Καλλιτεχνικές μας δημιουργίες > Δικοί μας στίχοι και ποιήματα

Σπήλιος - Άπαντα

<< < (18/18)

Ο Νέος Κιθαρωδός:
ΒΙΡΑΡΩ

Βιράρω κόντρα σ άγρια πλημμυρίδα
χωρίς την πήλινη, αραχτή μου βάρκα
γυμνός στού ουρανοξάγναντου τα μπάρκα
παρέα με μιά ανυφάντρα καταιγίδα

Στο ανεμοκύλισμά μου, οιστρηλάτης
πλαγιάζω σε μιά αχλή, πού με συνθλίβει
Μισεύω με της άγνοιας το ταξίδι
από έναν σε άλλον κόσμο αυταπάτης

Μελίρρυτες μού αρπίζουνε Σειρήνες
καί σμέρνες εντρυφούν στα σπάραχνά μου
Ωκεανού βοή στα σπάργανά μου
με αρμύρα με χνωτίζει καί με οδύνες

Στις εκβολές τού νού μου ασταρώνω
φιδόσχημες, θαλασσινές μου αγάπες
Αντάρτες, τού σκαριού μου κουπολάτες
στα αμπάρια της εξάρτησης, σταυρώνω

Με επιχρυσώνει ο ήλιος κι απατός μου
τον Μίδα στο άγγιγμά του προσδοκάω
Απ την νεροσυρμή, φωτιά ζητάω
πού αγιόφυλλα μού στρώνει ο θάνατός μου

Βιράρω στού καιρού την πλημμυρίδα
πού η σκιά μου η στεργιανή, αραχτή μού γνέφει
των θαλασσών να μάσω το σιντέφι
με δίχτυα υφαντά από καταιγίδα

Ο Νέος Κιθαρωδός:
ΠΟΣΟ ΣΟΥ ΠΑΕΙ

Πόσο σού πάει η γκρίζα η θλίψη πού φοράς
κι οι ρύποι αιθάλης, πού σκοτίζουν τη ματιά σου
Σε ένα τού απόβραδου σημείο αναφοράς
κοιμιέται η νύχτα στην ανάγλυφη αγκαλιά σου

Πόσο σού πάει η στιγμή πού ο πανικός
γλιστράει στο βλέμα σου απ το αναπόλημά σου
Πού αριά το αγέρι, εραστής σου ιδανικός
γλυκολιγώνεται στο κορφολόγημά σου

Πόσο σού πάει η ασάλευτη σιωπή
πού εντός της μαίνεται η κραυγή σου, απελπισμένη
Μιά σου ανυπόφορη, παιδιάστικη ντροπή
γερτή στο πλάι σου, ξεχνιέται αποσταμένη

Ταιριάζει τόσο η γκρίζα η θλίψη πού φοράς
σε μιά μορφή, χυτή, με το άδειο ερωτευμένη
Σε επιτύμβια στήλη αρχαίας αγοράς
σε καμαρώνω, στο όνειρό σου να χωράς

Πόσο σού πάει νάσαι στην πέτρα σκαλισμένη

Ο Νέος Κιθαρωδός:
ΑΝΟΣΙΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Σκυλεύω εντός μου μνήματα ασύλητα για αιώνες
ενστίκτων που υποτάχτηκαν στην τυραννία του νου
κι ευφραίνοντας τους γλιστερούς του χρόνου καταπιόνες,
απογερτά αναπαύθηκαν στις κρύπτες του κενού.

Γενέθλιας ώρας λεηλατώ το έμβρυο σκήνωμά της
σ' ομφάλια κενοτάφια μοιραίων δοξασιών.
Μεταλαβαίνω απ' της Εδέμ τ' ανθούντα Σόδομά της
απόσταγμα ορμέμφυτων νεκρών. Κι απουσιών.

Σε μαυσωλεία ιδεών κλέβω απ' τους αθανάτους
φαντασιώσεων σύνδρομα κι εκκρίματα εθισμών.
Στοιβάζω του ασυνείδητου τους άπειρους θανάτους
στην οπιοφόρα απόφυση δυσοίωνων χρησμών.

Μολύνω την παρθενική της Περσεφόνης κλίνη
με μια, μη αναστρέψιμης λαχτάρας, απειλή.
Ξεθάβω από επτασφράγιστο κιβούρι ό,τι έχει μείνει
από ένα χθες που τ' αύριο πονάει κι αναπολεί.

Σκυλεύω εντός μου μνήματα ενστίκτων μεταστάντων
σε μια άγρια κρίση απρόβλεπτου, τυφλού βανδαλισμού,
την τέφρα αναμοχλεύοντας αυτόχειρων συμβάντων,
κάτω απ το βλέμμα του είρωνα, μοιραίου συμβιβασμού.

kuiper:
Θέλω να πω στους φίλους εδώ που διαβάζουν τον Σπήλιο, πως έχει εκδώσει 4 ποιητικές συλλογές, οι τρεις από τις εκδόσεις  ``Καστανιώτη``
Η μια δε από αυτές απέσπασε ειδικό βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.

Επίσης μιας και δεν αναφέρεται εδώ ο Σπήλιος Παπαγιαννόπουλος γεννήθηκε το 1944 στο Διακοφτό, μαθηματικός, ανιψιός του αείμνηστου Διονύση Παπαγιαννόπουλου.   

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[*] Προηγούμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση