Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Θέματα - Malezyanni

Σελίδες: [1] 2
1
Καρεκλάτο μπάντζι

Μη με μαλώνεις Εύα που σε βρίζω
με με χαστουκίζεις και με λες μισογύνη

μισός γυναίκα μισός άντρας
Στο κρατάω από τότε που ήθελες να είσαι στο πλευρό μου
και όχι το πλευρό μου
από τότε που χωριστήκαμε.
Άντε πνίξου Εύα που μας πέταξες απ' τον Παράδεισο
κι από τότε δεν σ' αναγνωρίζω.
Κι όπως λέει ο Ηράκλειτος
δεν μπορείς ποτέ να φιλήσεις δυο φορές τα ίδια χείλη
γιατί κάθε στιγμή αλλάζεις Εύα μου
όταν καθαρίζεις τα μήλα
όταν κόβεις το ψωμί
αλλάζεις χείλη
κι όταν λες "σε θέλω"
αλλάζεις
Γι' αυτό
(δεν)
σ' αγαπώ
Κι όταν μετά τη δουλειά πίνω
θέλω να γίνομαι ντίρλα
για να ξερνάω το ποτάμι των αμαρτιών που τρώει το στομάχι μου
προσκυνώντας την λεκάνη σου
δακρύζοντας εξομολογητικά στην λεκάνη του μπάνιου
γονατιστός μπροστά της λίγο μετά την αφόδευση
φιλώντας το καπάκι
έτσι για να θυμάμαι ποιος είμαι.
Και να προσποιούμαι πως δεν θα το ξανακάνω
και το επόμενο βράδυ το στομάχι να κραυγάζει πάλι την αλήθεια
με τρεις σουβλιές
Δεν μπορείς να φιλήσεις δυο φορές τα ίδια χείλη
κι αυτό είναι η πτώση Εύα μου
κι αυτό είναι μονογaμία
μία φορά και γεια σου
ή
η πολυγaμία της ξεφτισμένης εικόνας σου
Να σταθώ μπροστά στον γκρεμό και να βουτήξω για το όλα ή τίποτα
ή
να περπατήσω πάνω στην γέφυρα που χτίσαμε τόσα χρόνια
με παιδιά
με δουλειά
με σπιτικό
και να περάσω ένα ελαστικό σχοινί γύρω μου
για να βουτήξω
γνωρίζοντας πως κάθε επαναφορά θα είναι και πιο αδύναμη απ' την προηγούμενη
ίσα ίσα για να νιώσουμε ασφάλεια
και λίγο περιπέτεια
Δεν μπορείς να φιλήσεις δυο φορές τα ίδια χείλη
εκτός κι αν δεν τα φίλησες ποτέ
τότε σε κυνηγάν για πάντα
Έφυγες
ίσως να έφυγα κι εγώ
κι από τότε περιμένω στις στάσεις των λεωφορείων
ψάχνοντας την διαδρομή που κάποτε ακολουθούσες
το 11 το 14 ή το 15
Όμως είχες φύγει
Κι αποφάσισα να κάνω μπάντζι τζάμπινγκ
με ένα γερό σκοινί και μια καρέκλα

2
 
  Πίστεψα σε σένα χωρίς να ξέρω τίποτα 
   
  για σένα 
   
  Με την ίδια λατρεία που είχα 
   
  για τ' αστέρια σαν μωρό στην κούνια με την κουδουνίστρα 
   
  Όχι με την ανάπηρη πεποίθηση του ρομαντικού αλλά 
   
  γνωρίζοντας πως γεννήθηκα Μάγος 
   
  Τα παράτησα όλα κι άρχισα ταξίδι να σε βρω 
   
  μ' έναν γυάλινο μονόκερο στα χέρια για δώρο 
   
  ακολούθησα τ' αστέρια. 
   
  Μην διδάσκετε ιστορία στα παιδιά μας 
   
  δεν ξέρετε πως πέθανα προσπαθώντας 
   
  να ξεχάσω; 
   
  Κάθε θάνατος, κάθε φόνος, κάθε οικονομία 
   
  κάθε καθεστώς, κάθε απουσία γυναίκας 
   
  δεν μ' άφηναν να κοιμηθώ 
   
  Και κυρίως τη γλώσσα μην διδάσκετε 
   
  έχασα τόσα δειλινά μέσα στην σκέψη 
   
  και την κουτσή περιγραφή 
   
  μέσα στο χάος της γλώσσας 
   
  χάνοντας μια για πάντα την σιωπή. 
   
  Τα μαθηματικά δεν μ' έβλαψαν τόσο 
   
  μιας κι έμαθα γρήγορα απ' τη γιαγιά 
   
  την πρώτη που πέθανε πως όλοι 
   
  πεθαίνουν 
   
  ακόμη και οι Μάγοι που λατρεύουν αστέρια 
   
  ακόμη και τ' αστέρια απ' την Φυσική που τόσο μίσησα 
   
  Μόνο αυτά όμως αφήστε να διδάξουν 
   
  όσο μένουν 
   
  γιατί γνωρίζουν 
   
  πως το φως τους προέρχεται απ' την ομορφιά του κλαμμένου σου προσώπου.   Και μες την μοναξιά τους 
   
   ακτινοβολούν και τη μοιράζουν 
   
  για να 'χει λίγο φως η κουδουνίστρα μου 
               ἐν αὐτῇ γὰρ οἱ τοῖς ἄστροις        λατρεύοντες, ὑπὸ ἀστέρος        ἐδιδάσκοντο, σὲ προσκυνεῖν, τὸν        Ἥλιον τῆς δικαιοσύνης

3
Γιατί δεν συμπόνεσες
αυτούς που αυτοκτόνησαν
ομαδικά
σε μια τελική ελπίδα να μοιραστούν
το θάνατό τους
Που παίζουν κάθε μέρα
κορώνα-γράμματα
και διαλέγουν την κορώνα
ενώ μπορούν να πεθάνουν
Κι αν κάθε μέρα έρχεται κορώνα
δεν πάει να πει πως από μια στιγμή
και μετά
δεν θα έρχεται συνέχεια γράμματα
Ξύπνα απ' τη νιρβάνα σου
μου ψιθύρισε η μάνα
Κι ο Cobain μου χαμογελούσε πίσω απ' το τζάμι
όπως έκλεινα τα μάτια.
Βούτηξα σε μια μπανιέρα με καφέ
απορίπτωντας το αλκοόλ και τα φάρμακα
Κι έτσι όπως ήμουνα γυμνός
-δεν είχα τσέπη για περίστροφο-
βούλιαξα μες τον καφέ
Είναι αλλιώτικο το
μπορεί να πεθάνω
απ' το μπορώ να πεθάνω
Τεντώνεις μετά τη μουσούδα σου
στον αέρα και περιμένεις
να συλλάβεις μια μυρωδιά ερεθιστική σαν της γάζ-ί-ας
κλείνοντας το ραδιό-φονο
την πλακωνόπορτα
μπαίνοντας σαν κλέφτης στις 4 το πρωί
για να μην ξυπνήσεις
κανέναν
τους γείτονες
τη μάνα
τον εαυτό σου
Πετώντας την γόπα της πυγολαμπίδας
στο δρόμο απ' τον τρίτο
Την παρατηρείς να σβήνει
και χαίρεσαι που έδιωξες το άγχος να σε πιάσουν
ν' αργοπεθαίνεις
Βλέπεις τον θάνατο να ξεψυχάει
στο δρόμο
και προσπαθείς αθόρυβα να κοιμηθείς
χωρίς στριφογύρισμα, ιδρώτα
χωρίς την παγωνιά του σώματός σου
Είναι αλλιώτικο να μένεις ξύπνιος
όταν δεν σε παίρνει ούτε ο ύπνος
Κι εκεί ξαναπιάνεις τα φάρμακα
το αλκοόλ
Κι όπως ψάχνεις στο ακατάστατο
δωμάτιο
και στο σκοτάδι
το περίστροφο υπό τους ήχους κροτίδων
Πέφτεις ξερός απ' τον φόβο

4
Θυμάσαι; Θυμάμαι να λες και να ματώνεις
θυμάσαι που πέφταν οι βόμβες πάνω σε παιδάκια γυναίκες γέρους ελέφαντες αγόρια
σου
                                κρατούσα το χέρι μια κρύα βραδιά.
Θυμάσαι που βίαζαν τη μητέρα σου            και           την κόρη που παραβλέπαν την               περίοδο
σου
 χτένιζα τα απαλά μαλλιά με τα δάχτυλα
'Η τότε που μπήκαν στο σπίτι σου και κλέψαν όλα τα χρυσαφικά και την παρθενιά                             σου;
και γω χαμογελούσα

Χαμογελούσαααα και έσπαγα τα τέμπλα και τις εικόνες και πάγωνα  και πάγωνα
κι εσύ ήθελες    πίσω   τα δανεικά σου  και σου έγδερνα τη φάτσα και τις τσέπες τις λειωμένες με κερί

Με θυμάσαι τώρα; Που τουμπανιάζω τα μαυράκια για να περνάς εσύ καλά ή τουλάχιστον να τα βολεύεις;

Όμως εγώ αγάπη μου     είμαι τρυφερός και γλυκός....έτσι δεν
είναι;
είμαι;

Γι αυτό ζήτησες να με παντρευτείς


κι έτσι μου λείπει η                         απουσία σου
           


                        Όταν παράτησα τα πάντα για το γάμο      σου
όταν ξέχασα τα προβλήματα των άλλων
                                                                               άρχισε το μεγάλο μου 
Πρόβλημα

Με θυμάσαι πώς ήμουν;



5
Τινάζοντας αυτάρεσκα
το σπέρμα που με γέμιζε
Έτσι τέλειωσα
ομοιοτέλευτα
Κι έριξα χλωρίνη τη βροχή
για να παίξω κρυφτό με τις πομπές μου
αγαλματάκια
με την αναπαραγωγή
να φανώ καυστικός
με το κόκκινο φώς
στα μάτια
Μόνο μια σταγόνα κράτησα
αυτήν που δεν έλεγε να χαιρετήσει
την άλειψα στα χείλη
κι ήρθα να σε φιλήσω
Δεν ξεγελάστηκες
Η χολή
Η χολή πέτρωσε
Τινάζοντας αυτάρεσκα
το σπέρμα
Κρατώντας μια σπίθα
λευκή
στα χέρια
και μιαν ακούραστη αγάπη που την είπες φαντασίωση πετώντας με έξω απ' το παράθυρο πετώντας με έξω
πετώντας
εσύ
Έτσι πετάχτηκα απ' τον ύπνο

6
Κι έρχεσαι συ τώρα
να μου πεις γιατί γράφω
και τι κάνω στα ποίματα μου
Αντίθετα με σένα
έχω πάψει ν' ασχολούμαι
από καιρό
Τα δίπλωσα στις τέσσαρες άκρες
αυτό τα 'κανα
κι ύστερα τα ρίζωσα σε
πάτους
άδειων μπουκαλιών μπύρας
Τα 'βαλα φωτιά ρε
πριν τα καταλάβει κανείς
για να πάνε στον Παράδεισο
παρθένα
Μα ο εμπειρογνώμων
παρθενιακής καταστάσεως
ο διακορευτής μου
αποφάσισε πως ήταν βόμβες
ίσως
Τα πέταξα φλεγόμενα
ακαθόριστες φωτιές
ά-σχημες
στα πόδια μπάτσων
γιατί φαντάστηκα, πως φταίν' αυτοί
γιατί κόντεψα να πιστέψω πως θα τους νοιάξει
γιατί λείπεις
και έσμπρωξα μες τις αλυσίδες και τις γραμμές
στους στοίχους ανθρώπων λέξεων
για να βγω μπροστά
στήθος με στήθος φώναζα
ούρλιαζα τραβώντας
τα κλαδιά της ιτιάς που φύτρωναν
στο κεφάλι μου
και σκάλιζα τις δυο πέτρες πάνω απ' την κυρτή μύτη
για να τις ξεριζώσω
παρακαλούσα
κι όλοι με λέγανε τρελό και φαντασμένο
ικέτευα για λίγα χημικά
" Ρίξ τε τα χυμι κα σας ρεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε"
Γιατί λείπεις
τα δακρυγόνα μου στέρεψαν
Έν' άδειο μπουκάλι Amstel
κι έν' άγραφο ποίμα
γιατί έτσι μου αρέσει
γιατί τίποτ' άλλο δεν μου 'χει μείνει
από τότε που ό,τι ζήτησα θέλησε να παίξει θέατρο
στο Κρατικό

7
Και να που έγινα
ένας απ' αυτούς
παπαγάλος στον φουσκωτό ώμο του καραβανά
Έμαθα και λέξεις
Μάλιστα διατάξτε
οχτώ μήνες είναι θα περάσουν
θα περάσουν τα διαμελισμένα σώματα
στο χώμα
ένα κομμάτι κρέας το παιδί
και ξεμυαλισμένα χύμα κρανία
θεία κοινωνία
αν δεν μπεις στην αρβύλα
πώς θα καρεκλώσεις αναπαυτικά
τον κώλο σου;
ηθική ακμαιότατη
να περνάει εντατική σύριγγα
κάτω απ' όλη την επιφάνεια
του δέρματος
τα νεύρα του κράτους
πονάνε οι φαντάροι
αντοχή ατελείωτη
οχτώ μήνες ας βάλουμε και μεις
το χεράκι μας
Κι όταν αντικρύζω τον καθρέφτη
για το υποχρεωτικό καθημερινό
κόντρα ξύρισμα
να αγνοώ τις δαχτυλιές
ξυρισμένος παπαγάλος
στο χρώμα της χλέπας και του πύου
Εγώ. Που όταν ήμουν παιδί φορούσα κολώνια
κάθε βράδυ
περιμένοντας την γυναίκα των ονείρων μου
Που κάθε ύπνος ήταν πρώτο ραντεβού και τελευταίο με το
γαλάζιο

8
Ο μολυβένιος στρατιώτης
ξέμεινε από μελάνι
κι έφαγε το σώμα του
πάνω στο χαρτί
γρατζούνισε την καρδιά του
για να γράψει
Ο μολυβένιος στρατιώτης
το ξεχασμένο τριαντάφυλλο στο πατάκι
αποξηραμένος σελιδοδείκτης
για την χορεύτρια του
αέρα
Ο μολυβένιος
η ξεχασμένη
που ήταν κάποτε παιδί
και πάτησε με την αρβύλα
την κατσαρίδα
και την έλιωσε
την ξέχασε
Ο μολυβένιος στρατιώτης
κάτι γυρεύει
κι ακούει καμπάνες
πηδάει μάντρες
περιμένει στην πύλη
πάντα περίμενε
όσο κρατάει το δίωρο
της υπηρεσίας
η διωρία της υπομονής
ώσπου να μαλακώσει το τσιμέντο
η μοναξιά
της τούρκικης τουαλέτας
Κι η χορεύτρια
χορεύει
απλά χορεύει και
δεν την νοιάζει
Κι ύστερα σου πιπιλάνε
πως ο στρατός δεν έχει
λογική.
Μακάρι να 'ταν έτσι
θα τον έλεγα αγάπη
θα τον έλεγα ποίηση
ντυμένη στο χακί.

9
Ο σκα(σ)τό-χοίρος

Δυο στάλες καθαρές δεν έχω
ν’ ακουμπήσω στη γλώσσα σου
να ξεγελιόμαστε πως με γεύτηκες
μόνο κάτι καμπανάκια στη σειρά
πολυσήμαντρα

Άμα νιώσεις έναν μωβ αέρα
διάδρομο στο παρκέ
δεν φταίω εγώ είναι
ο καμπούρης ο κωδωνοκρούστης
που δεν μ’ αφήνει αταλάντευτο

Εξάλλου ο σκαντζό-χοιρος
μια γάτα που νοιάζεται
πιο πολύ για τον εαυτό της

10
Τίποτε άλλο
μια λάμπα φθορισμού
σπαρταράει
ζωντανή
νεκρή
ζωντανή
νεκρή
νεκροζώντανη αυτοκτονεί
sky σκάει spy σπάει
να σ' αγγίξει
το σκοτεινό plasma
το κρυστάλλινο θραύσμα
η λα
  λ
 ΄

11
Σ' αγκαπώ
έτσι
με σπαστά ελληνικά
με ραγισμένα δόντια
και λέξεις επτασφράγιστες
με γέφυρες στο στόμα
και μια γλώσσα ξύλινη
έτσι
Σ' αγκαπούσα

12
Το και τός
ο Τιτάνας Τέτανος

Μη μου μιλάτε
ήταν ξυράφι
Μη μου μιλάτε
κι έγινε λεπίδι
Θα βγάλεις τον σκασμό επιτέλους;
μέχρι και ξίφος έγινε
Σκάσε ρεεεεεεεεεε

Νοσοκόμα: Συγχαρητήρια. Ξίφος.

Κι ο Μίλτος κλαίει
κι εκείνη ηρεμεί.

“ Σας το 'χω πει. Δεν θέλω ερωτήσεις για το παιδί. Ναι, το ξίφος εννοώ. Ούτε παρηγοριά ήθελα. Όταν γεννάω βρίζω. Δε φταίω εγώ. Ούτε εσύ Μίλτο. Συγγνώμη. Έπρεπε να το βγάλω απ' την κοιλιά μου. Έπρεπε. Θα μεγάλωνε και θα...”

Ο κόλπος σκίστηκε
η γάγγραινα στα πόδια
η παράλυτη
και το ξίφος σταυρός.
Μόνοι
Μόνη
Μονή

Υ. Γ. Το ξίφος βγήκε μαυριδερό.
Σκουριασμένο το είπε η Νοσοκόμα.
Ο Μίλτος δεν το αναγνώρισε δικό του.
Θα γινόταν μεγάλο...

13
Όταν βλέπω έναν άνθρωπο
μόνο του σε κάποιο μπαρ
τον κοιτάζω εκστατικός.
Σαν ξεβαμμένη εικόνα του Θεού.
Μόνο σε κάτι ξεχασμένες ιστορίες
προσπαθώ να θυμηθώ
ζευγάρια.
Ίσως η μοναξιά να είναι χαραγμένη στο κούτελό μας
Από τότε που μαχαιρώσαμε τον Άβελ
και μεγαλώσαμε.

Βάλθηκα λοιπόν να φτιάξω το ποίμα της ειρήνης.
Που θα περνάει κυκλικά από χούφτα σε χούφτα
Και θα σαλιώνει στα στόματα.
Κι έμεινα με το στυλό στο χέρι
δίχως να χύνεται η μελάνη

14
Είπα κάποτε αν
δεν πονέσω δεν
θ΄ αγαπήσω.
Μα τώρα ζηλεύω τον λεπρό
που ξεσκαρτάρει μνήμες
Λέω να διαμελιστώ
εν μετανοία
μπας και σκορπίσει ο πόνος (που φαγουρίζει όλο μου το σώμα)
Μήπως τα κομμάτια μου
σχηματίσουν εξάρες στο μωσαϊκό
Μπογιατίζω τις γραμμές του προσώπου σου στον καθρέπτη
με ξεβαμμένα πινέλλα και χρησιμοποιημένα σου κραγιόν
Να σε βλέπω μέσα μου Ωραία Κυρία να χαμογελάς
που 'πιασες κότσο στο κεφάλι πίσω
τα φιδάκια της Παναγίας
Στεγνώσαμε κλαίουσες
ιτιές
Πράσινες φλέβες τα κλαδιά μας
στα πρόθυρα εμφράγματος
κολλημένες στο σταχτί δέρμα του ερηπωμένου σπιτικού μας.
Αυτού που χρόνια οχτρεύεσαι.
Τα πάντα ρει
κι η ανάγκη μένει.

15
Τι να τα κάνω τα ψηλά κυπαρίσσια
έτσι κι αλλιώς μυρίζουν
θάνατο
περήφανα

Εμένα η πεταλούδα μου
αρέσκεται στους
μωβ
πανσέδες.

16
Έστριψα τη ζωή μου
σε παραισθησιογόνα δίφυλλα
και τρίφυλλα
προγράμματα.
- Κερνάς;
- Όχι, είναι το τελευταίο.
- Μια τζούρα;
- Είμαι άρρωστος και θα σε κολλήσω. Άστο.

17
14 Απρίλη 2008

Όταν χαθούμε
μη ξεχνάς
στις βροχές
κρατούσαμε αγκαλιά
την ίδια ομπρέλλα

Κι ας έγινες γυαλί
και 'γω βροχή
που μόλις σ' ακουμπάει
δακρύζει

Απόψε οι γειτονιές
μυρίζουν στ' άρωμά σου.

18
"Ποιητική Συλλογή" Εκκλησιαστής (Ένας καλόγερος στον κόσμο αφηγείται)

Εσπερινός

"Φώς ιλαρόν Αγίας Δόξης"

Τι να 'ναι αυτό το φως
τόσο λευκό που πια δεν έχει χρώμα
τα βλέφαρα μου κάηκαν
μια νύχτα του Φλεβάρη

Στάχτη τα παραθυρόφυλλα
και στα παντζούρια εκρήξεις
Το φως μπαίνει ελεύθερο
το φως είναι ελεύθερο

Η Ίριδα έκανε φτερά
και ντάμα της η Κόρη
Κόσμο δεν βλέπω πια
μονάχα αγγέλους

Κόσμο δεν βλέπω πια
μόνο μυρίζω
στο θυμιατό θυμάρι
ο κόσμος μυρίζει θυμό

Σαν το θυμίαμα
να 'ρθει αγάπη μου
το κάλεσμα
εμπρός σου.

19
 Έρωτας Πλατωνικός
Τα λόγια που ξεστόμισα
λογάριασ' τα περίσσεμμα ψυχής
κι αν είπα κάτι παραπάνω
συγχώρα με
ψυχή μου.

Ψυχή που τόσο επόθησες
πάλι ψηλά να φτάσεις
ψυχή μου, λιονταριού εσύ
που νέκρωνες τα πάθη

Τα λόγια που σου έγραψα
έλλειμα θάρρους μέτρα τα
κι αν δε σου τα 'γραψα κι αυτά
συγχώρα με
καρδιά μου

Καρδιά που δε ξεθάρρεψες
ποτέ να ξεμυτίσεις
καρδιά μου, σπουργιτιού εσύ
που πέταξες να φύγεις

Ότι να πω, θα 'ναι πολύ
ότι να γράψω, θα 'ναι λίγο
Να 'μουνα τόσο ακριβός
ακριβής
αγάπη μου

Αγάπη.... που...

20
Θα σου δινα τα πάντα
και θελεις τα διπλα
στα δυσκολα πετουσες
πνιγεσαι στ' απλά

Ειν' ερωτας το ξερω
μα θελεις πιο πολυ
ο έρωτας δε μετριέται
λιγο τι παει να πει

Το λίγο δε σου φτάνει
μπουκωνει το πολυ
τα χερια μου θ' ανοιξω
ο ηλιος για να μπει

Τα χερια μου θ' ανοιξω
τα μάτια μου κλειστα
αυλη η αγκαλιά μας
κι ας ζουμε χωριστά

21
 
       Γλυκο προσκεφαλι                       
Με μάτια πικραμένα
με δακρυσμένα μάτια
σ' ολόχρυσα παλάτια
και πάλι κλείστηκες
 
Με χείλη ξεβαμμένα
με φιλημένα χείλη
αδειάζεις το ποτήρι
στον πάτο του γελάς
 
Refrain:Γλυκό μου προσκεφάλι
σε θέλω σαν έρθει το σκοτάδι
με πούπουλα ντύσου και έλα κοιμήσου
μ' εμένανε πάλι
 
Αδειάζεις την καρδιά μου
και την ξαναγεμίζεις
μα μην μου την στολίζεις
με κάλπικα φλουριά

22
 κολ

23
Σκασμός!
Ακούστε,γίνεται χαμός.
Σιωπή!
Κομμάτια γίνεται του ανθρώπου η ψυχή.

Μπροστά σε δυο ποτάμια βρίσκεται
δεν ξέρει να διαλέξει
σε κουρτίνας καταράχτη πνίγεται
βουλιάζει η σκέψη

Γιατί
ο ήλιος να 'ναι βασιληάς,λίγο πριν κρυφτεί
Ηλιοβασίλεμα
κι αμέσως σκοτάδι σε δωμάτια απάνεμα

Άσπροι τοίχοι άσπρα κελιά τον έχουν σημαδέψει
μαύρη ψυχή μαύρο πουλί δώσ' της φτερά να αντέξει
εσύ μικρέ αναγνώστη που παράξενα κοιτάς
μόνο εσύ μπορείς να ξεδιαλύνεις αν πετάξεις,αυτό που χρόνια,το φοράς

Λογική
δεν υπάρχει στο γιατί
Ανατολή
μα φως ακόμα απο λαμπτήρες

Άλλη μια νύχτα δεν κοιμήθηκε
φοβάται εκείνον τον σύντομο θάνατο
τον πόνο ή την αποτυχία
να γευτεί σαν φαγητό ανάλατο.

Χρυσόσκονη
Ρίξε σαν αλατοπίπερο στη σκέψη
Τροφή
στροφή του νου,οι λέξεις

Έγινε άνθρωπος κοινός και στη δουλειά όλα ωραία
μα εκεί του εμφανίστηκαν τα μάτια τα μοιραία
τα 'χασε μιλιά;φωνή;δουλειά; όλα χαμένα
κι όλα αυτά γιατί δεν γνώρισε κανένα

<<Έν οίδα ότι ουδένα οίδα>>


Μη
μιλάς σε αγνώστους άκουγε απο παιδί
Τώρα
σε μια πόλη γνωστών αγνώστων ζεί.

Βοήθεια ζητώ,θέλω τον κόσμο μου να τον μοιράσω
μια αγκαλιά αρκεί,αγάπη να γιορτάσω
συνέστραμενο δάκρυ μου η μόνη μου καταφυγή
αυτός ο άνθρωπος είναι δικός σας,πουλάει όσο όσο την ψυχή

Βοήθεια
με τρώει η συνήθεια
Σιωπή
έλα και δώσ' μου το φιλί
Αρκεί...

24
             Ο έρωτας κι ο ποιητής

Για κόσμο ακούω και κόσμο δε βλέπω
γουρούνια κάνουν γύρους και χορεύω
μεγαλώνουν,τρώνε πίνουν και πεθαίνουν
μα ξαναγεννιούνται,και μ' αρρωσταίνουν

Δυο μάγοι μόνο μπόρεσαν το ρέμα να περάσουν
ο έρωτας κι ο ποιητής
παίρνουν το νήμα,το μετρούν τον κόσμο τους να πλάσουν
μα οι χοίροι ακόμα πνίγονται,στο ρέμα θα γεράσουν

Πήραν οι μάγοι τα υλικά και φτιάξαν παραμύθια
στο χοιροστάσιο ρίξανε μια δόση απο αλήθεια
μα το βοτάνι ειν' ελαφρύ,βαριά η ίδια μέρα
ν' αλλάξει κάτι δεν μπορεί μέσα σε τόση λέρα.

Με έναν μαγικό αυλό θα ΄ρθω να σας ξυπνήσω
θα κάνω τον χοιροβοσκό,μα στέκομαι πιο πίσω
αν δε γνωρίσετε έρωτα,η μουσική μαραίνει
κι ο έρωτας,ο ποιητής,άδοξα θα πεθαίνει.

25
      Ο ποιητης στην ακρη
Εφτιαξα νεο σκηνικο,θεατρικο
με εναν στιχο καλπικο,φτιαχτο
εχω πολλα μες στο κεφαλι
ομως δεν εχω εσενα πλαι
 
Αχ να 'χες πρωτο ρολο εσυ
στης μελανής ζωης την προβα
εχεις για αληθεια την μιση
κι αγυριστη σου ροδα
 
R:Κοιμησου καπου εκει γλυκα
στου νου μου τα σκοταδια
δε θα σου δωσω αλλα απαλα
και πουπουλενια χαδια
 
Φορας μια φουστα λαμπερη
και μασκα που δε βγαινει
μιλας για την πολιτικη
σαν να σε ενδιαφερει
 
Θα σπασω τον γυαλινο σου κοσμο
κι απο τα συννεφα θα πεσουμε στη γη
στη γη ομως θα μυριζουμε το δυοσμο
κι ο δυοσμος θα θυμιζει το γυαλι
 
Κι ο ποιητης στην ακρη
βλεπει και καταγραφει   
μα ειναι ανωριμος πολυ
και πηγαν ολα στραφι

Σελίδες: [1] 2