εσυ
αμέτοχος κοιτάζεις το αίμα
Το αίμα που χύνεται ,
είναι του αδερφού σου
Το δάκρυ αμνέ δε στέγνωσε,
είναι εκεί μέσα
Πνιγμένο από την ντροπή
Κι ο αδερφος σου
Χάθηκε
Κι εσυ θεατής
Εσύ ακροατής
Περιμένεις γονυπετής
Να ρθει κι δική σου
Δική σου σειρά
Ζωή που πέθανε πριν γεννηθεί
Ζωή ανοιχτή πληγή
Δοσμένη από πρίν στο θάνατο
Τρέχει  κι εσύ?
Εσύ θεατής
Εσύ ακροατής
Χτυπας την αλυσίδα
Και θαρρείς
Πως θα ρθει η ανάσταση
Ανάβοντας κερί…


2
Μέσα στο κυκλώνα της ζωής
Ψάχνεις κάπου να πιαστείς
Άγκυρα να ρίξεις
λιμάνι να σταθείς.
Μα είναι μάταιο πολύ
Μόνος μέσα στη βροχή
Τα μάτια μένουν νε κλειστά
Την πόρτα κανένας δεν χτυπά
Κι είναι μεγάλη η μοναξιά
Είναι μεγάλη και πονά

Ανεμοδαρμένα ύψη
Ψυχή μέσα στη ψύξη
Κυκλώνας κύκλωσε και κλείνει
Γραμμή παράλληλη δεν είναι
Ίδια στην αρχή
στο τέλος ίδια μένει
γραμμή τρένου κομμένη?,
διακεκομμένη?
μα πάντα ενωμένη?
άξιο απορίας
ανάξιο λόγου θεωρείς
και απορείς
τι στο τέλος
θα σε περιμένει

Μια ζωή μες στον κυκλώνα
γεννημένη
Τρέχει και λυσσομανά
Στου ανέμου την οργή
Πάντα αφημένη
Και μια ψυχή
Γεννιέται και πεθαίνει
Κι  η αγάπη μένει
στο ράφι απούλητη
Και περιμένει
Μα είναι μάταιο
 στην πείνα του σήμερα
στα αζήτητα είναι
αφημένη.

Και συ βάζεις ταμπέλα
Σήμερα δίνεται δωρεάν
Χωρίς αντίτιμο
Σταλαγματιές αγάπης
Μα αόρατος σαν την πνοή
Του λυσσασμένου αέρα
Κανείς δεν βλέπει
Πως εσύ έβαλες
 Ταμπέλα...

3
Σκοτεινά σοκάκια
Μετρώ τα βήματα ,
τα χέρια απλωμένα
τα φώτα όλα σβησμένα
Σβησμένο αποτύπωμα
σε διάφανο χαρτί
Ποτισμένοι δρόμοι,
στενά σοκάκια
κρυμμένα στο σκοτάδι

Τρέμουν τα δάχτυλα
σαν ακουμπούν
Τον τοίχο
που χουν οδηγό
Θεέ μου
που θα με βγάλει
ετούτο το στενό
Το φως έσβησε ,
τα χνώτα κρύφτηκαν 
στο βράδυ
Ο ήχος  τρίζοντας
βαδίζει πίσω μου

Τρέμουν τα γόνατα
σαν σπάει το χαλίκι
Αρχίζει να τρέχει ιδρώτας
κρύος που σε πιάνει
Μπροστά μου τ άγνωστο
κι εκεί φως δεν έχει
Που πάω,
που βαδίζω ,
σκοτεινό σοκάκι

Δίπλα το μυαλό
φτιάχνει το χάρτη,
ζωγραφίζει
Χορεύει
με τους ήχους
Της μοναδικής
 ηχητικής παρέας
Τρελή συμφωνία,
μιας τρελής καρδιάς
Επιλογές  ,
η επιλογή
Αραχνιασμένη λογική
Αλήθεια το φως
ψέμα τυφλός,
Σκέψεις άναρχες βουβές
Δε τολμώ.
Η φλόγα δίχως φως
 φουντώνει
Βαριά ανασαίνω
Πνίγομαι
Δεν ανασαίνω
Δεν βλέπω
Δε βλέπω
ούτε τον θάνατο μου
Σκοτεινό σοκάκι η επιλογή μου
Φωνή βοώντος εν τη ερήμω
Νιώθω την πτώση
Έκρηξη υγρών συναισθημάτων
Ακόμα η σκέψη δε θέλει
Τον θάνατο απαρνιέται
Πέφτω
Πέφτω και ξυπνάω
Ακόμα μια διαδρομή
Σε σκοτεινά σοκάκια
Ακόμα μια νύχτα πέρασε
Κι εγώ
Πεσμένος μπρούμυτα
Ανοίγω τα μάτια
Και βλέπω
βλέπω το χρώμα του δαπέδου
Πάλι δεν απέθανα
Ζω
Σε σκοτεινά σοκάκια

Άραγε η μέρα γιατί αργεί?


4
χρονια που περασαν ,
χρονια που ζω
τις τρυπες θυμηθηκα
κλειστες εδώ και  καιρό
τις τρύπες που χαραξα
βαθια στο μυαλό
μολυβι ξυμένο
μα λείπω εγω
και τρέχω
ξανα και ξανά
να γράψω για κεινο
που ακόμα πονά
χρόνια που πέρασαν
και εφτασα εδω
το ενα το πόδι ριγμένο
μισώ το κενό
μισώ
που βλέπω τα πάντα
χωρίς να σταθώ
κι εχω το σώμα πεσμένο
θαρρώ
να βλέπει το κόσμο
μες στο θυμό
κι η τρύπα δεν κλεινει
γελάστηκα ενώ
την ειχα κλεισμένη
βαθιά μες το μυαλό
αυτή ανοίγει και βγάζει
ρυθμό

χρόνια που πέρασαν
χρόνια που ζω
το πρόβλημα αραγε
το χω εγώ?
μες στην καρδιά
μου τα φύλα ξερά
μαράθηκαν όλα
πήραν φωτιά
κι ειναι το σπίρτο αναμένο
στο χέρι κρατώ
μπαρούτι μυρίζει
και γω κλεισμένος
στου μυαλού
το μοναχικό κελί.
τα μάτια στο τέλος γυρίζω
να δω
τις τρύπες
που τρέχουν
λέξεις που λένε
πως φταίω εγω.

5

Η αλήθεια είναι ψέμα


Κοίτα απ΄ το παράθυρο και πες μου
 έξω τι βλέπεις
Μέρα φαίνεται θαρρείς μα μέσα
βράδυ έχεις.
Ψάχνεις στο σύστημα να βρεις
το δίκιο που χεις χάσει
Και πέρασαν τα χρόνια σου
κι εκει δεν εχεις ψάξει
Εξω από το παράθυρο
πληγή γεμάτη αίμα
Μη ζεις στο Όνειρο ξανά
 η αλήθεια είναι ψέμα
το χρώμα μου
 το χώμα έχει βάψει.
Την νύχτα  η μέρα
εχει ξεθάψει
Κι εγω σου γράφω
στο τοίχο με το αίμα
Ξυπνα μικρε
η αληθεια είναι ψέμα 


6

Μια αγκαλιά ζωής στο σώμα σου αφήνω
Μια αγκαλιά φιλιά αγάπης μες στη καρδιά  σου δίνω
Μια κούπα δάκρυα από τα βάθη του μυαλού μου χύνω
Να πιεις να ξεδιψάσεις
Και συ μου λές  μανούλα ‘’δε μου φτάνεις’’
Γιατί? Γιατί, αγάπη μου γλυκιά τι σου χω κάνει?
Όλα για σένα μάτια μου μες στη ζωή δοσμένα
Όλα μες στη ζωής τα τρίπτυχα , με της ψυχής το αίμα
με όρκους είναι τα σήμερα τα αύριο για σε δοσμένα
Κι εσύ μου λές ‘’ δε μου φτάνεις’’,
Στα μάτια σου μπαίνω για να δώ
Τι έχεις εκεί κρυμμένα
Μες στο λαβύρινθο γυρνώ, δρόμους χωρίς σημάδια
Διέξοδο γυρεύω που ζητάς
Μα τα σοκάκια άδεια
Κι όλο μου λες μανούλα δε μου φτάνεις
Ξέρω πως είναι η μέρα για σένανε μικρή
Και οι στιγμές μόρια τ΄ ανέμου
Ξέρω πως για σενανε  ,δε φταις
Που νιώθεις τόσο μόνη
Μα τι να σου κάνω κι εγώ
Ζωή μονάχη περπατώ ζωή δίχως τιμόνι
Πιάνω τα σίδερα λυγώ  ,κορμί έχω για αμόνι
Χτυπάν τα κύματα κι εγώ σου γίνομαι λιμάνι
Για τι αγάπη μου μικρή μου λές μανούλα ‘’δε μου φτάνεις’’
Μη παίζεις με τα λόγια σου μικρή μου ανεμώνη
Μες στου χειμώνα της ζωής
Δε θέλω να σαι μόνη
Για σένανε  έστησα χορό με του θεού τα αστέρια
Για σενανε έφτιαξα ουρανό με τα δικά μου χέρια
Γαλάζιο χρώμα έριξα, κίτρινο τον ήλιο έχω βάψει
Για σένα στο υπνο μου τον πόνο έχω κάψει
Για να μην βλέπεις γύρω σου μέρες τρελές
Μέρες δυστυχισμένες
Όλες για σένα οι στιγμές να είναι ευτυχισμένες.
Κι εσύ αθώα μου ψυχή, γεμάτη από αγάπη
Δίχως να ξέρεις πως πονά
 μου λες μανούλα ‘’δε μου φτάνεις’’
Κι όμως στα αφτί σου ψιθυρίζω
Λόγια αγάπης μητρικής
Μόνη δε θα σ’ αφήσω
Κι οσο μου λές μανούλα  δε μου φτάνεις
Τόσο μ αγάπη  θα χτυπώ
Τους ήχους εσυ να πιάνεις.

7
Έλα πες  κι εσύ , απόψε τι να γράψουμε,
μπερδεμένα λόγια , σκέψεων γίνεται τριβή
Με κρασί ποτισμένα ,της ζωής, ευχολόγια
μέθυσε απόψε  η μέρα κι έγινε ο πόλεμος γιορτή
Μεθυσμένοι κι δυό δίχως δίδακτρα
δίχως άστρα , γράμματα μένουν κενά
στέκουν τα λόγια μετέωρα
 και το σώμα λυγάει , πονά


Ψάχνει το αίμα τα σύμβολα
του κορμιού μας φτιάχνει τα είδωλα
ιστορία να γράψει ξανά και ξανά.
Του κόσμου τα ικριώματα
στα σάπια πατά τα πατώματα
κι η καρδιά τραγουδώντας εκεί ξεψυχά


Έλα στο κόκκινο χρώμα να βάψουμε
τις μέρες που περνούν ,να κλάψουμε
ζωγραφισμένες λέξεις ,που πετάξαμε
και χαράξαν κορμιά στο χαρτί
Κι η βροχή που το δάκρυ ξέσπασε
σαν την μπόρα επάνω στο σώμα, έσπασε
τρέμει η ανάσα  μόνη στη νύχτα σαν έμεινε
κι όλα γύρω φτιάχνουν σιωπή


Έλα  κι οι δυό να κοιτάξουμε
τους τόνους και τα σύμφωνα
μπερδεμένες εικόνες και σύμβολα
στις λέξεις να μπεί μια σειρά.
Στο ρυθμό της ζωής να πατάξουμε
Εκεί μέσα τη λύπη να θάψουμε
Να βρούμε επιτέλους χαρά.


Του χρόνου τα καμώματα
να στείλουμε στο πυρ το εξώτερο
Κι είναι αυτό που πονάει πιότερο
είναι αυτός  ο εχθρός, το χειρότερο
Που αφήνει το δείκτη να τρέχει τρελά.
Και εμείς κοιτάμε την μέρα να χάνεται
Η ψυχή σταματά κάπου πιάνεται
μαζί κι κανόνας φτιάχνει σκοπό.
Στέκω μπροστά σου κι απέναντι
Σου φωνάζω, ζητώ κάτι έναντι
κι η ζωή γυρνά της τύχης τροχό.


Στον σταθμό της σιγής τον σκεπάσαμε
Με χιονισμένες ιδέες ,κρύες , μουντές
το μυαλό έξω γυμνό το  ξεχάσαμε
Έπηξε  ,πάγωσε, έμεινε κρυστάλλου χρώμα λευκό.
Κι είναι αυτό που μας έφτιαξε
Κι όλο απέναντι απορούμε τι έφταιξε
που ζωή στη μούρη τη πόρτα έκλεισε
κι είναι αυτό που μας έμεινε
Τα χέρια αριστερά δεξιά να σηκώνουμε
Σαν χήρες που κλαίν τον νεκρό.



8
εκανα το θεατρίνο ,δε με κατάλαβε κανείς
τρικ με δυο μπουκάλια πλαστικά ,
μεσα κλεισμένοι ολοι εμεις
Ενα  χερι δυο φυτίλια
στο μπαμ εσυ θ ακουστείς
Ειναι η οργη  μας μια βόμβα ,
είναι μπουκάλι που χει πυρετό
ήρθε η η ωρα που θα σκάσει
θα πνίξει αυτόν το θείο π άγαπώ

Εκανα το θεατρίνο σε μια κενή σκηνή
σκιά ο ρόλος που χω πάρει
σκια μορφής πολύ φθηνή
Καμπούρα εβαλα στη πλάτη
τη μύτη έφτιαξα μεγάλη
το ενα χερι ειναι μακρί
το αλλο χω κοντό
Κάποιοι με ειπαν Καραγκιόζη
μα γω τους εστησα χορό.
Κοιλιές εγκύων εχω πάρει
το σπόρο του χρόνου εχω βάλει
γεννώ απόψε νεο γύρο
καινούργιων νέων μαχητών
Νέα γενιά του Καραγκιόζη
σκιές ακούραστων σκοπών.
Απόψε είμαι θεατρίνος
μα αυριο θα ερθει εκείνος
ο θείος Μπούς από το Ιράκ
Θα πει δικός μου είναι φίλος
θα ανέβει πάνω στη σκηνή
Θα του χαρίσω τότε φίλο
το θέατρο τις σκιές και τη σκηνή
και θα γελάω σαν κουνάει
του Καραγκιόζη τη μεγάλη τη ψ..υχή

9
Ένα πρωί την βόλτα μου πήρα ράτσας βαρβάτης σκύλος
Στο πάρκο περιπάτησα ,παρέα μου ένας ψύλλος
Μόλις που εκάθησα και έξυσα την πλάτη
Αυτός πολύ αγρίεψε ξεσήκωσε τη πλάση

πολύ με πείραξε αυτό, του φώναξα του ψύλλου
δεν είναι πράγματα σωστά ενός καλού μου φίλου
Δεν είναι φίλε μου σωστό μόλις με φαγουρήσεις
Να φέρνεις ξένους στην ουρά ,για να με αφανίσεις

Μα τι είναι τούτα που μου λες μου φώναξε ο ψύλλος
Πως γίνεται μες την ζωή σκύλο να έχω φίλο?
Εγώ γεννήθηκα για να ρουφάω αίμα.
Έτσι με θέλει η ζωή αυτό δεν είναι ψέμα.

Τέλος των πάντων κολλητέ ,έλα για να τα πούμε
Άκρη να βρούμε λογική, ανακωχή να ζούμε
Να βάλουμε τα πράγματα σε νέα να ναι βάση
Σκύλος και ψύλλος να ναι μαζί ,κανένας δε θα χάσει

Ο ψύλλος δε ψυλλιάστηκε στα λόγια τι ειν κρυμμένο
Κι έτσι από τη πλάτη του κατέβηκε μπροστά του
Και πριν προλάβει να του πει ,τι και πως δικές μου
Ο σκύλος  του για κοίτα δές πως είναι οι οπλές μου

Αυτό δεν το σχεδίασε ο ψύλλος ο καημένος
Πως θα αντιμετώπιζε της μοίρας το γραμμένο
Σαν είδε το πάτο του ποδιού, του σκύλου σηκωμένο
Αμέσως είδε το τέλος του μες τις οπλές θαμμένο.

Οι άλλοι ψύλλοι είδαν τα πάθη του δικού τους
Κι όλοι μαζί μαζεύτηκαν στη μέση του χωριού τους
Όρκο βαρύ  κι ασήκωτο πήρανε ,στη μνήμη ενός φίλου
Ξανά να μην πιστέψουνε τα λόγια ενός σκύλου.

Κι ετσι φίλοι μου καλή τελείωσε η βόλτα
ο σκύλος αναπαύτηκε στ αφεντικού τη πόρτα
Μα δεν το κατάλαβε καλά αυτό που είχε κάνει
Κι έτσι στη πλάτη του ξανά μέγα φαγούρα πιάνει.

10

Με μια χαλκού την ζυγαριά ,δρόμους στενούς διαβαίνω
Περνώ σοκάκια σκοτεινά ,με δυο κεριά τα φέγγω

Χτυπά η αλυσίδα απ το ζυγό στο χώμα που τις σέρνω
Ανησυχούν οι γείτονες, τι κουβαλώ ,τι φέρνω

Δυο σκύλοι ανυπόμονοι ,λυσσάνε και γαβγίζουν
Μα την πραμάτεια να πουλώ δε φτάνει να εμποδίζουν

Κει  δίπλα αργά  τοποθετώ τα χάλκινα τα ζύγια
Και την κασέλα μου  πετώ στην πλάση την επίγεια

φέγγει το άσπρο που κρατώ απ του κεριού τη φλόγα
στήνω ομπρέλα του καιρού να μην με πιάσει η μπόρα

Βάραινε ο ώμος  απ το κακό που κουβαλώ στη πλάτη
ενέσεις ,κρακ, κόκα ,χασίς, λεμόνι , κουταλάκι

Μα ραντεβού έχω κλειστά στο κάτω το σοκάκι
τα φακελάκια σφραγιστά πηδούνε στο τασάκι

Περπάτησα ,κουράστηκα είπα να ξαποστάσω
Σε σκαλοπάτι μάρμαρου πατώ τον φόβο να ξεβράσω

Μιας γάτας στριφογύρισμα ,τραγούδι που πεινάει
κι ζυγαριά μου σήμερα θάνατο αργό πουλάει

Η σόλα απ το περπάτημα κόλλησε στη λάσπη
Λάσπη γίνηκαν κι ψυχές στο σκοτεινό σοκάκι

Μα φτάνει το ξημέρωμα κι ο ήλιος ανεβαίνει
Η πολιτεία γέμισε φωνές  κι η  ζυγαριά στημένη

Κι αν ήρθε το ξημέρωμα , κι ο ήλιος ανεβαίνει
Για πάντα θα ναι η ψυχή στη λάσπη κολλημένη

Κι ας ήρθα εγώ ,κι ας έφυγα κανείς χαμπάρι πήρε
Γιατί αργά σα περπατώ, εσύ τη πλάτη γείρε

Αφού εσένα δεν χτυπώ καμπάνα να ξυπνήσεις
Ασε εκει το διπλανό να σβήνει αναμνήσεις

Κι εσένα που σε ενόχλησα με τι δουλειά ασχολούμαι
Πραματευτής ,
Εγώ με την πραμάτεια μου ,
Τον Θάνατο πουλούμε.

11
Βαρέθηκα τα αλοίμονα
τα λόγια τα μεγάλα
αυτά είναι που ξινίσανε,
είναι ληγμένο γάλα

Βαρέθηκα να λέω εγώ,
 εγώ κανένας άλλος
αχ! δε βαριέσαι αδερφέ
 ο κόσμος είναι μεγάλος

Βαρέθηκα να΄μαι υπεύθυνος
σκατά που είναι όλα
εγώ ποτέ δεν ντρέπομαι
και δε με πιάνει η μπόρα

Βαρέθηκα ,τρέξε αποδώ ,
τρέξε και παραπέρα
σφίγγει η ζωή μου , από χαρά
 και μολυσμένο αέρα

Βαρέθηκα να λες εσύ
πως τα παιδιά πεινούνε
Δε φταίω εγώ αλλά Αυτοί ,
αυτοί που τα γεννούνε.

Βαρέθηκα τα ηθικής,
 της λογικής τα πρέπει
Δεν φταίω εγώ που η ματιά
 κάνει πως δε τα βλέπει

Βαρέθηκα λογής, λογής
παράξενα του κόσμου
Εικόνες γέννημα τρελού ,
θέατρο παραλόγου

Βαρέθηκα να λέω εγώ,
εγώ τα κάνω όλα
Εγώ κανείς κοντά ,
εγώ φταίω για όλα


12
Μην γυρνάς την πλάτη,
Το κεφάλι σου σαν δείς μην το γυρνάς
Κοίταξε δες ,πως δίπλα σου περνάνε
Παιδιά μιας νεότερης γενιάς
Παιδιά ανήθικων καιρών
Μέσα στο βούρκο γεννημένα
Αδίστακτων ,αλύπητων εχθρών

Μην γυρνάς τη πλάτη
Το κεφάλι σταμάτα να κουνάς
Ανάμεσα σε εκείνα που τα φτύνεις
Είν τα δικά σου τα παιδιά,μη τα πουλάς
κι ας ξέχασε μια μέρα η ζωή να τους ανοίξει
Την πόρτα της ελπίδας ,της στερνής

Μην γυρνάς την πλάτη
Σκύψε κι κάτω και θα δείς
Θάνατο ,τρέχει στα χέρια των παιδιών σου
Ζωσμένα σε ενέσεις ενοχών
Παρείσακτοι οι νέοι οι δικοί σου
Που σμπρωξες  υγρό ναρκωτικών..

13
Έλα απόψε  που αρχίζει ένας μύθος
Συνοδεία της καρδιάς μου ο χτύπος
Ελα κάτσε εδώ που φωνάζω
Μην μ αφήνεις μονάχο τρομάζω

Τη στιγμή που στη μνήμη σε φέρνω
Τις αναμνήσεις του χθες περιμένω
Φωνή απ το στόμα μου βγαίνει
 ένα σώμα απ το κρύο που τρέμει

Ελα απόψε να δεις την καρδιά μου
Σαν τυφώνας χτυπά τ όνειρα μου
Ελα απόψε και πιάσε το χτύπο
Σαν κυκλώνας χτυπάει το μύθο

Με τραβάει στου χρόνου τη λήθη
Κι  η αγάπη απόψε μου λείπει
Φτάνει η ώρα αυτή που κουρνιάζω
η στιγμή που ξανά σου φωνάζω

Ελα απόψε και πιάσε τις σκέψεις
σε λαβύρινθο πέφτουν και τρέχεις
Ελα απόψε και γίνε κουβάρι
Της αγάπης να γίνεις πιθάρι

Να κυλήσω να πέσω κι κάτω
Της αλήθειας να πιάσω το πάτο
Τη ζωή να τη βλέπω στα μάτια
Της ψυχής να μαζέψω κομμάτια

Έλα απόψε να γίνουμε  ένα
Κι όσα χρόνια πήγαν χαμένα
Να μαζέψω σταγόνα σταγόνα
Τα όνειρα μου μην μείνουνε μόνα

 Να χουν εσένα ξανά συντροφιά τους
Στην αγάπη να βρούν την τροχιά τους
Κι όταν θα έρθει  απόψε το τέλος
Απ του ερωτα να ναι το βέλος.


14
Κουρσάρος

Το ένα μάτι έχω κλειστό
Τρεμάμενο το άλλο
Κουρσάρος είμαι της ψυχής
Με χαμηλό καβάλο

Κουρσάρος είμαι ποιητής
Τραγούδια φτιάχνω της ζωής
Λάφυρα παίρνω κεντητά
Όνειρα ανθρώπων μαγικά

Κατακτητής των έρημων νησιών
Των ματωμένων των πληγών
Μοναχικές καρδιές κουρσεύω
Αγάπες ,έρωτες, όλες τις μαζεύω

Κλείνω τα μάτια του μυαλού
Αστο να φύγει να πάει αλλού
Κουρσάρος γίνε ,έλα κι εσυ
Μαζί να φτιάξουμε νησί

Κουρσάρου βγάζω μια φωνή
Έλα να φτιάξουμε νησί
Νησί ακούραστων ψυχών
Παιδιά ανώτερων θεών

Κουρσάρος είμαι ποιητής
Τραγούδια φτιάχνω της ζωής
Λάφυρα παίρνω κεντητά
Όνειρα ανθρώπων μαγικά



15
Ότι κόκκινο υπάρχει…
υπάρχει εδώ
Στην καρδιά, στη ματιά μας
και μες στο μυαλό

Τρέχει στις φλέβες, ποτάμι τρελό
Αρπάζει τις σκέψεις ,τις κάνει βουνό
Τρέχει στους δρόμους, ανεβαίνει κορφές
Κατεβαίνει κοιλάδες, αρπάζει στιγμές
-------------------
Ότι κόκκινο υπάρχει το θέλω εγώ
Ότι κόκκινο υπάρχει το θέλω εδώ
Αριστερά της καρδιάς μου
Αριστερά στο μυαλό.
-------------------
Ότι κόκκινο υπάρχει, να γίνει τροφή
Τα μπράτσα να γιάνει να σκάψει τη γή
Τους σπόρους να σπείρει, της γνώσης το φώς.
Το θέρος σαν έρθει να φάει ο φτωχός.
--------------------
Ότι κόκκινο υπάρχει , να τρέξει εδώ
Το χιόνι να λιώσει ,να γίνει νερό.
Της γης διψασμένοι, να σκύψουν να πιουν
Τον κόσμο ν’ αλλάζει στα μάτια να δουν
--------------------
Ότι κόκκινο υπάρχει αλλάζει τη γή
Την κάνει να μοιάζει ουράνια πηγή
Ότι κόκκινο υπάρχει, υπάρχει εδώ
Στην καρδιά, στη ματιά μας και μες στο μυαλό…
 


16
Aν είναι η αγάπη  ενας κήπος
Θέλω να γίνω κηπουρός
Πρωί σαν έρθει η αυγή να τη ποτίζω
Με τα ψαλίδια της καρδιάς μορφή αιθέρια να ορίζω
Σαν ανθίζει να μαι μπροστά να την μυρίζω

Aν είναι η αγάπη ποταμός
Θέλω να μαι το χαλίκι
Σα θα κυλά μέσα του να με παρασέρνει
Να τρίβομαι στα ορμητικά νερά του
Κι ας είμαι στο αντάμωμα στη λίμνη
Αμμος  ανάλαφρη  απ΄τη τριβή που μένει

Aν είναι η αγάπη στρατηγός
Ας είμαι στρατιώτης του πιστός
Υπόδουλος ας με διατάζει
Κάθε πρωί να αναφέρω
Όρκο στο όνομα του στρατηγού να δένω
και στην ψυχή τον πόνο να υπομένω

Aν είναι η αγάπη ουρανός
Τα άστρα θέλω να μαι
Απ άκρη σ άκρη να τη ζώ
Στην αγκαλιά να χω σφιγμένη
Κι ας είμαι άστρο που ευχή
Κάνουν οι ερωτευμένοι

Aν είναι η αγάπη ζωντανή
Το σώμα της θέλω να μαι
Να ζώ τη μέρα τη στιγμή
Τα νιάτα και τα γηρατειά
Να μαι μωρό άντρας μαζί και γέρος
Κι ο θάνατος θα σα με βρεί
Θα είναι κι αυτός ωραίος.

Aν είναι η αγάπη δώρο λατρευτό
στα χέρια μου θέλω να κρατώ
Σ όλους εσάς να το  χαρίσω
Γιατί δεν είναι κτήμα κανενός
και όρια δεν έχει
Κι αδύναμος σ΄ αυτό εγώ
Σύνορα ν ΄ορίσω
Μέσα από τη ψυχούλα μου
Στα χέρια όλου του κόσμου
Το δώρο αυτό θ αφήσω….

17
Αν περιμένεις της ζωής τα ευχολόγια
Αν περιμένεις ο ήλιος μπράβο να σου πεί
Αν περιμένεις ένα χτύπημα στη πλάτη σου
Αν περιμένεις λόγια χάδια στο κορμί

Τότε αλήθεια παλικάρι μου θα μπλέξεις
Όλα μέσα σου θα τρέξουν να κρυφτούν
Θα φύγουν από σενανε  οι λέξεις
Φτερά θα βγάλει  η μνήμη στο κεφάλι σου
Τα μάτια την αλήθεια δεν θα δουν
Στο ψέμα θα κυλάει ένα δάκρυ σου
Εικόνες πλαστικές θα σ οδηγούν

Γι αυτό σου λέω είναι καλύτερα
Μονάχος να χορεύεις να πηδάς
Γι αυτό σου λέω είναι καλύτερα
Μη σκέφτεσαι τι γράφεις, πως μιλάς
Γι αυτό σου λέω είναι καλύτερα
Στη κολυμπήθρα της αλήθειας να κυλάς
Όταν το  σώμα σου το στόμα και τα όνειρα
Βαφτίζονται με λάδι της φωτιάς
Όταν ασπίδα στης ζωής σου την απλότητα
Με δίχως φανφάρες και  φαυλότητα κρατάς

Τότε ο φόβος αναγνώρισης αγάπη μου
Φούσκα θα γίνει ,θα σκάσει στη στιγμή
Τότε  οι λέξεις βρίσκουνε το  νόημα
Και η ζωή η ίδια ,  σου κάνει την τιμή
Δίπλα της σήμερα θα  αφήσει ένα κάθισμα
Ένα σκαμπό βελούδο σου βαστά
Εκεί απόψε είναι  αγάπη μου η θέση σου
μέρα και νύχτα σου φτιάχνει μαγικά

Το τελευταίο πάντα το καλύτερο
Αφήνω μάτια μου απόψε να σου πώ
Σκύψε στο πλάι  στο στόμα της αλήθειας μου
Να ψιθυρίσω λόγια αγάπης στοργικά
παράμετρο ποίημα  στο σώμα σου  ο έρωτας
Σου γράφει με λόγια ανθρωπιάς
Της καθημερινότητας η αντάρα και τα ψέματα
Να πάψεις επιτέλους να προσκυνάς

Αν περιμένεις της ζωής τα ευχολόγια
Αν περιμένεις ο ήλιος μπράβο να σου πεί
Τότε λυπάμαι για όσα σου γραψα
Λυπάμαι που θα  ΄ρθει το πρωί……

18
μα τι  να πω  και πάλι
δε φταει η ουρα μα το ερμο το κεφάλι

Μα τι να πεί νεοέλληνας κι αυτός
Πλούσιος στη τσέπη
Μα στο μυαλό φτωχός
φτιαγμένος με αλαζονικά τσιπάκια
μιας νεόπλουτης κοινωνίας 4Χ4  τζιπάκια
***
στις στάχτες των ακριβών τσιγάρων
τα κροκοδείλια δάκρυα ,φουμάρων
κρύβει στο καπνό σιωπή
σκύβει σαν υπόδουλο σκυλί….
Μες στα κελιά η ψυχή πεθαίνει
κι αυτός αδύναμος ,χωλαίνει
στα πόδια φτάνει η ντροπή
με αίμα αθώου την ξεπλένει
***
-κρύβεται  στους κάδους σκουπιδιών..
μορφή φθαρμένων ιδανικών
τη σκιά αφήνει μοναχή
στο δρόμο σκουριασμένη
Σα σκουριασμένο ιδανικό
Αφήνει το βήμα ορφανό
Κι όλα τριγύρω στη στιγμή
Σβήνουν στο φώς ,στον κουρνιαχτό
***
-στο βωμό του κέρδους αδιαφορεί
στα μάτια τη μάσκα του φορεί
τι γίνεται δίπλα του δε βλέπει
Την σκόνη σεντόνι που σκεπάζει
Τι ρίχνει πίσω κι έτσι απλά τελειώνει
Το έργο αυτό το έχω ξαναδεί
Στο τέλος αυτός πάντα πληρώνει
***
Μα τι να πεί νεοέλληνας κι αυτός
Πλούσιος στη τσέπη
Μα στο μυαλό φτωχός
φτιαγμένος με αλαζονικά τσιπάκια
μιας νεόπλουτης κοινωνίας 4Χ4  τζιπάκια


19
Ένα-δύο  βήμα πάντα σταθερό
Περπάτα μου λένε με ρυθμό
Το βλέμμα να μην στρίβω
Τα μάτια να μην τρίβω

Στο κάδο αρχές χωμένες σκουπιδιών
Φθαρμένες ιδέες πολιτικών
Οσμές στριμωγμένες στη γωνιά
Ο κόσμος δίπλα να πεινά

Ένα ,δύο βήμα πάντα σταθερό
Περπάτα στο δρόμο με ρυθμό
Το βλέμμα μην στρίβεις
Τα μάτια μη τρίβεις
Το real θαμμένο  είναι εδώ

Πατριώτες βαμμένοι με αίμα
Βαφτίστηκαν σε κόκκινο λουτρό
Πήραν τον γονιών μου τον ιδρώτα
Την ελπίδα πήραν των παιδιών

ήρθαν μου κλείσανε την πόρτα
Κλέφτες του χρόνου , των λεπτών
Όλοι με θέλουν με τη  μπότα
Και βήμα να χω σταθερό

Περπάτα μου λένε με ρυθμό
Το βλέμμα να μην στρίβω
Τα μάτια να μην τρίβω
Το real μην ξεθάψω
Τον πόνο να τον βάψω
Με χρώμα άχρωμο λευκό.

Μια μέρα που όμως
Ζωής  ταχυδρόμος
Αέρας  εικόνων
Γράμμα προγόνων
ανοίγω διαβάζω,
κι απορώ
Τα χρόνια περάσαν
τα παιδιά γεράσαν
Τίποτα δεν άλλαξε εδώ

Βγάζω την μπότα ,
σπάω την πόρτα
Τις αλυσίδες λιώνω
και πατώ
Στο χώμα ,στη λάσπη
Με βλέμμα  σκοτώνω
Το μίσος της πόλης των αστών.

Και τότε αγέρι
Λευκό περιστέρι
Με παίρνει ψηλά
Και πετώ
Ελεύθερος στέκω
Ψηλά κι αρμενίζω
Δεν έχει ξανά ένα-δυό….

20
Σα ρόδα από ποδήλατο τη σκιά μου απόψε σέρνω
Τίποτα στα σοβαρά δε πρόκειται να παίρνω
Γεννήθηκα σε μια στιγμή τρελή και σουρωμένη
Και η ψυχή μεγάλωσε όλα να υπομένει.

Βαρέθηκα τη μουσική τα λόγια τα μεγάλα
Από μικρός το έκοψα της μάνας μου το γάλα.
Οι λέξεις μου μπερδεύτηκαν στων παπουτσιών τη σόλα
Με μια ματιά τριγύρω μου θολά τα βλέπω όλα

Τα κάλλη μου ειν τα πάθη μου και της ζωής τα λάθη
Κουβάρι όλα τα ριξα σ΄ αμαρτωλό καλάθι
Δε φτάνει μάτια μου καλά να είσαι να μην είσαι
Μπες βγές  μες τη ζωούλα μας τη πόρτα όμως κλείσε

Πάθος στο λάθος έκανα κι αυτό που μένει τώρα
Να πάρω την ομπρέλα μου γιατί ξεσπά η μπόρα
Το δύστυχο όμως σ όλα αυτά δεν είναι που θα βρέξει
Είναι η ψυχούλα μου να δούμε αν θα αντέξει.

Τι κι αν δε πέφτει ο ουρανός επάνω στο κεφάλι
Έπεσαν οι σκέψεις μου κι αυτό πονάει πάλι
Σήμερα φίλοι μου καλοί μη τα μετράτε όλα
Μόνος μου είμαι και κοιτώ τη τρύπα που χει η σόλα

Βαδίζω απόψε και γυρνώ τη σκιά μου να διατάζω
Μακριά απόψε να σταθεί  κι αρχίζω να φωνάζω

Ρόδα είναι η ζωή και πάντα θα γυρνάει
Ένα κομμάτι πλούσιο κι ένα θα πεινάει
Μια στάλα δάκρυ χύνεται
μια στάλα γέλιο πίνεται
Ρόδα είναι η ζωή…
 ακτινες που δε σπάζουν
Λάθη, σωστά όλα μαζι
Χωρια αυτά προστάζουν
Χαρά θα εισαι σήμερα
Λυπη θα ρθει ανήμερα
Πάρτο χαμπάρι φίλε μου 
Ρόδα είναι η ζωή κι ολο το σώμα δρόμος..


Σελίδες: [1]