Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Θέματα - Stergios Kourou

Σελίδες: 1 2 3 4 [5] 6 7
101
She used to stand in the rain
singing songs for the past time
and all my sadness she’d drain
inside a glass of blood red wine

While she recalls yesterdays
her mind relives every season
and that pure smile in her face
softly unveils every reason

She said it’s not the past
that twinkles in her eyes
It’s just that things don’t last
and all that ifs and whys


Then like a bronze statue nailed
smeared in discolored cosmetics
broods over all that she failed
through acts of poor aesthetics

I know that words cannot reach
the winding road that brought us close
Warmth to depart thoughts and wits
outside the docks of her mindloss

I said there is no life
without ifs and whys
Then it is just a death
you have to realize

102
το καλοκαίρι ζει στην άκρη κάποιας νήσου
εκεί φθαρμένη σε μια χούφτα αναμνήσεις
σε μια παραίσθηση κι απόψε θα αφήσεις
σ’ ένα ρεσό να τρεμοσβήνει η φωνή σου

κι η απουσία έχει αφήσει κλειδωμένο
πίσω απ’ τα τείχη του ωχρού της ανακτόρου
σε κάποιο δείπνο στο αχνοφώς του φθινοπώρου
ένα χαμόγελο δικό μου προδομένο

είχε προλάβει ο χειμώνας να απλώσει
σ’ όλη την πόλη τη λευκή του τη μπουγάδα
όταν η σκέψη μου τρελή σε μια νιφάδα
τον έρωτα σου προσπαθούσε να παγώσει

με μια αγκαλιά λογιών ολάνθιστες τουλίπες
βουτά η άνοιξη στον κόρφο της ρουτίνας
κι εγώ κοιτώ πίσω απ' το κύμα της κουρτίνας
πώς αχρηστεύει τις μονόχρωμες μου λύπες

103
Sorry ρε παιδιά, ρώτησα και τη μάνα μου, αλλά δεν ήξερε...

Θέλω να μετατρέψω καμμιά 200αρια quick time movies σε mpeg!
Υπάρχει κάποιος τρόπος;
Μακάρι να υπάρχει γιατι θα με βοηθήσει πολύ!

Επίσης ψήνω ένα μεγάλο κομμάτι χοιρινό στη λαδόκολλα,
στους 200 βαθμούς, για δύο ώρες και μου βγαίνει λουκούμι!!!

Υπάρχει καποιος τρόπος να μου βγεί εκμέκ καταϊφ;

104

Γι αυτήν χανότανε στιγμές σε μύριες θύμισες
πρώτα αυτή, μετά η ζωή και όλα τ’ άλλα
γέρος σακάτης πια μ’ ένα ποτήρι γάλα
τα πρωινά την εξυμνούσε στις μαγείρισσες

Εκατόν μία οι χρονιές του και δυο πόλεμοι
μνήμες ατέλειωτες ξυπνούσαν το βραδάκι
κι εμείς μικροί μα πετρωμένοι μπρος στο τζάκι
στιγμές πετιόμασταν γυρίνοι ετοιμοπόλεμοι

Θαρρείς πως έδινε η ψυχή χρώμα στα ράσα του
μπρος μας σαν πάλευε τη μάχη να απλώσει
κάθε του λέξη μες στο τζάκι να πυρώσει
λες κι ο καπνός έκοβε πάλι την ανάσα του

Μια μέρα έσβησε η ανάσα του μονάχη της
κει που σωπαίνουνε του χρόνου οι καταρράκτες
κι αφού μας έγνεψε απ’ ονείρου εναλλάκτες
αποκοιμήθηκε γλυκά πάνω στη ράχη της

105
Όπως στο πείσμα σου κρεμάς τα όνειρα μου
εγώ στο δάκρυ σου κρεμώ τις αγωνίες
κι όπως στα πρέπει συμπληρώνεις απουσίες
έτσι στα θέλω εγώ δίνω τη σειρά μου

Μοιάζεις φορές με νύχτα
που είναι ότι κρύβει
ένα κορμί που στρίβει
χωρίς μια καληνύχτα
Μοιάζεις φορές με ήττα
που είναι ότι μένει
τα όνειρα που δένει
καράβια στην προβλήτα

Όπως στο αύριο πουλάς τις υποσχέσεις
εγώ στο σήμερα χαρίζω εμπειρίες
κι όπως στο χθες εσύ αφήνεις απορίες
εγώ κρατάω στο παρόν τις υποθέσεις

106
Γέρασε η μοίρα που κεντάει τη νιότη
κι ο χρόνος δάκρυ μου ζητάει να πιει
Δύει ο ήλιος σαν αγάπη πρώτη
ποιοι πήραν το όνειρο από μένα, ποιοι

Μαζεύω τι είχα στων φανών τη λάμψη
μες του μυαλού μου τη βαριά ιαχή
σπάζουν ελπίδες στου κορμιού την κάμψη
ποιοι πήραν το όνειρο από μένα, ποιοι

Πνίγει το χάραμα φουρτούνα η μέρα
κι εγώ ξανοίγω να με καταπιεί
σφίγγω το χέρι μου στη λαγουδέρα
ποιοι πήραν το όνειρο από μένα, ποιοι

Σκόρπια στον άνεμο σημαία η κώμη
μαύρο το πέλαγο κερνάει βροχή
στης ευκαιρίας μου το σταυροδρόμι
ποιοι πήραν το όνειρο από μένα, ποιοι

107
Δεν με κατάλαβε κανείς
Άλλη κουλτούρα άλλες δόξες εν Ελλάδι
Μόνο εγκώμια χολής
Το ομορφότερο στο πρόσωπο μου χάδι
λίγος ιδρώτας απ τα φώτα της σκηνής

Δεν με κατάλαβε κανείς
ούτε κι η μάνα μου που φώναζε κουρέψου
κι ας ήταν σχέση διαφανής
Το ομορφότερα μου όνειρα θα αντέξουν
μέσα στα γρέζια μιας βαθύτερης φωνής

Δεν με κατάλαβε κανείς
ούτε κι ο δάσκαλος με το χοντρό βιβλίο
Είχαμε σχέση υπομονής
Τα ομορφότερα μου χρόνια στο σχολείο
μια συναυλία στο γηπεδάκι της αυλής

Δεν με κατάλαβε κανείς
ούτε κι εσύ που ήρθες έρωτα να παίξεις
κι ας είχες χρόνια να φανείς
Οι ομορφότερες πουτ@νες είναι λέξεις
κι εσύ ηχώ τους σ’ ένα ακόρντο μου αδρανείς

Δεν με κατάλαβε κανείς
μόνο αυτοί που διαπερνώ μ’ ένα τραγούδι
Είναι μια σχέση επιλογής
το ομορφότερο στα στήθια μου λουλούδι
και ένας έρωτας αγνής διαλογής



Επιτρέψτε μου να το αφιερώσω στον Σίμο (μιας και αυτός μου ζήτησε κάτι πιο in your Face από άποψη νοημάτων), αλλά και σε όλους τους μουσικούς "έραστες" της σκηνής. Δηλώνω ένας απ' αυτούς...

108
Σ’ ένα χαλί, αγνό μαλλί
ο Αύγουστος δικός μου
στέλνει παλιά, γλυκά φιλιά
μασώντας φύλλα δυόσμου

Και ρίχνει με το λάστιχο
σ’ ένα μικρό τετράστιχο
όση δροσιά θελήσει
να πιουν οι σκέψεις μου νερό
σ’ ένα του χάδι νοερό
ο έρωτας ν’ ανθίσει

Σ’ ένα χαλί, αγνό μαλλί
Γενάρης ξημερώνει
Κλέβει φιλιά, νέα παλιά
τον έρωτα παγώνει

Και μ’ έχει εκεί τον δύστυχο
ριγμένο σ’ ένα δίστιχο
μια ρίμα να μαλώνω
Κι έπειτα σαν αερικό
μ’ ένα τραγούδι φορτικό
μου λέει πως μεγαλώνω


109
Πλέουν στα μάτια μου οι ανάγκες πριν πατώσουν
καθώς τις πνίγει στο μελάνι η ψυχή
την παρθενιά της σαν γυρέψει νέα αρχή
παλιές πληγές μονάχα λέξεις να ματώσουν

Φώτα που χόρεψαν θαμπά μεσ’ στα νερά της
οι αναμνήσεις πάλι εκεί θα ξεπλυθούν
σ’ ένα τραγούδι μου στα μαύρα θα ντυθούν
μα θα με πνίξουνε και πάλι στα όνειρα της

Σκόρπιες νουβέλες αγκαλιάζουνε χιονιάδες
μπρος τα γιατί μια μπερδεμένη πετονιά
Έχω κρατήσει στην καρδιά ζεστή γωνιά
και μια συγχώρεση στου ονείρου τους φονιάδες

Κι όταν οι λέξεις τούτες χάνουν την ουσία
καινές αγάπες σε μια γνώριμη μορφή
απ’ το ναδίρ ελπίδες στέλνουν στην κορφή
των αναμνήσεων που αιτούνται ευθανασία

110
Με την ευκαιρία του Live μας σήμερα (βλέπε θέμα http://forum.kithara.gr/index.php?topic=39033.0 )ανεβάζω ένα από τα αγάπημένα μου κομμάτια από το πρώτο CD Sculpture On Ice...

http://rapidshare.com/files/2197152/Jerusalm.mp3.html

The New Jerusalem

Bride of the lamp
You 're the One we are longing for
to heal our wounds
from the Babylon wh*re

Tree of Life feed us
for our flesh will be torn by beast
Light cleanse our eyes
for they'll witness the slaughter

Till we embrace the One whose face
we'll see whose Name we'll know
Seated upon the only Throne
He is alive

Shelter from rain
Comfort from pain
I am the Morning Star
Showing the way into
the New Jerusalem

All time prepares
Your coming from Heaven
For you are the end
We all lived to love You

Seven more years

will the lions be devouring us
Roman arenas all over the world

...Enter the New Jerusalem


111
η αγάπη πάντοτε την άβυσσό φορούσε
τις λέξεις έντυνε η δική μου ομορφιά
όπως και τότε που σε ολόχρυσα καρφιά
κείνη τη μούσα μου κρυφά κυοφορούσε

κείνη που διάλεξε στιγμή χρόνου απείρου
σ’ ένα παγκάκι σκαλιστό από οξιά
στο ίδιο ποτήρι που ‘χα στύψει μοναξιά
να μου βουτήξει λίγο άρωμα ονείρου

είχε τα μάτια της κλειστά σ’ ένα συρτάρι
και στην ανάγκη είχε αφήσει το κλειδί
κάθε μου όνειρο μικρό που έχω δει
να το φορέσω στη ζωή της κι ας φαλτσάρει

κι εγώ είδα  λύκους να της στήνουνε καρτέρι
μικρές ανάγκες να αναβλύζουν σαν πηγές
Δεν ήμουν μάρτυρας να αγγίξω τις πληγές
θαρρώ πως χάϊδευα γραμμές στο ‘να της χέρι

με την ελπίδα μ’ είχε μήνες ταξιδέψει
προτού χαθεί σε μια μου κόλαση καυτή
μ’ όλα τα λάθη της μ’ αγάπησε κι αυτή
μα την ψυχή μου με σημάδια είχε μπερδέψει

ποιητών αράδες στης αγάπης τη μετώπη
καθώς αθάνατες καλπάζαν με βοή
βρήκαν τη μούσα μου νεκρή σε μια πνοή
να σέρνει στίχους και τη λήθη στο κατόπι

112
Tη λογική κρύβω σε αιθέρες φαντασίας
εκεί αραχτή σε μια αιώρα συναισθήματος
όταν ξυπνά στον εφιάλτη της ουσίας
να την λικνίζω με στροφές τρελού ποιήματος

Σε υγρά τοπία λίγο πόνο φυγαδεύω
και επιστρέφω με βρεγμένο εισιτήριο
Με μια βελόνα την αλήθεια σημαδεύω
και την ελπίδα μου γεννώ μ επισκληρίδιο

Την αγωνία νανουρίζω με ένα ψέμα
καθώς βουλιάζω στα ανοιχτά της απομόνωσης
απ την καρδιά που σου'χω ανοίξει παίρνω αίμα
και ζωγραφίζω το πορτραίτο της απόγνωσης

Μάταιος έρωτας φθηνή αυτοθυσία
απομεινάρι ιστορικού καλλιτεχνήματος
Απόψε μου έμεινε μονάχα η ουσία
κι ένα ερείπιο κενό νωπού αισθήματος

113
Ζωή απ’ το στέρνο σου σκορπά ερωτοδύνη
πικρός θολώνει τη μιλιά απολογισμός σου
όσο κι αν λάμπει στη ματιά ο εγωισμός σου
για την αγάπη μια ελπίδα πάντα αφήνει

Μόνη κοιμάσαι σ’ άσπρα κύματα ριγμένη
σκληρή κι αν ήσουν σε μαλ**ωσαν τα χρόνια
φυλακισμένη σε κρατά θαρρείς αιώνια
παρθένα νιότη σε ένα σώμα που μαραίνει

Τον έρωτα σου πλέον ντύνει αποφόρι
κι ας επιμένει ολοένα με μανία
Σε κείνο το όνομα που σκάλιζε θρανία
έχεις αφήσει το λευκό του πανωφόρι

Και την αγάπη σου στο στήθος εγκλωβίζεις
όπου κι αν ξάπλωσε τραχιά ήταν τα λόγια
όσα με ελπίδες κι αν χαράζει δρομολόγια
πάντα επιστρέφει δανεική κι ας τη χαρίζεις

114
Έξω η μπόρα στο παράθυρο μοχθούσε
όλο το ασήμι να χωρέσει της βροχής
Εντός η αγάπη σ’ ένα δάκρυ το φορούσε
με μια βουτιά στις αλυκές κάποιας ψυχής

Του έρωτα σου την αυλή την αχριστεύω
Ιούδες κρέμονται απόψε στις συκιές της
Δεν είναι μαύρη η ζωή μου το πιστεύω
μα μ’ έχεις μάθει να κοιτώ μόνο σκιές της

Πίσω η ανάσα σου βαριά ακουμπισμένη
εμπρός τα λόγια μου κεριά που τρεμοσβήνουν
Είχα μια αγάπη καθαρή καλοντυμένη
πρωτού τα λόγια σου στο δάκρυ την ξεπλύνουν

Του έρωτα σου το μπουρίνι ξεμακραίνει
και γω στο πέτο μου φορώ στεγνό μαντήλι
μα κάποια θύμιση τα φρύδια μου βαραίνει
απο το απόλαδο στο άδειο σου καντήλι

115
Απόψε άναψα της λήθης το χαρμάνι
σέρνοντας σπίρτα στης καρδιάς μου τις ορέξεις
και το βασίλειο της έκφρασης με πλάνη
στεγνά απλώνει την ανάγκη μου σε λέξεις

“Σίγησαν πάλι τα ανεμοδαρμένα ύψη
Στα δύο σκίστηκε του έρωτα η βεντάλια
Απόψε άλλος το λυχνάρι σου θα τρίψει
και θα πετάξει με τα φτερωτά σανδάλια”


Μα οι μπαλάντες οι παλιές του ραδιοφώνου
κλέβουν νοήματα απ’ τον μονόλογο μου
αντλώντας το μαγγανοπήγαδο του χρόνου
για να σε φέρουνε και πάλι υπόλογο μου

Γρύλοι ακούραστα τη νύχτα πριονίζουν
με σκουριασμένα πόδια πάνω στο μπαλκόνι
Σκέψεις ατέλειωτοι συρμοί εντός σφυρίζουν
με μια απόφαση στο τελευταίο βαγόνι

“Ζωή καινούγια μου σακάκι γυρισμένο
τα ξέφτια έκρυψα με φόδρα την ψυχή μου
Στους ήχους της νυχτιάς τον έρωτα προσμένω
Απόψε αίρω την εκούσια αποχή μου”

116
Γυναίκα μάνα με το σούρουπο στο φρύδι
και με τις πέντε της αισθήσεις στο αμόνι
με χέρι αόρατο στου γόνου το τιμόνι
στρίβει τη μίζα στις ορμές της μ’ αντικλείδι

Γυναίκα ανέραστη χαϊδεύεται, βρυχάται
στο ένα χέρι καθώς στύβει την καρδιά της
λίγες σταγόνες για να στάξει στην ποδιά της
αφού ο έρωτας της άγουρος κοιμάται

Γυναίκα όμορφη απλώνει τ’ όνειρο της
σε μια αυγή ζωγραφισμένη με σφουγγάρι
κι όλα τα νάζια της βουτώντας στο φεγγάρι
με χάρη ντύνει την αγάπη όμηρο της

Γυναίκα άσχημη μ’ αόμματη δουλεία
στην καλοσύνη της βουτά τα σύνεργα της
για το πορτραίτο της ανέλπιστης αγάπης
καθώς ποζάρει πάντα μπρος της η φιλία

Γυναίκα ανώριμη, μικρή, χαριτωμένη
με κάθε θέλω στη ματιά να σπινθηρίζει
χρόνο στο χρόνο το εγώ της να σαπίζει
όσο με δάκρυ κι αν το λούζει ξαναμμένη

Γυναίκα σύντροφος παλιό αριθμητήρι
μετρα τα λόγια στις πολύχρωμες της χάντρες
Απτή απλότητα μα λιγοστοί οι άντρες
καθώς τους πίνει στης συνήθειας το ποτήρι

117
Αν περίμενα να βρω έναν τραγουδιστή για να ανεβάσω επιτέλους ένα τραγούδι μου θα ξημέρωναν γηρατειά.  :-\

Σκέφτηκα λοιπόν, "δεν το πας στον Κωστα τον Βρετό να παίξει τις μελωδίες της φωνής με την κιθαρα να δουμε τι βγαίνει;"

Ε..."μια φορά κι έναν καιρό είχα ένα τραγούδι..."
Αυτο που βγήκε τελικά είναι ένα instrumental κομμάτι με τον Κώστα να αυτοσχεδιάζει πάνω στις μελωδίες με έναν τρόπο (για τον οποιο  θέλω να τον ευχαριστήσω θερμά  :-* ) τόσο μοναδικό (κουρμουντσφουτσφουτρου  :o ), που με έκανε να ξεχάσω ότι χρειάζεται τραγουδιστής...  8) (Κώστα'μ Κώστα'μ)

Θέλω να ακούσω τη γνώμη σας....


http://www.soundclick.com/bands/pagemusic.cfm?bandID=479200


118
Σταθείτε ίσια
Εμπρός τα αγόρια και πίσω τα κορίτσια
Ξέρω φοβάστε μα δεν είσαστε δειλά
φταίνε τα όνειρα που κρέμασαν ψηλά
στα κυπαρίσσια

Με τους αόπλους
Μ’ αυτούς σας βρήκε της ζωής σας ο απόπλους
Στίχοι πολέμιοι μα πεσιμιστικοί
να σας διαβάζουν οι της λύπης νηστικοί
ωσάν ενόπλους

Και επιζώντας
Πάλι κατάφερα να είμαι ο απών μας 
Σε μία πόζα γέρνω αναμνηστική
Εκεί κρατάω την πληγή μου μυστική
χαμογελώντας

Παιδιά θυμάστε
Μας είχαν πει όλοι μαζί χαμογελάστε
τώρα που λάμπετε στης νιότης την πνοή
Μα που να ξέραμε πως θα ‘ρθει η ζωή
(Εκτός εμού) όλοι κοιμάστε

119
Θα' ρθει μια μέρα μ' ένα ξύπνημα γλυκό
να ζωντανέψει της καρδιάς τα παραμύθια
να μου χαρίσει της ψυχής το υλικό
όπως στα όνειρα μου, να πετώ στ' αλήθεια

Θα 'ρθει μια μέρα που η ανάσα θα τρυγά
τις ευωδιές από της μνήμης τα θαμμένα
και η σοφία μου με λόγια ακριβά
θα τα στοιβάζει στης ζωής μου τα δοσμένα

Μα τώρα αγάπη μου στοιβάζω προσμονή
στο χρόνο δίνω να σκεπάσει τις πληγές σου
Την απουσία σου χτυπώ με εμμονή
να 'σαι καλά κι ας μην μ' αγάπησες ποτέ σου

Θα 'ρθει μια μέρα που θα ζήσω αληθινά
ότι λησμόνησα στη θύελλα της πόλης
Λίγη γαλήνη που δεν βρίσκω πουθενά
να με χαϊδέψει δίχως άρωμα φορμόλης

Θα 'ρθει μια μέρα που θα μάθω να κοιτώ
σαν ευλογία κάθε μαύρη μου κατάρα
πως κάτι έμαθα να λέω κι απ' αυτό
βήμα στο βήμα σαν να μάθαινα κιθάρα

Μα τώρα αγάπη μου μαθαίνω υπομονή
στο χρόνο δίνω να σκεπάσει τις πληγές σου
Το ροκ της γεύσης σου χτυπώ με εμμονή
να 'σαι καλά κι ας μην μ' αγάπησες ποτέ σου

120
Μετωπική με τον καθρέπτη και σιγή
αυτή η νύχτα το εγώ μου στραπατσάρει
και η καρδιά μου να παλεύει να φορτσάρει
προτού στο αίμα της προλάβει να πνιγεί

Φεγγάρι άστραψε μισό σ’ ένα σου βλέμμα
κι απ’ τη φωνή σου αγοράζω παραμύθια
καθώς γλιστράει η ξυπόλητη αλήθεια
στο τελευταίο σ’ αγαπώ που ήταν ψέμα

Ζωή μου πρώτη σου φιλώ πικρό αντίο
Εξ επαφής αφήνω μπρούμυτα μια ανάσα
σ’ αυτά τα χείλη που την έγνοια μου χορτάσαν
το τελευταίο μου φιλί θα είναι κρύο

Απ την αγάπη σου ζητώ με ενοχή
κάθε ελπίδα από μέσα της ν’ αδειάσει
Μ’ ένα λουλούδι πόσο θα θελα να μοιάσει
που θέλει μόνο λίγο χώμα και βροχή

Τούτη τη νύχτα τη στερνή όλα μισά
Αυτή η ζωή, αυτή η αγάπη, το φεγγάρι
και μα την πίστη μου, ο χάρος να με πάρει
αν δεν τα είδα όλα κάποτε χρυσά

121
Για να μισήσεις μια γυναίκα
πρέπει να χάσεις δρομολόγια
πρέπει να σκίσεις τα παλιά ημερολόγια
να δώσεις αίμα από ολοκαίνουργια πληγή
Για να μισήσεις μια γυναίκα
θα πρέπει πρώτα να αγαπήσεις δέκα

Για να μισήσεις δύο μάτια
θα πρέπει να νυχτώσει
Στα μονοπάτια τους να σ’ έχουνε προδώσει
Αν είναι έτσι, δεν σου φτάνει μια ζωή
Για να μισήσεις δύο μάτια
θα πρέπει νέα να μην βρίσκεις μονοπάτια

Για να μισήσεις μια στιγμή
θέλει μια ανάσα προσμονής
να κλέβει κάτι απ’ το χθες που λησμονείς
κι ας είναι ψέμα ολοφάνερο
Για να μισήσεις μια στιγμή
σε κάποια άλλη δεν σου φτάναν οι σφυγμοί

122
Είσαι σκληρή και τη στιγμή ετούτη δεν σου πρέπει
με την παράκαιρη σου ορμή αγκυλωτό αγκάθι
μα όλο το μουσαφιριό πρωτού για σένα μάθει
ψάχνω σε μέρος άγνωστο τη γνώριμη σου σκέπη

Κι αν ένας πόνος γνώριμος μ’ έκανε να σε βγάλω
με δυσκολία η ντροπή δέχθηκε να σ’ αφήσει
Όμως κανένας δεν μπορεί κόντρα να μπει στη φύση
γιατί θα απλώσει ουρλιαχτό μετέπειτα μεγάλο

Με δυο μικρά σταυρόλεξα για έξυπνους προκλήσεις
και πολλαπλά κουτσομπολιά φτηνών εφημερίδων
σκληρά χαϊδεύεις με καρφιά βολβούς αιμορροΐδων
καθώς μιας σύσπασης βαθιάς χλευάζεις τις εκκλήσεις

Κι όταν στο τέλος σ’ άφησα, άφησα κι ένα δάκρυ
όχι γιατί με πλήγωσε το παγερό σου αντίο
μα για το ευ του πάχους σου που έκανε για δύο
και λίγο χειροτέρευε στην τελευταία άκρη

Αφιερωμένο σε όλες τις "κουρ@δε...ξανακάαανω φυλακή"!!!

123
Στην ομορφιά σου κρέμασα μια χάντρα κι ένα μάτι
να σε φιλά καθώς βουτάς ξανά με το κεφάλι
Ας ήταν χθες η αγκαλιά σαν πέλαγο γεμάτη
απ’ το μηδέν ξεκίνησες και κει γυρίζεις πάλι
με την αγάπη φορεσιά ζητιάνου ακαμάτη

Παλιό στρατί σου κρέμασα κι ολόγιομο φεγγάρι
ιτιές να ρίχνουν πάνω σου μαύρα τα κλάματα μου
Μα όσα κρύβουν οι σκιές απ’ τη δική σου χάρη
και όσα ίχνη ο δρόμος σου απ’ τα περάσματα μου
αυτό το βράδυ δεν μπορεί η λήθη να τα πάρει

Πικρό αντίο κρέμασα δυο στίχους του Σεφέρη
και ας μην τον κατάλαβες ποτέ σου Αφροδίτη
Θα το ζυγίσεις μόνη σου σαν σίδερο στο χέρι
όταν θα νιώσεις την ψυχή να βγαίνει απ’ τη μύτη
στο καρδιοχτύπι το στερνό, επτάποντο μαχαίρι

Στυφή η αγάπη έσβησε στης νιότης σου στην άκρη
μ’ ένα σου ναι πιο πρόθυμο κι απ’ την καταστροφή σου
Για να ξεπλύνω τ όνομα και τη ντροπή του λάτρη
πικρό σαν κείνα που ‘δωσε και σ’ άλλους η μορφή σου
στην ομορφιά σου κρέμασα κι ένα δικό μου δάκρυ

124
Έναν καθρέπτη κρέμαγα στο βορινό ντουβάρι
και το’ καμα παράθυρο να μπαίνει η ζωή
Κάθε πρωί να στήνω μπρος το άσπρο μου κουφάρι
για να φυσά η νιότη μου στην άδεια μου ψυχή

Το είδωλο μου φόραγα κι έφευγα μεσημέρι
να αρπάξω λίγο έρωτα με κάθε υποταγή
Αργά τη νύχτα γύριζα με αδειανό το χέρι
και στην ψυχή μου χάιδευα ακόμα μια πληγή

Νότες θλιμμένοι άγγελοι έντυναν τη σιωπή μου
καθώς βουτούσα πάνω τους άξιος εραστής
κι όλα τα χτυποκάρδια μου μέσα απ’ την προκοπή μου
σαν λιτανεία πέρναγαν μεγάλης εορτής

Έτσι για λίγο ξέχναγα πως έχανα τα πάντα
κι αν το ταλέντο μ’ έντυνε πως μ’ έγδυνε η ζωή
Χίλιους καθρέπτες έσπασα στην άδεια μου βεράντα
για να κρυφτώ από μένανε στου Ορφέα την πνοή

125
Φόρεσε με στην καρδιά σου χτύπο ρυθμικό
να κεντώ γλυκά το χρόνο
στη χαρά σου και στον πόνο
να ‘μαι κύμα στο κορμί σου κυκλοθυμικό

Άπλωσε με στ’ όνειρό σου σύννεφο λευκό
Απαλά να σε κρατήσω
και μετά να σου χαρίσω
στης γαλήνης μου το λίκνο ύπνο βρεφικό

Κράτησε με στο μυαλό σου αίνιγμα μικρό
να πλανιέμαι δίχως λύση
ύφαλος στου νου τη ρήση
να γλυκοχαϊδεύω κάθε κύτταρο νεκρό

Βάλε με στη μυρωδιά σου πέπλο μαγικό
να σκεπάζω το κορμί σου
ιχνηλάτης κάθε ορμής σου
στην ανάσα σου να λήγω σύμφωνο γλυκό

Βγάλε με στον έρωτα σου ύστατο σπασμό
και σαν φύλλο ανεμώνης
να σου γνέφω όταν τελειώνεις
πως κι απόψε λίγο πιο πολύ σε αγαπώ

Σελίδες: 1 2 3 4 [5] 6 7