Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Μηνύματα - stihoplokos

Σελίδες: 1 [2] 3 4
26
Βιάστηκες το φως να δείς,
το... ''πενήντα'' γεννηθείς.
Αυτή ήρθε το...''ογδόντα''
κι έχει η άτιμη ''προσόντα''.


Δεν σου στέκεται κανείς,
σ' έφαγαν κι οι συγγενείς:
''Αυτή μοιάζει με...γαζέλα
και 'συ φόρεσες μασέλα''.


''Έχει τα μισά σου έτη,
ρε κερχανατζή ρεμπέτη,
θα 'τανε απόγονός σου
στον καιρό σου αν παντρευόσουν''.


''Μεσ΄σε μιά δεκαετία
θα γελάει η κοινωνία.
Κούνα λίγο το μυαλό σου,
σύννεφο το κέρατό σου.
Να! Θα λένε το..ελάφι,
κάλλιο να 'μενες στο ράφι....

27
Βλέμμα θολό
και λίγο λάγνο.
Χρώμα λευκό
ή μήπως μαύρο;
Σιωπή που σπάει
σημάδι αφήνει,
δρόμος που πάει
μόνο σε εκείνη.
Το χρώμα αλλάζει
γίνεται γκρίζο,
πρόσωπο μοιάζει
που το γνωρίζω.
Υπερβολή
σαν την αλήθεια,
σαν την ουλή
σε άγρια στήθια.
Το χρώμα αλλάζει,
σαν να ροδίζει.
Αίμα που στάζει.
Ζωή χαρίζει.
Χάνεται ο νους
στην απουσία,
σε ουρανούς
όλο ουσία.
Σαν δεν μπορώ
να τους ανοίξω,
με τρικ παλιό
θα τους αγγίξω.
Μπουκέτο φτιάχνω
με άνθη από γλάστρα,
παιδί μονάχο,
μετράω τ' άστρα...


Συνημμένα και άλλες επιλογές[/font]

28
Με το στανιό να προχωράς,
σε τιποτένιες στράτες,
εκεί που άλλοι, πρόθυμα,
βουρλίζονται διαβάτες,
δεν το αντέχει η κούτρα σου΄
δε δένει με το νού σου.
Συ λεύτερος γεννήθηκες,
'πως όλα τα θηρία
και ατραπούς απρόσιτες,
έκανες λεωφόρους,
αστραφτερές, πολύβουες,
να τις οδεύουν κούρσες.
Τώρα σε θέλουν αετό,
μα να πατάς στο χώμα,
να σέρνεσαι σαν έχιδνα,
χωρίς το ιοβόλο
το στόμα,νάσαι άπνοος
βοριάς σε νηνεμία.
Χαρές εσύ που διάλεξες
βαφτίζουν ατιμίες,
οι ''τίμιοι'' λαγόψυχοι,
που βήμα από την τρύπα τους
δεν τόλμησαν να κάνουν,
μη χάσουν τη βολή τους.
Για τα μελλούμενα ''πονούν'',
τάχα μου τα δικά σου,
ψάχνουν να βάλουν όρια
στις ''άγουρές'' σου σκέψεις
και στις επιθυμίες σου
που σ' οδηγούν οι ορμές σου.
Δεν ξέρουν οι απαίδευτοι,
το τώρα είναι το μέλλον.
Να το προφτάσουν προσπαθούν,
αντίς για να το ζήσουν
και τους ξεφεύγει αβίωτο
κι ως ήρθανε θα φύγουν.
Ανέπαφοι, μοιραίοι.
Συ έσκισες το πρόγραμμα,
τόσκασες απ' την ''Τάξη'',
την αλυσίδα έσπασες,
γιατί ήσουνα ο κρίκος,
ο πιό αδύναμος γι' αυτούς.
Για σένα; Ο εαυτός σου...





 Συνημμένα και άλλες επιλογές

29
Γειά σου Xolidohe.Μιά μικρή...διόρθωση.Το ρήμα είναι ''αγνίζονται'',όχι αγγίζονται.Νάσαι  καλά.

30
Ολημερίς κι ολονυχτίς
αγώνας ιδρωμένος,
για καταδικασμένους.
Πλημμυρισμένοι από κενό,
αλάθητοι, μοιραίοι,
τις χίμαιρες γυρεύουν.
Όλο να φτάσουν πιό ψηλά,
όλο να κατακτήσουν,
τα ξένα, τα δικά τους.
Ξοπίσω τους οι δουλικοί,
βουβοί,αγκομαχώντας,
τις εντολές προσμένουν.
Μην τους στερέψει ο Πακτωλός
κι αδειάσει το ''στομάχι'',
ως άδειασε η ψυχή τους.
Τριγύρω, η Φύση χαρωπή.
Τούτα δεν την αγγίζουν,
τα μαύρα,τα μικρά τους.
Οι μαργαρίτες οι λευκές,
ορθάνοιχτες,ανθούσες,
να χαίρονται που υπάρχουν.
Βλασταίνουν πράσινες καρδιές,
πολύχρωμα κεφάλια,
να βλέπουν οι ''χαμένοι''
και να θυμούνται πως μπορούν,
σαν τότε στα μικράτα,
να αγνίζονται με λίγα.

31
Της καρτερίας πλάνος οδηγός,
μεσ' στην καρδιά πληγή ανοίγει.
Σαν ανταμώνει η χαρά και ο καημός,
δάκρυ  γλυκό-πικρό την πνίγει.
Του μαύρου δράκου τη θωριά φορεί,
στενή-ψηλή τηνε τρομάζει.
Του χάρου μήνυμα στέλνει,θαρρεί,
μα στου ήλιου τα περάσματα τη μπάζει.
Και σαν το φως το άπλετο χυθεί,
μέσα στου νού τ' ολάνθιστο περβόλι,
από το σκούρο ίσκιο θ' απλωθεί
νάμα ψυχής ,της άνοιξης ροβόλι.
Καθάρια τούτα τα ρηχά νερά,
πιρόγες ξύλινες θαρρείς να παίρνουν
αθώα μάτια,παιδικά μυαλά,
στου αύριο τις στράτες να τα φέρνουν,
στου ουρανού την πόρτα τη βαριά,
που διάπλατα την άφησαν να χάσκει
κι αγνές μορφές να τη διαβούνε καρτερά
ίδιες μ' αυτές που ήδη έχουνε περάσει.

32
Τα μαύρα της σκεπάσματα
καθώς η νύχτα στέλνει,
μέσα απ' τα χαλάσματα
αχνή φιγούρα βγαίνει.


Άνθρωπος νά' ναι ή ξωτικό;
Φοβίζει τους διαβάτες,
με το σκισμένο του παλτό
στις κυρτωμένες πλάτες.


Αλήτη τον βαφτίσανε
με φόβο και με πάθος,
τη ρετσινιά του ρίξανε
μα κάναν όλοι λάθος.


Ήταν ο γιός της προσφυγιάς
παιδί της εξορίας,
ήταν καρπός παρηγοριάς
μιάς σάπιας κοινωνίας.

33
...γύρω σου,αναπάντητες,χάσκουν οι ερωτήσεις... ;)

34
Βραζίλη,μη μου ''ζητάς'' να σηκώσω φορτία άνω των δυνάμεών μου...

35
Ανήσυχος τα βράδια ξενυχτάω,
κοιτάζοντας ψηλά,στον ουρανό.
Τ' αστέρια στο σκοτάδι τρεμοσβήνουν,
λαμπάδες σε τεράστιο ναό.


Και 'συ κοιμάσαι!!!
Γιατί δε θέλεις να θυμάσαι.
Γιατί δε θέλεις να σκεφτείς,
πως σκλαβωμένος είν' ανώφελο να ζείς.


Ποτέ σου δε θα βρείς την ευτυχία,
κλεισμένος μέσα σε μιά φυλακή.
Θα τρέχεις σα χαμένος να προφτάσεις,
το τρένο που δεν έχει επιστροφή.


Για κοίτα βιάσου!!!
Φεύγει η ζωή από μπροστά σου.
Φεύγει και δε θα τη γευτείς
αν συνεχίσεις στα ''σκοτάδια'' σου να ζείς.

36
Σα να μην επερπάτησε
επάνω σου ο χρόνος
ή κι αν το αποτόλμησε,
ήταν το πάτημα ελαφρύ,
χωρίς ν' αφήσει ίχνη.
Γύρω σου, αναπάντητες,
χάσκουν οι ερωτήσεις:
''Πώς τον εκμεταλλεύτηκες;
Έχεις μαζί του κολλεγιά;
Τι τούδωσες ρεγάλο;
Γλυκό σαν τριαντάφυλλου,
πουρνό-πουρνό κομμένου,
ένα απαλό κοκκίνισμα
σου δίνει κι άλλη χάρη,
να μαγνητήσει τις ματιές,
τη ζήλια τους ν' αυξήσει.
Μετέωρος,στο πλάι σου,
με τρώει η αμφιβολία·
ζω την πραγματικότητα;
Ή μήπως,το πιό πιθανό,
με τρέλανε η αγάπη;

37
Αν η ζωή ήταν όνειρο,
θα ήμουν ο εφιάλτης,
όσων μπορούν να κοιμηθούν
ενώ έχουν αδικήσει.


Αν η ζωή ήταν νησί,
θα ήμουνα το κύμα,
που το θωπεύει συνεχώς,
γλυκά να αναριγάει.


Αν η ζωή ήταν η Εδέμ,
θα ήμουνα το μήλο,
που παρασέρνει τους αγνούς,
με δόλο,να αμαρτήσουν.


Αν η ζωή ήταν θέατρο,
θα ήμουν ο κομπάρσος,
που φευγαλέα πέρασε
απ' τη σκηνή κι εχάθη.


Αν η ζωή ήταν ρεβεγιόν,
θα ήμουν ο επισκέπτης,
που απρόσκλητος εφάνηκε,
κλεφτά να διασκεδάσει.


Αν η ζωή ήταν η Γη,
θα ήμουν το φεγγάρι,
που μοναχό απόμεινε
μεσ' σε χιλιάδες άστρα.


Αν η ζωή ήταν θάλασσα,
θα ήμουν το ναυάγιο,
που στον πυθμένα πάτωσε
και στοίχειωσε στα βάθη.


Αν η ζωή ήταν σύννεφο,
θα ήμουν η σταγόνα,
που δεν μπορεί να κρατηθεί
κι απελπισμένη πέφτει.


Αν η ζωή ήταν παιδί,
θα ήμουν το παιχνίδι,
που δεν μπορεί να αποχτηθεί
και πάντα αποζητιέται.


Αν η ζωή ήταν σπιτικό,
θα ήμουνα η σκόνη,
που ανεπιθύμητη γυρνά
κι ενώ τη διώχνουν μένει.


Αν η ζωή ήταν καημός,
θα ήμουν το μοιρολόι,
που δεν μπορεί να ειπωθεί
απ'τους χαροκαμένους.


Αν η ζωή ήταν ποίημα,
θα ήμουνα ο στίχος,
που δεν μπορεί να ταιριαστεί
γιατί δεν έχει ρίμα.


Αν η ζωή ήταν φυλακή,
θα ήμουν ο ισοβίτης,
που ανήσυχος παιδεύεται
να σώσει την ψυχή του.


Μα η ζωή είν' η ζωή
και πρέπει να τη ζήσω.
Να τη ρουφήξω,να την πιώ,
ώσπου να ξεψυχήσω...

38
Τι να ξέρω;Ότι πεταλώνετε μπρίκια;(!!!)(Τζιτζίκια δεν λέει ο...ποιητής;) ;)

39
Γειά σου Πέτρο.Το ενδεχόμενο,η ''πολιτικοκοινωνική πραγματικότητα'' να ευθύνεται για  κάποια από τα προσωπικά μου αδιέξοδα απορρίπτεται;
Επίσης,εκείνο το ''σε παρακολουθούμε'' μήπως θάπρεπε να με ανησυχεί;Λέω τώρα!... %(

40
Χαίρομαι πολύ που σου άρεσε.

41
Σάμπως θαρρείτε πως κι εγώ
γνωρίζω τι γυρεύω,
που κάθομαι,μεσάνυχτα,
στίχους να...μαγειρεύω;
Μέσ' σε κανάλι έπεσα,
μαύρης ανυπαρξίας
και ψάχνω μέσω της γραφής
στίγμα ελευθερίας.
Τα πρότυπα στερέψανε,
οι άγιοι ξεβάφουν,
μέσα τους οι κενές ψυχές,
τις αμαρτίες θάφτουν.
Καράβια χρυσοστόλιστα
καθώς δεν αρμενίζουν,
ωθούν βαρκούλες πλαστικές,
να τις καλωσορίζουν.
Το πιό μεγάλο της κενό
διαβαίνει η ανθρωπότης
και στον ορίζοντα κανείς
δεν ανατέλλει ιππότης,
με μύλους να μονομαχεί
και με θεριά πελώρια,
το ξίφος πού να καρφωθεί;
Στενά τα περιθώρια.
Μαντάτα επιφανειακά
το νού μας βομβαρδίζουν
και της καρδιάς μας οι χορδές,
κατάρες ξεστομίζουν:
''καταραμένοι νάσαστε
της Γης οι ηγεμόνες,
που μας αφήσατε γυμνούς,
σε πολικούς Χειμώνες''...

42
Μιά μέρα πέρασε
που δεν σε είδα,
δάκρυα με κέρασε
μιά καταιγίδα.


Δυό μέρες πέρασα
μακρυά σου, μόνος,
σάμπως να γέρασα·
λίγος ο χρόνος.


Δυό χρόνια σ' έχασα
βαριανασαίνω·
να ζήσω ξέχασα,
αργοπεθαίνω.


Μου είπ' ο ''αθάνατος'',
πούχει τη γνώση:
''Μιά μέρα ο θάνατος,
θα σας ενώσει''...

43
Έχεις απόλυτο δίκαιο gas-13,απλά μου το ''έφαγε'' ο...δαίμων του τυπογραφείου.Σ'ευχαριστώ για την διόρθωση και τους υπόλοιπους για τα σχόλιά σας.

44
(Τα μάθατε;Προεδρεύουμε!!!)


Μεριάστε Φράγκοι να διαβώ!
Δεν είμαι ΕΓΩ τυχαίος.
Ως 'Ελλην είμ' ωραίος,
ακούστε να σας πω.


Μα τον κακό μου τον καιρό!
Για χρόνια τετρακόσια,
αντί δραχμή είχα γρόσια,
θα φοβηθώ το ευρώ;


Άντεξα μπόρες και βροχές
και μαχαιριές των...Βρούτων,
μα μάρτυς μου ο...Πλούτων,
μου βγήκαν οι ευχές!


Ευχόμουν να αξιωθώ,
να δω πριν να πεθάνω,
να είμ' Eγώ από πάνω,
το νήμα να κινώ.


Και νά 'μαι!Ηγέτης με πυγμή,
ολάκερης Ευρώπης!!!
Εγώ είμαι!Ο...Προκόπης!
Βρήκα την αφορμή,


να κοροϊδεύω να αψηφώ,
Άγγλους κι Αμερικάνους.
Τους παίζω σαν τους χάνους
και πλέω στον αφρό!


Κι ενώ μπροστάρης εφορμώ...
Αχ!Πάπλωμά μου αφράτο!
Έπιασα πάλι πάτο,
σαν άλλαξα πλευρό.-

45
 Ίππαρχε,σε καμία περίπτωση δεν είχα σκοπό να σε ''ερμηνεύσω''.Είπα τη γνώμη για ένα θέμα,καθαρά,τεχνικής φύσης(πράγμα που ε σ ύ κατάλαβες).






46
Τέλειωσαν,μου είπαν,οι γιορτές
και νάμαι εδώ κλαμένος,
όχι που γίναν παρελθόν,
μα που δεν μ'έθλιψε η φυγή τους...

47
Ίππαρχε,το πόνημά σου είναι μιά όμορφη και πολύ εύστοχα δοσμένη σάτιρα.Πιστεύω όμως πως θάπρεπε,τα:''ποιητές σπουδαίοι''και ''ποιητές λαμπροί''να μπούνε σε εισαγωγικά, γιατί διαφορετικά, φαίνεται σαν να  συμπεριλαμβάνεις και τους πραγματικά λαμπρούς και σπουδαίους ποιητές στον ''καταγγελτικό'' σου στίχο,πράγμα που θεωρώ ότι δεν ήταν στις προθέσεις σου.

48
Άνθρωποι κινούνται γύρω μου γοργά,
έγνοιες τους κατέχουν,περπατούν σκυφτά.
Μόνοι ή με παρέα,με κοιτούν λοξά.
Κάθονται,κοιμούνται,ψάχνουν ζεστασιά.


Κυνηγούν το χρήμα,
μακρυά απ' τη δόξα.
Έχασαν,τι κρίμα!
Έπιασαν τη λόξα.


Μέσα μου κοιτώ και βλέπω το παιδί,
πέρασαν πενήντα χρόνια κι όμως ζεί.
Τόχασε ο χρόνος,αν το είχε βρεί,
άνδρας θα γινόταν,έμεινε παιδί.


Κυνηγά τη δόξα,
μακρυά απ'το χρήμα,
έπιασε τη λόξα,
είν' δικό του κρίμα...










49
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια.Το ζητούμενο είναι να μένει κάτι στο μυαλό,μετά από κάθε δημιουργία.'Εστω και ένα απλό ερωτηματικό.

50
Δυστυχώς είναι κι αυτό μέσα στο...παιχνίδι της ζωής.Σ'ευχαριστώ για τα σχόλιά σου.

Σελίδες: 1 [2] 3 4