Κρίμα, που δεν πρόλαβες να ζήσεις την μαγεία
που θα σου πρόσφερε ο έρωτας αυτός
και την καρδιά σου δώρισες, στα άγρια θηρία
να την κατασπαράξουνε, σαν να 'τανε εχθρός.
Κρίμα, που τα βράδια σου ξενύχταγες μονάχος
κάτω απ' τον φεγγαρόλουστο κι απέραντο ουρανό
να ονειρεύεσαι πως ζεις ένα μεγάλο πάθος
που σαν θα έρθει η αυγή θα βγει αληθινό.
Μα, η αυγή σαν έφτασε και κοίταξες ολόγυρα σου
είδες το όνειρο να καίγεται, σαν να 'τανε χαρτί
σαν προσκλητήριο νεκρών, μοιάζει το καλεσμά σου
από ανεκπλήρωτα όνειρα, γεμάτη είναι η ζωή!
Κρίμα, που δεν άφησες το συναίσθημα να σε πάρει
και να σε οδηγήσει στον "έβδομο ουρανό"
παρά μονάχα είχες την λογική λυχνάρι
να σε φωτίζει σ' ένα κόσμο, μίζερο και ωχρό.
Κρίμα, που δεν μπόρεσες να ζήσεις όπως θέλεις
με αναστολές και τύψεις, μαράθηκε η καρδιά
και όσο κι αν προσπάθησες και όσο κι αν θέλεις
με μαραμένη την καρδιά, δεν σπάνε τα δεσμά!
Και τώρα η αγάπη σου, δεν πρόλαβε το πλοίο
και 'συ μέσα από αυτό, την αποχαιρετάς
με την φωνή τρεμάμενη, να της λές αντίο
και με το 'να χέρι σου ψηλά, μαντήλι να κουνάς...