Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Θέματα - ivikos

Σελίδες: 1 ... 21 22 23 [24] 25 26 27 ... 31
576
Να μια χώρα που σβήνει ο χορός
οι δικοί της μηδέν…μύριοι οι ξένοι,
γηγενείς…. απ’ τη «γη του πυρός»…
τα παιδιά της, πολίτες …στην ξένη….

Και οι «μεν» και οι « δε» νηστικοί
καθεστώς η κομπίνα κι η απάτη,
πείνα μαύρη…παιδιά φυλακή…
οι άρχοντές της μονάχα χορτάτοι

Να μια χώρα, μ’ εφήβους μηδέν
σαν ποντίκια ο λαός σε υπονόμους,
που διδάσκει τα «ΜΗ» και τα «ΔΕΝ»
άμα πας να εφαρμόσεις τους νόμους

Κόλπα χίλια απάτης, παλιά…
τους ρουφιάνους καλούνε στο γλέντι,
το κλεφτρόνι έχει εδώ βασιλιά
και της σκόνης τον έμπορα, αφέντη…

Να μια χώρα που λέει στους πολλούς
και σ’ αυτόν που γι’ αγάπη έχει απλώσει:
«γι’ αγκαλιές, να ζητάς οβολούς…
το φιλί να το δίνεις με γρόσι»

28.11.2010


577
Μπαίνω μια νύχτα στων ονείρων το ρετρό
ν’ αποδομήσω τις ψευτιές όλο του κόσμου
λες: είναι λάθος την αγάπη να μετρώ
την ώρα που ‘ναι το φιλί σου ο κεραυνός μου

Απομνημόνευα της νύχτας αριθμούς,
κι είπες δεμένη σε μιας πίκρας την παλέτα:
«Αν αποκλίνω απ’ της αγάπης τους ρυθμούς
του γδικιωμού θα τραβηχτούνε τα στιλέτα»

Πως στης αβύσσου το γιαπί να μη σε βρω
που με λησμόνησες κι ανοίγεις τα πανιά σου,
την μέρα μου έταζες αγάπης θησαυρό
τη νύχτα μ’ έστελνες να βρω την παγωνιά σου!!

Από το λίγο του καημού σου θα πιαστώ
από ένα χάδι σου θα κόψω τον ανθό του
ρυάκι αν βρω του έρωτά σου θα λουστώ
και θα ικετεύω να με πνίγεις στο βυθό του!!!

Σε ξένους έλεγες τρελά πως μ’ αγαπάς
μα εγώ σου μήνυσα: « μη κάνεις άλλο βήμα
στου Σ’ αγαπώ τους λαβυρίνθους να μη πας
η Αριάδνη πια το πούλησε το νήμα»

Δεν εισακούστηκα, κι αλόγιστα στο χτες
μπήκες, και τρύγησες της νύχτας μας τ’ αφιόνια,
μα είχες τις πύλες του καημού σου ανοιχτές
κι είχαν της πίκρας μας μπουκάρει τα τελώνια…

Μπαίνω μια νύχτα στης καρδιάς σου τον λιμό
μαζί να κάτσουμε για έρωτα τσιμπούσι,
λες: « θα το πάω ως το τέλος», με θυμό
κι έστειλες μπόρα λησμονιάς για να με λούσει!!!!!!!!!!!!!

16.11.2010

578
Λαμνοκοπώντας πάντρεψα το άνυδρο τ’ ουρανού μου
με το βαθύ το στεναγμό που έφερνε ο Νοτιάς,
καλά να πάθω μάτια μου αφού έβγαλα απ’ τον νου μου
πως είσαι κόρη Κύκλωπα…γυναίκα της φωτιάς

Χαμένος στα σκοτάδια σου, πως να τον δω τον λίθο
που έβαλες με βοήθειες , να πέσω στο κενό,
πως έμοιαζε η αγάπη σου με του Αίσωπου τον μύθο…
με φάρο στις φουρτούνες μου, που ‘χε σβηστό φανό…

Και πάνω απ’ το ναυάγιο εσύ θα ήσουν ίσως
ή η Βίβλος με τα κρίματα, που είπες να χρεωθώ….
σαν Ποσειδώνα τρίαινα, που χτύπαγε με μίσος
τα κύματα, και μ’ έστελναν να φτάσω στο βυθό.

Το αδιάντροπο της πείνας σου για το φιλί το ξένο
στα υπόγεια το κρέμασες να μοιάζει με αρμαθιά,
τώρα από σένα μάτια μου όλα τα περιμένω
που το αίμα, στων βανδάλων σου, κύλησε την σπαθιά….

Μες στην γανάδα του όνειρου, που κρύφτηκε το Αχ! μου
θαμπά, είχα ερωμένη μου την Ήρα ή την Λητώ;
Μου ‘λεγες: «Θα ‘σαι ο μάγος μου, θα σ’ έχω για Σεβάχ μου»,
μα στην Αχερουσία σου, τώρα κωπηλατώ

Όταν σου λέω : « στ’ αέτωμα ζωγράφισέ με φως μου
οι νιοί καθώς με βλέπουνε να πάνε κατ’ αλλού»,
μου λες: «αιώνες ήσουνα ο πόθος ο κρυφός μου,
για τ’ όχι σου θα σπαρταράς, στα βάθη του γιαλού»

Και τους πνιγμούς μου αντίκριζες με μάτι αετίσιο
ο στόχος σου ήταν γλύκα μου, πάντοτε να με καις
τις φλεγμονές μου γέμιζες με αλάτι ποταμίσιο,
που βγαίνει όταν ενώνονται ποτάμια με αλυκές!!

Λαμνοκοπώντας για νησιά που φύτρωναν τα «γεια σου»,
σαν έφτανα δεν έκανα για έρωτες αγιασμούς,
το κώνειο με μια γουλιά έπινα στην υγειά σου
για τα «καινά δαιμόνια» που έσπερνα στους δεσμούς!!!

10.11.2010

579
Κομματιασμένο κι άνισο το πέπλο της ευθύνης 
δραγάτης, μια συγνώμη μου, στο αειφόρο χτες, 
πεθαίνω που με τρύγησες, και που με κατευθύνεις 
σε γαλαξία λησμονιάς, στης πίκρας τις ακτές.   
 
Μπλεγμένος στ’ ανισόπεδα μιας θαλερής πλεκτάνης 
με το φιλί παράνομο, τα βλέμματα μαβί, 
για τη θυσία με άρπαξε του έρωτα ο τσοπάνης 
και με αντικρίζεις στον βωμό…χαρούμενα βουβή….   
 
Τα «σ’ αγαπώ» στιλέτα μου, και το «φιλί» με αλμύρα.. 
σε πέλαγα με ρίξανε, με ραγισμένο ιστό, 
ποιο βάσκανο απελπισιάς…ποια ψυχοφθόρα μοίρα 
στην αγκαλιά σου μ’ έστειλε, για να κομματιαστώ   
 
Οκτώ φορές το διάβασα σε πάπυρο γραμμένο: 
«τρυγώντας της τα όνειρα, η ανάσα σου καφτή, 
παρωχημένα …σ’ αγαπώ ,… φιλί… φαλκιδευμένο, 
αυτοί θα ‘ναι οι δήμιοι σου, το τέλος να γραφτεί»   
 
Κι οι Ερινύες συμμαχούν, και λένε ΝΑΙ στην σκέψη, 
δεμένο να με σύρουνε σε φόνου  ρυμουλκό, 
πώς να σκεφτώ το ανόσιο, ποιος Κάλχας να μου γνέψει: 
«καραδοκεί η Μήδεια…μείνε στην Ιωλκό»   
 
Δάνεισα στα σκοτάδια σου, φως απ’ τις οροφές μου 
στις παγωνιές σου ήτανε οι πόρτες μου ανοιχτές, 
στόλισα τις μπαλάντες σου, με  ουράνιες γραφές μου 
μα πώς να στείλουν μήνυμα, με αλφάβητο του χτες…   
 
Μες στις χαράδρες τ’ όνειρο, σκυλεύτηκε και πάει 
η αγάπη σου ναυάγησε ως εκατό οργιές, 
με αποκαλείς «λατρεία» σου, λέω: « με αγαπάει!!!»…. 
μα στρίβω, και πισώπλατες μου ρίχνεις μαχαιριές…   
 
Σε συγχωρώ….εκδίκηση, δεν ξέρω τι σημαίνει, 
άσε με στα σκοτάδια μου χαρά μου να κλειστώ, 
αγώνα ως τώρα έκανα να σε φωνάζω: Ελένη…. 
στην Σπάρτη σου κατέφτασα, Πάρις να βαφτιστώ!!!!!!!   
 
Μα εσύ τη νύχτα της φθοράς διάλεξες να μην λείπω 
φοράς την πανοπλία σου με δόρυ και σπαθιά, 
κλείστηκες με τους Αχαιούς στον Δούρειο τους Ίππο 
και το μαχαίρι, μου έμπηξες καρδούλα μου βαθειά.   
 
Κομματιασμένο σ’ αγαπώ, χτυπιέται  στην αρένα 
το άτι κεντρίζεις δυνατά, κι εγώ καημούς φορώ, 
η αρματοδρομία σου, έπαθλο είχε εμένα: 
Στου νικητή τα δόρατα, νεκρός να σπαρταρώ!!!!!!
                           
               8.11.2010 

580
Σαν το πεφτάστερο πια πέφτεις,
ίδια, λυγμός που βγάζει η μάνα,
της γειτονιάς μας ο καθρέφτης
για χρόνια ήσουνα αλάνα.

Στη λατρεμένη σου αλέα
μπάλα, αστυνόμοι, και ξυλίκι,
και η ματιά η φευγαλέα
για του έρωτα το αντριλίκι

Τα γόνατά μας ματωμένα
κραυγή για γκολ, ουρανομήκη,
γωνιά δεν θα βρεθεί για μένα
τέτοια, στης γης όλα τα μήκη…

Της γειτονιάς εσύ στολίδι
σαν τα άνθη του μεγάλου βάζου,
εκεί το γκολ του Νεστορίδη
η πρώτη πάσα του Δομάζου.

Εκεί μπουνιές για μια συγνώμη,
τα όνειρα όλα τα φαιά μου,
«κλέφτες» εκεί και  «αστυνόμοι»
Μάνα, Αλάνα μου, Θεά μου!!!!!

Σαν το πεφτάστερο που πέφτεις
σβήνοντας….σου φωνάζω: «Κράτα»….
Αχ! να γινόσουνα καθρέφτης
ξανά αλάνα για τα νιάτα!!!!

         26.07.2010

581
Βαφτίσανε τον νιόφερτό μας…ρούκι… 
στον δρόμο ξεφαντώνει το μπουλούκι 
ο ντράμερ ο παλιός κρατά κιθάρα 
κι η Πόπη αλλοπαρμένη…μα φωνάρα   
 
Διχάστη και χωρίστη το σινάφι 
σενάριο ψάχνουν κάποιον, να τους γράφει
   
Τα μπάσα τους σκεπάζει μια τρομπέτα 
ο λόγος αιχμηρός στο νέτα-σκέτα 
 για λίγο οι διαβάτες κάνουν στέκι 
κι η νύχτα πίσω απ’ τ’ όνειρό μας στέκει   

Τραγούδι, κι έργο για τα νιάτα τα έρμα 
«αν θέλετε αφήστε κανα κέρμα»   
 
Ξεκούρδιστα τα όργανά τους μόνα 
τη φλέββα τους δεν βρίσκει η βελόνα 
κι υπόσχονται με ζέστες και με κρύα 
πως αύριο θα μας παίξουνε την «Τροία»   
 
Ανάκατοι και θύματα και θύτες 
απόμαχοι σε αγώνες, όλο ήττες   
 
11.06.2010   

582
Σεισμών βροντές σε τεμαχίζουν από χτες
οι βρυχηθμοί σου θ’ ακουστούν απελπισμένα
κάποια απ’ τα τζόβενα που κάνουν αρπαχτές
αφήσαν σε άνεμους τις πόρτες ανοιχτές
για να έχουν άλλοθι όταν βρούνε τα σπασμένα

Με πληγιασμένο τ’ όνειρό μου σε αφαιρώ
απ’ τις βροχές κατακλυσμού, ως τον Πουνέντε,
κι ενώ με ψάχνεις στο φινάλε  με καιρό,
μου αντιπροτείνεις το φιλί σου να χαρώ,
μα το κορμί σου εγώ ζητώ…τέρμινα πέντε.

Χειροπιαστές οι αποδείξεις σου μου λες
για ν’ αμυνθείς αν σε στριμώξει η μάχαιρά τους
κι όταν σε δόλιες ανοιχτούμε ανατολές,
να οργανωθούμε μη μας πάρουν οι βολές
και ν’ αλωθούνε τη νυχτιά τα οχυρά τους

Μα άμα τελειώσουν της πορείας τα πανό
τις ικεσίες στους Ολύμπιους ν’ ακούσεις
σε μαύρο πέλαγος να πέσει το κανό
να ‘χεις το χέρι ρωμαλέο κι ικανό
κι ένα ρεσάλτο πειρατών να το αποκρούσεις

Σεισμών βροντές, και κάτι υπόκωφο ,βαρύ,
στέλνει τη μαύρη απελπισιά να ξεφαντώνει
τις παγωνιές η σιλουέτα σου αν φορεί
αν σε οδηγούν, με σπερματσέτο και κερί
κάπου θα βρεις του έρωτά μας το καντόνι!!!!

             29.09.2010

583
(σε αυτούς που γίναν Άγγελοι με τέτοια …τιμονιά…)
 
Μιά τιμονιά σε ανάγκασε αλλού να πορευτείς
κι ένα κλεμμένο όνειρο ν’ αναδυθεί στο μέλλον,
νωρίς-νωρίς, κι απρόσμενα στα ξένα ν’ ανοιχτείς
στις γειτονιές της άβυσσου, στις χώρες των Αγγέλων

Καρφώθη το αναπάντεχο στης πίκρας τη ρωγμή
με μια γκαζιά λημέριασαν οι χρόνοι που ποθούσες
κι ως να βρεθείς στο άγνωστο, σκέφτηκες προς στιγμή
να ‘σαι ο Ερωτόκριτος, να ‘ρθούν οι Αρεθούσες.

Στων συντριμμιών το αφόρητο, λουλούδιαζε ο καιρός
μα λασπουριά ξεχείλισε, στων ουρανών το ρέμα,
κι ενώ αγώνα έκανες να μη βρεθείς λερός
προδόθης απ’ τα φρένα σου…πλημμύρισες στο αίμα…

Σαν κάποιος να είπε: «χάνεται»…χωρίς να ξέρεις ποιος,
λίγο απ’ το χτες σου πρόφτασες, το αχόρταγο φιλί της,
άγρια που σε δάγκωσε της μοίρας ο σκορπιός
και « μήνυσες» πως δεν θαρθείς, ξανά μες στην αυλή της.

Μόνος πια στο φορείο σου…βαδίζεις αναιδής…
στης Περσεφόνης τ’ άδυτα τη νύχτα να φορέσεις,
άνοιξε το ένα μάτι σου, για λίγο να με δεις,
και βγάλε μου εισιτήριο της διπλανής σου θέσης

Μια τιμονιά σε ανάγκασε, τον «μαύρο θησαυρό»
να βρεις, κι ανοίγεις τα πανιά τη σκοτεινιά ν’ αλώσεις,
μα ανάβω το λυχνάρι μου, κι έρχομαι να σε βρω
στον δρόμο σου ως τον Κέρβερο, μονάχος να μη νοιώσεις!!!!

27.09.2010


584
Ξεφύγανε οι Είλωτές μου
ρίχνοντας βάρκα μες στο κύμα,
ξεχάσανε κι οι ποιητές μου
το μέτρο…κι ούτε κάνουν ρίμα

Και στο άπλωμα μιας αλοιφής μου
πίσω απ’ τον πόνο, μου είπαν: έλα,
μα αρνήθηκαν οι συγγραφείς μου
να τελειώσουν τη νουβέλα

Χωρίς τη ρίμα, δίχως …τέλος,
το forum μπαίνει σε ερέβη
πώς να γλιτώσω από το βέλος
της μοίρας που με σημαδεύει

Για να ‘μαι όμως «καθώς πρέπει»
έξω από παλινωδίες,
θα φέρω κασκαντέρ για …Έπη
κι ας γράψουν λίγες ραψωδίες…

Κι αφού σου κλέψω ένα φιλάκι
γεμάτο πάθος και λατρεία,
ας μη την βρούνε την Ιθάκη
ή ας μη την πάρουνε τη Τροία!!!

       25.09.2010

585
Παραμορφώνω τ’ όνειρο, μια Μέδουσα να πνίξω,
που είχε σπείρει πανικό, σε αλλόφρονες λαούς,
χωρίς εχθρούς απέναντι, ποιον πόλεμο ν’ ανοίξω
ποια λειτουργιά να τελεστεί, με ανύπαρκτους ναούς;

Κι εκεί που έριχνε το φως το άστρο των Λαιστρυγόνων
σαθρό ήτανε το έδαφος, κι άκουγες κραδασμούς
κάποιοι δαφνοστεφάνωναν, τις ήττες των αγώνων
και τα όνειρά τους δένανε με γόρδιους δεσμούς.

Η άλλη γη, τον Κάϊν της, Θεό τον είχε κάνει
κι είπες: «Θα βγω σε αέτωμα ονείρου μου παλιού»,
τον δολοφόνο ψάχνανε, μα κάπνιζε η κάνη
του όπλου σου, που αμπάρωνες στα βάθη του κελιού!!!

Κι οι μπακιρένιες σου δραχμές, δεν χάναν την αξία
δυό ουρανούς αγόραζες, και άστρα δίχως φως
μα το φιλί, σου τέλειωνε, η αγάπη σε απραξία….
και του κορμιού η ηδονή, ο πόθος σου ο κρυφός!!!

Τα παλικάρια κείτονταν όπως οι κόκκοι άμμου
για μιάς Ελένης τ’ όνειρο, το πρόστυχο φιλί….
άνεμοι σιγοντάριζαν, την ρότα του Πριάμου,
κι όλη η ζωή κρεμότανε στου Δία την βουλή…

Κι όπως ο Λάβαν έστειλε, με κόλπο του τη Λεία…
ναρθεί ο πολυπόθητος αρχαίος τοκετός,
άλλοι με το Υπέρτατο, το «Ον» έχουν φιλία
και γι’ άλλους είναι αυτό το «Ον», εχθρός τους μισητός!!!

Παραμορφώνω τ’ όνειρο…ψάχνω τη Ναυσικά μου
μα ως να με βρει το τόπι της, με τύλιξε θηλιά,
ζύγιζα αγάπες, μα έχασε, τα δράμια της η οκά μου…
και τώρα πια χύμα πουλώ, έρωτα και φιλιά!!!!!!!

15.09.2010

586
Παραμύθι(τα αρχικά φτιάχνουν την Αλφαβήτα!!)


(Αλογάκι και λιοντάρι)

Αλογάκι διψασμένο μες στα δάση
Βηματίζει μπρος στου δέντρου το κλαδί
Γονατίζει στην πηγή να ξεδιψάσει
Δίχως πλάϊ, το λιοντάρι να το δει

Έχει βλέμμα μοχθηρό το λιονταράκι
Ζει δυό μέρες δίχως να ‘χει βρει τροφή
Ή θα φάω, λέει αυτό το αλογάκι
Θα πεθάνω, αν μου φύγει , και χαθεί

Ίσως θέλει ο Θεούλης να το σώσει
Κι όταν πάει να ορμήσει, στις πηγές
Λιονταρίνα, το λιοντάρι έχει ζυγώσει
Με γεμάτο το κορμάκι της πληγές

«Να! τι μου έκανε της νύχτας το κυνήγι
Ξέχασέ το» λέει με αδύναμη μιλιά
«Όμως πάμε από δω, πόνος με πνίγει
Που έχω φέρει φαγητό μες στη φωλιά»

Ρίχνει γύρω μια βροχή, που περονιάζει,
Στα χαμόκλαδα η φωλιά έχει φανεί
Το αλογάκι μακριά όπως καλπάζει
Ύφος φόβου έχει η δόλια του φωνή

«Φρονιμεύω, μη βρεθώ σε δυστυχία»,
Χύνει δάκρυ…τη ζωή του την ποθεί…
Ψέλνει η γλώσσα με μεγάλη ευκολία:
«Ωχ! Θεέ μου…ευτυχώς, έχω σωθεί…»!!!!!!

587
Μιας λυτρωμένης Άνοιξης, το αντίβαρό της χάθη
και ζυγιζόταν στο άπλωμα αρχαίας ζυγαριάς.....
Ε! από τότε στη ζωή, έκανε χίλια λάθη
και παραδόθη ανώδυνα, σε νύχτα ανημποριάς

Θρυμματισμένο τ’ όνειρο, σαν νικημένος άλτης
που αντί για βάθρο κοίταζε αγχόνη και θηλιά,
κι αντί να γίνει εραστής, έγινε εφιάλτης
που παραλύει τις νυχτιές, αγάπη κι αγκαλιά

Πέρασε στο ανιστόρητο, κι ακύρωσε το χνώτο
που έδινε στον Χειμώνα του, μια νότα ζεστασιάς,
τα θύματά του σκόρπιζε, απ’ τον Βοριά ως τον Νότο
για μια αφορμή ασήμαντη, για λόγια μιας βρισιάς

Φεγγάρια αποτρελάθηκαν, τ’ αστέρια δαγκωθήκαν
ποτέ τους δεν ξανάδανε τέτοιο θανατικό
κι από τ’ ασκιά οι άνεμοι, με απόγνωση λυθήκαν
να παρασύρουν τις κραυγές, σε ξένο Τροπικό

Η ορμήνια του Χειμώνα του….δεν άντεξε στο πέτο
και του ξαναζωγράφισε στο στήθος την πληγή,
θύμα του έγινε κι αυτός, με απόγνωσης στιλέτο
κι απ’ του Φθινόπωρου το φως, του Μάρτη βγαίνει η γη….

Μιας λυτρωμένης Άνοιξης το κύμα παραπαίει
πώς να ΄βρεις τους ορίζοντες, που πλάκωσε χιονιάς,
η ανημποριά στον έρωτα, τον «πέθανε» , τον «καίει»
κι έγινε δίχως να σκεφτεί, ο πιο στυγνός φονιάς!!!

13.09.2010

588
Με το σπασμένο σου τιμόνι
με τους σφαγμένους ποιητές σου
Ελλάδα της πεντάρας πόρνη
να εκδόσεις και τις βίζιτές σου

Εσύ και όλη σου η φατρία
στης δόξας το προσκυνητάρι
την καταστρέψατε τη Τροία
δήθεν για την κλεψιά του Πάρι
 Για αιώνες μπήκες στα σαλόνια
πάρτι έκανες με τους ληστές σου
κι έσφαζες όλα αυτά τα χρόνια
τους φίλους και τους εραστές σου
 
Ύστερα με το σήμαντρό σου
ηχώντας σε άθλιο φαράγγι
πήρες το Μέγαλέξαντρό σου
και τον μοστράρισες στον Γάγγη
 
Τ’ απόκρυφά σου λέγαν δείχτα
οι εραστές σου, κι οι προστάτες,
και στων Αγαρηνών τη νύχτα
οργίαζες με παραστάτες
   Κι ύστερα ως να ορθοποδήσεις
μες στων πολέμων τις αλάνες
φόρεσες χρώματα της δύσης
αδέρφια έσφαζες και μάνες
 
Τούρκοι, Ενετοί, ληστές Μορμόνοι
στην «πέσανε» να τους γλυκάνεις,
Ελλάδα της πεντάρας πόρνη
τι άλλα όργια θα κάνεις;
 
         9.09.2010
 

589
Σίγησαν όλοι, ο λυγμός σου μόνο αντέχει
είχα ξεχάσει τους καημούς να ρυμουλκώ,
με της Φρυγίας τον καιρό, μουντό να βρέχει
έχω κρατήσει αντηλιά απ’ την Ιωλκό,
και του Ιάσονα το βλέμμα, που υπερέχει.

Άφαντο πάλι το χρυσόμαλλο το δέρας
με φουσκωμένα του Ελλησπόντου τα νερά
δώδεκα τέρμινα ως το τέλειωμα της μέρας
φόνος ντροπής του αδερφού στα φανερά,
κι ένας της Μήδειας χρησμός, που μοιάζει τέρας

Ένας Ερμής, αργοφονιάς να πλέκει υφάδια
σ’ ένα σανδάλι να ‘χει ο κόσμος κρεμαστεί
τα «σ’αγαπώ» σου του καημού μου απολειφάδια
τα όνειρά σου περασμένα σε κλωστή
κι εγώ της Ήρας ηδονές να καίω τα βράδια

Ποιος να το αντέξει το κακό στου Ήλιου το άρμα
τρελή μιά μάνα ερωμένη, και φονιάς,
εγώ βουκόλος, σ’ ενός Δία, κάποια φάρμα
τριγύρω θάνατος, της μοίρας μου ο χιονιάς
κι ακόλουθός μου της αγάπη σου το κάρμα!!!!!!!

9.08.2010

590
Με νου φονιά, με χέρι ανάνδρου
να ‘ρχεται κρύο πολικό,
το βαποράκι στην Μαινάνδρου
να σπέρνει θάνατο λευκό.

Με τον εγκέφαλο σε πλύση
το κράτος είναι εδώ κι απών,
με απειλές ότι θα κλείσει
τα γκέτο των αλλοδαπών

Με ύφος ο υπουργός παλιάτσου
σου λέει δεν πρέπει να πεινάς,
κι εγώ κινώ απ’ την Κολιάτσου
πεζός να βγω στην Αθηνάς

Ο βουλευτής, κι αυτός παλιάτσος
πάει στην βουλή, που δεν πενθεί,
και λέει: «Το πιστόλι ο μπάτσος
το τράβηξε για ν’ αμυνθεί…»

Με δέματα περνούν οι βόμβες…
το παραμύθι ξεκινά
στις λεωφόρους εκατόμβες,
κι οι “αρχηγίσκοι” πουθενά

Δεν σταματά η κατηφόρα,
παντού αραλίκι με καφέ
κι έχει για ύμνο της η χώρα
το : « Δεν βαριέσαι αδερφέ!!!»

25.08.2010

591
Τα υπέργηρα τ’ αρχαία καφενεία
που είχανε καρέκλα από ψαθί
γιατρεύαν της καρδιάς την αγωνία
τον πόνο απαλύναν τον βαθύ

στα τσίγκινα τραπέζια τους οι μόρτες
αφήναν τον καφέ και το ποτό
και ρίχνανε τα ζάρια για τις «πόρτες»,
ή η μάνα να πιαστεί στο «πλακωτό»

και μάχες για το γκολ του Νεστορίδη
για το έμβασμα απ’ την Αμερική,
αν βρίζαν βασιλιά τους τρώει το φίδι…
κι απέναντι οι Βενιζελικοί!!!

Εκεί καθημερνή , εκεί και σκόλη,
εκεί κουβέντα για τη μάνα γη,
της μοίρας τους εκεί το άδειο πιστόλι
εκεί των προβλημάτων η φυγή

στα υπέργηρα, τ’ αρχαία καφενεία
το κράτος μ’ έναν τρόπο παστρικό
καλύπτει μια στυγνή δολοφονία
εκεί για την αγάπη φονικό!!!!!!

25.07.2010

592
Σ’ ένα παγκάκι ξημερώνεις
οι φλέβες μαυρισμένες, ράκη,
σε είδανε να μαχαιρώνεις
του έμπορα το βαποράκι

και αχταρμά με το ποτό σου
τη νύχτα σου κάνεις τσουνάμι,
και το λευκό το θάνατό σου
ζυγίζεις με αρχαίο δράμι.

Γουέστερν θύμισες κι Απάτσι,
κόρη σε είπαν σαλεμένη,
σε βρήκαν το πρωϊ οι μπάτσοι
ανάσκελα και παγωμένη

Κει πάνω, αν μου επιτρέπεις,
ώσπου το πρόβλημα να λύσω
στα όνειρά σου να με βλέπεις,
κοντά σου θα ‘ρθω, δεν θ’ αργήσω!!

1.08.2010

593
Γι’ αυτό το blog, λέω με λύπη,
πως κάθε τι, καλό  και άγιο,
σιγά-σιγά το εγκαταλείπει
και φουλ πηγαίνει για ναυάγιο.

Πάει ο quiper κι άλλοι ωραίοι,
Λάμπρος και gkou γιατί ήρθε ρήξη;
τι τάχα μου άραγε να φταίει
ποιος την κατάρα έχει ρίξει;

Πέθανε ο spil. Η Μαντινάδα
από καιρό έχει σιωπήσει,
της Πηνελόπης η λιακάδα
κι ο ήλιος των στίχων, έχει δύσει.

Ο Ίωνας με τον Μιχάλη
έχουν αλλάξει πλέον ρούγα
μα αρκετοί είναι κι οι άλλοι
που ανοίξανε γι’ αλλού φτερούγα

Έγραφε ο Χρήστος, μα κι εκείνος
πάει στο στρατί με αυτούς που φύγαν,
καλός είναι κι ο «Αρλεκίνος»
μα ο Τήνιος, κι οι ικανοί που πήγαν;

Και νοιώθω μοναξιά απείρως
που δεν μπορεί κάτι ν’ αλλάξει,
μα αν δεν συγκολληθεί ο πείρος
θα εκτροχιαστεί το αμάξι….

Μα κι άλλοι εδώ είναι φευγάτοι
στης απουσίας το μπουγάζι
και αλωνίζουνε οι γάτοι,
κι η μετριότητα οργιάζει…

Κάτι φωνάζω , κι έχω άγχος,
κι ας μη σκοτίζονται οι άλλοι:
«Αχ! δεν μπορώ άλλο μονάχος
βάλτε φωνή, ναρθούνε πάλι!!!!!!!!!!»

               7.08.2010


594
Της γειτονιάς μου οι πεζούλες
παίρνουνε της ζωής το χρώμα
μάνες…γυναίκες…μάλλον δούλες
την σκόλη τους κινούν το γιόμα

με ζέστες, με δροσιά, με αγέρα
έχουν γυρίσει απ’ το καντήλι
έχουν τη ρόκα τους στα χέρια
και στο αδράχτι τους σφοντύλι

το κάθε-τι, παίρνεις χαμπάρι
με του κουτσομπολιού την ούγια
τις ζαβολιές του κανακάρη
μα και του άντρα τους τα χούγια

ποια έχει μείνει γκαστρωμένη
ποιανού του κάηκε η στάνη
τίνος η γίδα η δεμένη
λύθη, και πήγε στο μποστάνι

ποια προξενεύουν του Ηλία
που ασπρίζουν πλέον τα μαλλιά του
ποιος φεύγει για την Αυστραλία
με λερωμένη τη φωλιά του

κι άμα τελειώνουν τα ωραία
σε τσακωμού μπαίνουν αλώνα
ποιο Ρίμινι, και ποια Κορέα
εδώ είναι οι μάχες του αιώνα

μαλλιοτραβήγματα η Ελένη
με σύμμαχο τη Βαγγελιώ της,
που είδαν τη Βουλιώ να μπαίνει
στις θημωνιές με τον καλό της

σταυροκοπιούνται στην καμπάνα
έχοντας του Θεού τον φόβο
μα ίδια ρυθμό με την αλάνα
έτσι στα μάτια μου τις κόβω!!!

Απ’ το σκοτάδι πια διωγμένες,
σπίτι, μες στης ζωής τα βίτσια
το παίζουν μάνες κι ερωμένες
στου αφεντικού τους τα καπρίτσια
 
  και τα παιδιά σκορπάνε λάρμα,
χύμα το σπέρμα οι αφεντάδες
αυτό είναι της ζωής το άρμα
έτσι τις μάθανε οι μανάδες
 
Της γειτονιάς μου οι πεζούλες
σμίγουν παιδιά, παιδιά χωρίζουν
γειτόνισσες!!! τις είπαν δούλες
μα αυτές τη γειτονιά μου ορίζουν!!!!!!!!
 
             26.07.2010


595
Ρηγμάτων παίρνω την αιμάτινη σχισμή

να ζωγραφίσω τις κλαγγές μιας ξιφασκίας,

με αποπαίρνουν της νυχτιάς κατακλυσμοί

και πέντε πάπυροι πανάρχαιας θρησκείας.



Με τις καρίνες και τ‘ αφρόξυλα του νου

θα διασχίσω δίχως ξάρτια τους υφάλους

θα βγω σε κύματα παλιού ωκεανού

να σε ξορκίσω να μην πας ποτέ με άλλους



Κι ενώ σε ορίζοντα μου είπες θα φανείς,

σε κάποια δύση για να σπάσεις τα δεσμά σου

μου λες: « με σβήνεις με κραυγές μιας ηδονής

και με σκορπάς μ’ ένα τρελό σπαρταρισμά σου».



Ρηγμάτων κέρματα κι αφύπνιση του χτες

εσύ ταξίδι ερωτικό με κάποιον άλλο

με τις Κερκόπορτες του «γεια σου» ανοιχτές,

πώς να μη βγάλω την κραυγή «Κόρη εάλω».



Δραματουργήματα, συρμάτινες ωδές

κι ένα πεντάρφανο καντήλι δίχως λύχνο,

φύγε απ’ της νύχτας το σκοτάδι κι έλα δες

στης λησμονιάς μου το σκοτάδι πως σε ρίχνω.



Φιλί δαγκάνα, σαν φαρμάκι από σκορπιό,

σημαδεμένος απ’ τ’ αργύρια του Ιούδα,

μ’ εκείνο τ’ όχι σου μου έδωσες να πιω

της λησμονιάς σου το χυμό, από άθλια φλούδα



23.09.09

596
Στα ενδότερα της άβυσσου που πας
με ρούχο λησμονιάς για να με ντύσεις
σου ρίχνουνε βολές κατά ριπάς
δεν έχεις ένα βόλι ν’ απαντήσεις!!

Και βγαίνεις στη νυχτιά την ορφανή
ταξίδι με  αετούς, μα δικεφάλους,
που το ένα βλέμμα τους, μεσουρανεί,
και το άλλο τους, με πνίγει στους υφάλους.

Η ρότα σου σε βγάζει στ’ ανοιχτά
εκεί που ο καημός βγαίνει στο υφάδι,
μα ο Κέρβερος πως θέλεις ν’ αλυχτά
αιώνες μακριά απ’ την πύλη του Άδη.

Με βέλη του φευγιού σου με τρυπάς
και χάνεται η ζωή με αρχαίο ρόγχο
σημάδι, με βολές κατά ριπάς
με βάζεις, μα ποτέ δεν πιάνεις στόχο!!!

                     10.07.2010

597
Με σέρνεις σ’ ένα δίκοπο μαχαίρι να ματώσω
λέγοντας πως το αίμα μου, θα φέρει θησαυρό
μα οι Ερινύες μου είπανε, το δάκρυ να πετρώσω
κι άλλης αγάπης ουρανό να ψάξω για να βρω.

Και μ’ ένα δάκρυ θαλασσί έντυσα το όραμά μου
με το φεγγάρι θύμα μου και το άστρο για οδηγό,
μα ποια να πάρω απόφαση σε αυτό το δίλημμά μου,
οι Ερινύες ν’ ακουστούν, ή εγώ να αιμορραγώ;

Προτού να κάνω ταίρι μου τη νύχτα της αβύσσου
σ’ έχρισα φως ανέσπερο σε όνειρο φαιό,
σαν είδα στο σπαρτάρισμα της άγιας ηδονής σου
αγάπη να με αποκαλείς, όνειρο, και Θεό!!

Με σέρνεις σαν πεφτάστερο ξανά στους ουρανούς σου
και ξεφυτρώνεις μάτια μου, σε κάθε μου δεινό,
ας είπαν οι Ερινύες μου  να βγω από τον νου σου,
θα είσαι το φεγγάρι μου, βαθειά στον  ουρανό!!

                             6.07.2010

598
Παλιά μου ζήταγες με κλάματα συγνώμη
μα έψαχνες πάντα τον μεγάλο εμπαιγμό μου,
σε ξαναβρήκα αυτοκράτειρα στη Ρώμη
να σχεδιάζεις τον μεγάλο τον διωγμό μου.

Οι παλλακίδες μαύρο σάβανο μου ράβουν
εγώ ξεχνούσα τον καημό με κούπες ρούμι
έστειλες πραίτορες νυχτιά να με συλλάβουν
και με πετάξανε σε ανήλιαγο μπουντρούμι

Ήρθε ένας δούλος σου με ύφος Φαρισαίου
κι όπως μου λέει: μη τολμήσω να σου γνέψω,
με οδηγεί μες στο τερέν του Κολοσσαίου
μ’ ένα λιοντάρι δίχως όπλο να παλέψω.

Καθώς με πέρασαν μπροστά απ’ το θεωρείο
είδα την δίψα σου για φόνο , μες στο βλέμμα
απέναντί μου πεινασμένο το θηρίο
ο βρυχηθμός του πως μου πάγωνε το αίμα….

Λίγο τις σάρκες μου πριν σκίσει, σε αντικρίζω
να αλαλάζεις με ηδονή, εγώ πεσμένος!!!!!
Αφού σου δίνει τη χαρά αυτό το γκρίζο
φεύγω καρδιά μου, και δηλώνω ευτυχισμένος!!!!

                  28.06.2010

599
Με το φιλί σου σύριγγά μου και βελόνα  
μ’ εσένα σκόνη μου, νυχτιά, στην Επιδαύρου 
μαχαιρωμένος είχα πέσει στον αγώνα 
καρδιά μου θύμα του στιλέτου σου του μαύρου
   
Δεν είχα τίποτε μαζί σου να χωρίσω 
ούτε απ’ τον όλεθρο να βγω είχα ελπίδα 
μα όταν σου είπα: «την καρδιά δώσε μου πίσω» 
άστραψε πάνω στο κορμί μου η λεπίδα   
 
Η «εντατική» μου, λεν’ νωρίς θα με ξοδέψει, 
μ’ έχω συλλάβει να τραβώ τη χαρακιά μου, 
έστω κι αν λες πως για χρονιές σ’ έχω παιδέψει, 
σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό το χτύπημα γλυκιά μου.   
 
Με το φιλί σου σύριγγά μου και βελόνα 
ήρθα μιά φλέβα δανεική να σου γυρέψω, 
τώρα που κάνω με τον Χάρο αρραβώνα 
θέλω ναρθώ μια ζεϊμπεκιά να σου χορέψω!!
   
20.06.2010 

600
Είχες καρφώσει τη ματιά πίσω απ’ τη γρίλια
για ν’ αντικρίσεις γητευτές των αισθημάτων,
δεν το ποντάριζες το κόκκινο στην μπίλια
κι είχες το μαύρο, σ’ ένα πάνθεον χρωμάτων

Είχες για θέσφατο, τη νύχτα σου μονάχα,
βαρυποινίτισσα καημών και οραμάτων,
έλεγες: « ένα σου φιλί καρδιά μου να ‘χα
θα με είχε βγάλει στην πηγή των αθανάτων»

Κι ας είχες στήσει τα καλύβια σου με πλίνθους,
ας ανεμίζανε στα πρίμα οι καιροί σου
πως να χαράξεις τους καινούργιους Λαβυρίνθους
που θανατώθηκαν ξανά οι Μινώταυροί σου.

Έπλεκες δράματα με δυό όνειρα βελόνες
κι είπες: « με φόρα τις περνώ τις Συμπληγάδες»,
πατριδοκάπηλοι σε φύτευαν αιώνες
σε περιβόλι, που ποτίζανε Μαινάδες

Μα τ’ Αυγουστιάτικα φεγγάρια τα ‘χες χάσει
πριν ξανεμίσει ο Μαϊστρος τα πανιά σου,
κι ενώ έχεις πει το σ’ αγαπώ, σ’ έχω διχάσει,
ποιον να διαλέξεις εραστή, και ποιον φονιά σου.

Είχες ανθόκηπους κλαδέψει, κι είχες φύγει,
κι ας είχαν πει πως είναι ο πόνος σου περίσσος,
όσοι αγαπήσαν το κορμί σου είναι λίγοι,
οι πιο πολλοί που σε ποθούν, νοιώθουνε μίσος!!!

15.06.2010

Σελίδες: 1 ... 21 22 23 [24] 25 26 27 ... 31