Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Μηνύματα - ΠΟΙΟΣ

Σελίδες: [1] 2 3 4 ... 26
1
ΤΕΤΡΑΔΙΟ



Μες στο παλιό μου το τετράδιο έχω στριμώξει τη ζωή μου

το ξεφυλλίζω μήπως μάθω αν  ήταν  η ζωή η δική μου

μία-μία γυρίζω τις σελίδες , σαν κυνηγός ψάχνω για ίχνη

που σε έχασα , για δε σε βρήκα ,  κάποιο σημάδι να μου δείχνει



Μιά μιά τις λέξεις ανακρίνω , να' βρω τι ξέρανε για σένα

μα θα θελα να χα μπροστά μου και αυτές που πέθαναν στη γέννα

και αυτές που είχανε δειλιάσει και κρύφτηκαν σε μία μουτζούρα

και αυτές που τρόμαξαν στο λάθος και είπαν τον έρωτα καψούρα



Μες στο παλιό μου το τετράδιο με ένα μολύβι είμαι και γράφω

και αν έχει μαύρο χρώμα η λέξη , παίρνω πινέλο και την βάφω

αν είναι νύχτα και δεν βλέπω , ανάβω το χαμόγελό σου

μα απ' τις σελίδες μου σε διώχνω , σαν μείνεις με το νυχτικό σου



Α,Π,

2
Χωρίς να ξέρω αν ήσουν εσύ

κοιτάζω πίσω με ανάσα μισή

αυτό το γέλιο και εκείνο το φως

Τι ακούω Θεέ μου ...τι βλέπω ο φτωχός



Πώς πεταρίζει εκείνη η σκιά

μοιάζει να τρέμει , μα χαμογελά

με μία κιμωλία στης νύχτας το μαύρο

σου γράφω ένα στίχο για να σε ξανάβρω



Η θάλασσα σβήνει τα ίχνη στην άμμο

δεν λένε πού πήγαν για να τα προκάμω

αν ήταν δικά σου  , του έρωτα αν είναι

ταξίδι  η αγάπη και πέλαγο γίνε



Περνάει το καράβι με φώτα ανάμενα

κοιτάζω ένα βράχο , πως μοιάζει με μένα

του πλοίου τα απόνερα  σε εκείνον που σπάνε

ταξίδι μυρίζουν και τον ξεγελάνε



Στην άκρη του βράχου η μούσα σαν κύμα

μου φέρνει γραμμένο του έρωτα ποίημα

διπλώνω την κόλλα και φτιάχνω βαρκούλα

μαζί στο ταξίδι έστω για μία στιγμούλα



Α.Π,

3
ΑΓΝΩΣΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ

Ανοίξανε οι ουρανοί και βρέχει θλίψη

είναι και η μούσα που έφυγε και μου χει λείψει

είναι και η φρίκη παμψηφεί που αθωώνεται

και που του δίκιου η πρεμιέρα ματαιώνεται



Είναι που του Αύγουστου η θάλασσα είχε θάνατο

και η συνείδηση  το μαύρο ,το επάρατο

είναι που πνίξαν τον Σεπτέμβρη μου στα κύματα

και που ''ωσαννά''  λένε στους θύτες μου , τα  θύματα



Είναι που αγκάθια έχουν φυτρώσει σε ότι χάιδεψα

και που πεθάναν οι αυταπάτες μου και  ορφάνεψα

είναι που όλα όσα φοβόμουνα γεννήθηκαν

μα για πατέρα σθεναρά με αποποιήθηκαν

Α.Π.






















4
  ΔΙΨΑ

ο άνεμος το κύμα το  εγκατέλειψε

σε μιαν ακτή , και εκείνο μόνο έσβησε

γαλάζια πίστα η θάλασσα που οι έρωτες και οι αέρηδες ανέμελα χορεύουν

μα  εμένα οι γλάροι και οι Μαΐστροι με ξεχάσαν , και πια δεν με γυρεύουν



από το χέρι με τραβούν, κάτω απ' του Αυγούστου το φεγγάρι  ,οι νυχτοβατες μου

για να βαδίσουμε μαζί στον δρόμο των παραμυθιών ,  να ξαναδώ στερνή φορά τις αυταπάτες μου

ξεπλύθηκα με όση αγάπη  μου έμεινε από τη σκόνη της σιωπής , και δρόσισε ότι ένιωσα

αγκάλιασα τη σκέψη σου , αγνά , όπως η μάνα το μωρό,  και από το χειμώνα στέγνωσα



δεν έχει ο Αύγουστος δροσιά αρκετή , να ξεδιψάσει τα γερασμένα όνειρα , και εκείνα που ξεχάσαν να γεράσουν

μα έχει μολύβι και χαρτί , και μία σκιά στην μοναξιά , να ζωγραφίσουν έρωτες και θάλασσες και κύματα , να ξεδιψάσουν

Α.Π.

5
ΤΡΑΚΑΡΙΣΜΑ

 ήταν μιά μέρα που την πρωτόδα

και αργά ένα βράδι την πρωτοσκέφτηκα

ήμουνα άνετος  και όλα ευθεία

 μα δυστυχία μου ... την ερωτεύτηκα !



στο άψε-σβήσε άλλαξαν όλα

'χασαν την λάμψη τους , γίναν ασήμαντα

και από φουρτούνες ενώ δεν γνώριζα

τώρα με πνίγουνε σαράντα κύματα



η πρώτη σκέψη μου μόλις ξυπνάω

πριν να ξαπλώσω η τελευταία 

λες και τρακάρησα με ένα άγριο σύννεφο

 σε μία σύγκρουση μετωπιαία



κλάφτα Χαράλαμπε  ,κλάφτα μανούλα μου

ρέγγες της θάλασσας κλάφτε για μένα

πώς να χαϊδέψω  τούτο το όνειρο

 με αυτά τα δάχτυλα τα μαραμένα



Α.Π


6
από δω και από κει.............................

μα ο χαμένος μου παράδεισος δεν είχε

ούτε την Εύα , ούτε το φίδι , ούτε το μήλο

μα είχε μία ανέλπιδη αγάπη τρομαγμένη

κρυμμένη πίσω από της συκής το φύλλο



δεν είχε φλόγες ούτε πίσσα η κόλαση μου

ούτε καζάνια με βραστό νερό και λάδι

μα είχε μία οθόνη που χωρούσε χίλιους ήλιους

που όλοι πνιγόταν μές' στο πιο βαθύ σκοτάδι



και ήταν και η μούσα μου εκεί

στην κόλαση και στον παράδεισο

πότε από δω και πότε εκεί

πότε στο φως , πότε  στην άβυσσο

Α.Π.


7
ΝΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑΜΕ

να μπορούσα , να μπορούσες , να μπορούσαμε

μες στο ίδιο παραμύθι να χωρούσαμε

δυό κλόουν που γελούσανε θλιμμένοι

με μία άνοιξη στην τσέπη τους κρυμμένη



μες στα κύματα να πλέναμε τα χρόνια μας

με το Ιόνιο απλωμένο στα σεντόνια μας

μία αμμουδιά γεμάτη ίχνη από τα νιάτα μας

και ο Μαΐστρος να  ξεστρώνει τα κρεβάτια μας



να μπορούσες , να μπορούσα , να μπορούσαμε

 μες στον ίδιο τον καμβά να  σεργιανούσαμε

να σε έβαφα με χρώματα απ' το δείλι

να σου  άπλωνα χαμόγελα στα χείλη



να μου έβαζες στα μάτια λίγο ουρανό

να γεμίσει με γαλάζιο τούτο το κενό

ότι μας πλήγωσε να σκέπαζες με χρώμα

και να μου' σβηνες το σε αγαπώ απ' το στόμα



Α.Π.


















8
ΦΥΓΑΣ

γύρω οι δαίμονες χορεύουν

αγκαλιά με τους φόβους τους

νικημένοι εραστές

με γερμένους τους ώμους τους



το ρολόι στον τοίχο

 κουβαλάει την ώρα

λες και του έδειξε ο χρόνος

να μη δείχνει το ''τώρα''



είναι η μέρα μεγάλη

και ποτέ δεν τελειώνει

βρήκε μέσα μου νύχτα

και έρχεται και ξαπλώνει



μαύρη τρύπα η οθόνη

που ρουφάει τη σκέψη

να με πάρει από μένα

και να με φυγαδεψει



Α.Π.


9
ΣΑΝ  ΠΕΦΤΑΣΤΕΡΙ



είναι και εκείνα τα τραγούδια

 που δεν γεννήθηκαν

λες και ήταν όνειρα που πριν ξυπνήσουν

 αποκοιμήθηκαν

κουκίδες άμμου εκατομμύρια

  στην παραλία

και εγώ γυρεύω να βρω εσένα

αυτήν την μία

πόσο σε αγάπησα κανείς δεν έμαθε

 κανείς δεν ξέρει

μέσα μου έλαμψες,  μέσα μου κάηκες

σαν πεφταστέρι

έγινες στίχος έγινες χρώμα

  και ύστερα σιώπησες

ηθελα τόσα να σου απαντήσω

 μα δεν με ρώτησες

τα χελιδόνια πίσω  γυρίσανε

και με θυμούνται

με είδανε μόνο μου χωρίς εσένανε

 και με λυπούνται

ετούτη η άνοιξη ένα χειμώνα

κρατάει απ' το χέρι

δεν με θυμάται δεν με γνωρίζει

 και δεν με ξέρει

Α.Π.


10
Ο κόσμος αλλάζει και μοιάζει
σαν μοίρα σκληρή και μαράζι
χωρίς ηδονή να γερνάω.
Μια ημέρα καινούρια χαράζει.
*
Μεγάλωσα πια, δεν χωράω.

*ένα πικρό χαμόγελο και νοσταλγία
με πέντε στίχους μόνο βούτηξες τόσο βαθιά ρε φίλε στα συναισθήματά σου ....βρες άλλους πέντε  τώρα να σε ανεβασουν στην επιφάνεια Μπράβο... πραγματικά  υπέροχο

11
ΝΙΩΘΩ

Αποξηραμένα αισθήματα και φωτιές σβησμένες

νικημένοι πόθοι με λευκή σημαία

 μυστικά  ασύλητα και ντροπές κρυμμένες

ερειπωμένη ενέργεια ,  διατηρητέα



Κουρασμένη θύελλα που βαριά ανασαίνει

όνειρο απολίθωμα σε μυαλό μουσείο

το σκυλί το χάτσικο που όλο περιμένει

φόβοι που κρυφτήκανε σε ανοιχτό βιβλίο



Μα όσο οι νότες σαν  μεθυσμένες σφήκες θα χορεύουν μες της νυχτιάς τον κήπο

και όσο οι σκέψεις  θα μαζεύουν σαν τα μυρμήγκια  την τροφή για το καλύτερο μου ποίημα

ώσπου η σταγόνα της ζωής μου να στεγνώσει , θα φροντίσω από όσα νιώθω να μην λείπω

γιατί ίσως κάτι  να έχουν ακόμα να μου δώσουν και να το χάσω θα ναι κρίμα

Α.Π.


12
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΣΤΑΣΗ



και εγώ που τόσο ένιωσα

μα που ποτέ δεν στέριωσα

τσιγγάνος μέσα στο ίδιο μου το κάρμα

τα χρόνια πέρασαν γοργά

 έτσι όπως βάδιζαν αργά

οι αλήθειες και οι αυταπάτες μου αντάμα



κοιτάω το ηλιοβασίλεμα  που βάφει τον ορίζοντα με το αίμα του

και θλίβομαι που άχρωμος βαδίζω σε έναν δρόμο όπου έφτασα στο τέρμα του

Α.Π.


13
ΑΤΛΑΝΤΙΔΑ

ήταν σαν τον  τον δεσμό τον γόρδιο

ο κόμπος που ποτέ δεν  έλυσα

το ανυπέρβλητο εμπόδιο

το σύνορο που δεν δρασκέλισα



ηλιοβασίλεμα στην κόλαση

μία Ατλαντίδα μες στο χάρτη μου

το χελιδόνι που δεν γύρισε

με τον Απρίλη και τον  Μάρτη μου



οφθαλμαπάτη μέσα στο όνειρο

χρησμός που  έδωσε η τσιγγάνα

κρασί που χύθηκε στο τσούγκρισμα

ευχή που  έδωσε η ζητιάνα



στο άσπρο λουλούδι πάνω στάθηκε

μία μέλισσα να πάρει γύρη

μία άνοιξη άγγιξε  τα χείλη μου

 πριν να πνιγεί μες στο ποτήρι

Α.Π.

14
ΑΝ...



Εάν στα αρχαία χρόνια είχαμε υπάρξει

εκεί τριγύρω κάπου στον χρυσό αιώνα

νομίζω θα να ήσουνα μία Καρυάτιδα

και εγώ εργάτης μάρμαρου στον Παρθενώνα



Αν ζούσαμε μαζί στην Αναγέννηση

θα ήθελα να ήσουνα  η Μόνα Λίζα

 ο da Vinci ο ζωγράφος που σε αποθανάτισε

και γω ο μαραγκός που έφτιαξε την κορνίζα



Αν είχες γεννηθεί μία σταρ του σινεμά

του Φίνου θα ήσουνα το πιο λαμπρό αστέρι

σε κάθε σου πρεμιέρα θα ήμουνα εκεί

έξω από το σινεμά να κάνω τον πορτιέρη



Μα ζούμε και οι δυό στην σύγχρονη εποχή

που έχει λερωθεί ως και το φως του Ελύτη

για αυτό μικρή μου μούσα να μου χαμογελάς

να φωτιστούν οι στίχοι μου , που 'χω νύχτα στο σπίτι

Α.Π.

15
Ο ΑΛΛΟΣ

Ένας φάκελος με σφραγίδα διαγνωστικού κέντρου ,  που μέσα έχει τον χάρτη που δείχνει τον  δρόμο για την απελπισία , για την ελπίδα , για το φόβο , για το θάρρος , για την παραίτηση ,για το κουράγιο ,που κάνει τους άλλους προορισμούς τόσο  ασήμαντους

Ενα τηλεφώνημα μέσα στη νύχτα με την παγερή φωνή του αξιωματικού υπηρεσίας του αστυνομικού τμήματος της πόλης , που ενημερώνει την  μάνα για το ατύχημα με τον ήχο της  φωνής  να θυμίζει θάνατο .

 Μία στιγμή θα μείνει στον αέρα η σφαίρα πριν χωθεί στο στήθος του πατέρα , του αδελφού , του γιου , του φίλου , και ύστερα ένας ένστολος θα χτυπήσει την πόρτα του σπιτιού του .

Ενα ανεπαίσθητο βουητό την ώρα που η πόλη κοιμάται , που κλιμακώνεται μέχρι να γίνει ουρλιαχτό από την κόλαση , που σε δευτερόλεπτα σωριάζει στη γη καθετί όρθιο , καθετί που θεωρείται δεδομένο .

Η  στιγμή  που θα χρειαστεί το κύμα  για να αναποδογυρίσει το σαπιοκάραβο,  πετώντας στον θάνατο  τα απελπισμένα όνειρα .

Κάποιες από τις στιγμές  που ενώ κρατούν τόσο λίγο τα αλλάζουν όλα για πάντα .

Ίσως να συμβαίνουν μόνο στους άλλους .

Ζούμε σαν να συμβαίνουν μόνο στους άλλους .

Μία στιγμή χρειάζεται όμως για να γίνεις ο άλλος.

Α.Π.


16
η φαρμακοποιός



έχω ένα πόνο στο μυαλό

και μία πληγή στην σκέψη

και μία αόρατη σκιά

με έχει κυριέψει



έχει καρδιά μου πυρετό

και όσα νιώθω βράζουν

και κάθε βράδυ οι μοναξιές

θερμόμετρο μου βάζουν



έχει η μνήμη μου κενά

 θυμάμαι και ξεχνάω

θυμάμαι ότι με μισώ

ξεχνάω πως σε αγαπάω



εσύ έχεις το φάρμακο

εσύ και το φαρμάκι

ελα και δώσε μου όποιο θες

 για να σε δω λιγάκι



Α.Π.


17
Η ΚΑΛΥΒΑ

 Είχε πολύ καιρό να πάει στην μεγάλη πόλη

Ποτέ δεν του άρεσε

Είχε αρχίσει να βρέχει και προσπάθησε να καλυφθεί κάτω από μία μαρκίζα

Παρατήρησε τον άστεγο που καθόταν στο παγκάκι να προσπαθεί γρήγορα να μαζέψει τους μπόγους του για να μην του βραχούν

Ασυναίσθητα έτρεξε να τον βοηθήσει παίρνοντας έναν από τους μπόγους και μαζί τρέξανε  κάτω από τη μαρκίζα

Η βροχή δυνάμωνε

 Αρχισαν να κουβεντιάζουν

Είπαν πολλά , για το παρελθόν , για το παρόν , μίλησαν για λάθη , για προδοσίες ,  για ατυχίες

Αν είχες επιλογή ,  ρώτησε τον άστεγο ο χωρικός , πώς θα θελες να ζεις ? πως ονειρεύεσαι τον παράδεισο σου ?

Θα σου περιγράψω του είπε ο άστεγος τον παράδεισο μου

Μία καλύβα στην κορυφή ενός λόφου , με λαμαρίνα για στέγη , χειμώνας , να βρέχει καταρρακτωδώς , μαζί με το αγαπημένο μου σκυλί να προσπαθούμε να ζεσταθούμε γύρω από την ξυλόσομπα  και να ξεγελάμε την πείνα μας με ένα κομμάτι  ξερό ψωμί

Μα καλά  , του είπε ο χωρικός  , δεν θα θελες να είσαι σε ένα σπίτι στην πόλη ή στο χωριό με ανθρώπους γύρω σου , με γεμάτο το ψυγείο σου , με φως , με τηλεόραση , με θέρμανση , με ζεστό νερό ?

Οχι του λέει , γιατί δεν αντέχω την σκλαβιά και τη μοναξιά

Α.Π.


18
Δεν ξέρω γιατί ... μου θύμισε Κατερίνα Γώγου

19
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ !  :)
Μπράβο ΠΟΙΟΣ, πολύ μου άρεσε ...  :o

(Δύσκολα μελοποιείται αυτό, αλλά και πάλι ...  :P )

/Πέτροc  8)
Πετράν τεμπελιάζεις

20
ΤΑ ΧΑΡΑΜΑΤΑ

Με ξύπνησε ο ήχος του μηνύματος στο κινητό .

Άπλωσα το χέρι μου γιατί συνήθως το κινητό το αφήνω στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι μου .

Δεν ήταν εκεί ...θα το είχα αφήσει την τσάντα μου στην καρέκλα δίπλα στην πόρτα.

Άναψα το φτηνό μου πορτατίφ και σηκώθηκα απ' το κρεβάτι .

Φόρεσα τα γυαλιά μου.  Έβαλα τους κωδικούς για να ανοίξω το κινητό και μπήκα στα μηνύματα .

''Δεν μπορώ να κοιμηθώ απόψε''  , μου έγραφε ''σε σκέφτομαι , θα θελα τόσο να υπήρχε ένας τρόπος να σε δω , μη μου  απαντήσεις σε παρακαλώ , δεν είμαι μόνη '' .

Ενστικτωδώς πανικοβλήθηκα , '' Θεέ μου τι να της συμβαίνει ? , γιατί να μου στείλει μήνυμα μετά από τόσο καιρό ? ''

Γύρισα και κοίταξα το ρολόι  , 5:15 το πρωί .

Αποσβολωμένος σαν στήλη άλατος μέσα στους μισοφωτισμένο και παγωμένο δωμάτιο να σκέφτομαι αν έχω ξυπνήσει η όλο αυτό το βλέπω στο όνειρό μου .

Ξαναγύρισα στο κρεβάτι μου ,  έσβησα το φως και και στριφογύριζα μέσα στις κουβέρτες  προσπαθώντας να καταλάβω τι έγινε .

Θα ήταν πρωί όταν με ξαναπήρε ο ύπνος .

Όταν άνοιξα πάλι τα μάτια μου το ρολόι έγραφε 10:20 .

Ακουγόταν έξω ο αέρας που σφύριζε και η βροχή που χτύπαγε δυνατά το τζάμι .

Ήταν μία βροχερή Κυριακή όπως άλλωστε αναμενόταν και έλεγαν όλη τη βδομάδα στα δελτία του καιρού .

Η πρώτη μου σκέψη ήταν να πάρω στα χέρια μου το κινητό και να ξαναδιαβάσω το μήνυμα .

Το άφησα για αργότερα .

Ας είναι αυτή η Κυριακή μία διαφορετική Κυριακή είπα . 

Ξαναγυρίζω στην πραγματικότητα τη Δευτέρα .

Α.Π.

21
ΤΟΚΟΓΛΥΦΟΣ



έρωτά μου τοκογλύφε

ένα δίνεις πέντε παίρνεις

ξέρεις ότι είμαι μονάχος

 και όλο και με γυροφέρνεις



δανεικά όμως δεν γυρεύω

κλέφτη και απατεώνα

από την άνοιξη με δίωξαν

μα αγαπώ και τον χειμώνα



έρωτά μου τοκογλύφε

δεν με ξέρεις , δεν σε ξέρω

το χτυποκάρδι πάει στα νιάτα

 και η σύνταξη στον γέρο



Α.Π.


22
εξακρίβωση στοιχείων



Μπορεί να πήρε τρίχα-τρίχα τα μαλλιά μου ο αέρας

και να μου 'σκαψε το πρόσωπο η σιωπή της μέρας

η αγάπη που περίσσεψε να με έχει πνίξει

και ο χρόνος στάλα στάλα να με έχει στραγγίξει



Μα η βροχή στο τζάμι το όνομά μου μου θυμίζει

και γλυκά μου τραγουδάει και με αποκοιμίζει



Ίσως κάποτε κατέβηκα σε λάθος στάση

ίσως πάλι δεν κατάλαβα πως είχα φτάσει

μα μπορεί και την σπηλιά μου να μην έχω αφήσει

μοναχά στους βράχους τη ζωή μου να έχω ζωγραφίσει



Δεν γνωρίζω κάποιον ούτε κάποιος με γνωρίζει

μα η νιφάδα του χιονιού ποιος είμαι μου θυμίζει

Α.Π.








23
Χαχαχα !
Ωραίος ο (λιγότερο) νέος !  ;D

/Πέτροc  8)
παίζει να είμαι και ο μεγαλύτερος εδώ μέσα και αυτό για να είμαι ειλικρινής δεν μου πολυαρέσει... χρόνια πολλά Πετράν

24
πολυκοσμία



θα διώξω από μέσα μου εκείνον τον ψυχάκια

πού θάβει ακριβές στιγμές μεσ' σε φθηνά στιχάκια

και θα πετάξω με κλωτσιές εκείνο το ζωγράφο

που τον μεθάνε οι μπογιές λες και καπνίζει μπάφο



θα διώξω και τον μορφονιό που με κρατάει πίσω

ενώ στου γέρου το κορμί πρέπει να μπω να ζήσω

και εκείνον που ονειρεύεται έξω θα τον πετάξω

μες στην πραγματικότητα να μπω και να λουφάξω



και εκείνος που είναι σίγουρος πως πάντα φταίνε οι άλλοι

να φύγει και να τσακιστεί στο μαύρο του το χάλι

και να μου αδειάσει τη γωνιά αυτός που όλο τσακώνεται

μα μην πληγώσει άνθρωπο τρομάζει και αγχώνεται



και αυτόν που κλαίει και θρηνεί για ένα γέρο σκύλο

μέσα στο μνήμα που έφτιαξε πακέτο θα τον στείλω

και εκείνον που αγάπησε μία νύμφη , μία μούσα

όταν τον διώξω θα του πω ότι τον εμισούσα



να φύγουν όλοι τους εχθές , κανένας να μη μείνει

όλοι να παν στον διάτανο , να εξαφανιστούνε

κανείς ψυχή να μη ζητά ,κανείς να μη με κρίνει

θα αλλάξω και διεύθυνση ποτέ να μη με βρούνε



Μα αν όλοι αυτοί είμαι εγώ

τότε συγνώμη τους ζητώ

και άμα ξανά τους μάλωσα

είναι που εμεγάλωσα

Α.Π.








25
ΛΕΣ ΚΑΙ ...

 λες και έχεις χίλια μάτια και άλλα τόσα χάδια

στο τίποτα με αγγίζεις , με βλέπεις στα σκοτάδια

μες στη σιωπή μου ο ήχος , στον χαλασμό η γαλήνη

στον άδειο ουρανό μου το αστέρι που δεν σβήνει



θυμάμαι που περίμενα έναν άγγελο να έρθει , και συ από μηχανής θεός έδωσες λύση

πολεμιστής που γύρισε απ' την ήττα , και ζωντανό δεν έβρισκε άνθρωπο να τον φροντίσει

και εγώ που δεν κατάλαβα ποτέ πόση από την λύπη μου μου είχες πάρει λίγη λίγη

και είναι  ξεκάθαρα όλα τώρα πού όπως πάντα είσαι εδώ,  μα από καιρό έχεις φύγει



και εσύ που την ζωή είχες μιά σταλιά μα έφτανε και για τους δύο

μία ευκαιρία δεν σου έδωσα ποτέ για να μου πεις αντίο

σαν άδειασε από ανάσα η ζωή σου εγώ πόσο φοβήθηκα να σε κοιτάξω

μην δω ότι στην αγκαλιά μου μέσα κράταγα και μένα και τρομάξω



λες και έχεις χίλια μάτια και άλλα τόσα χάδια

στο τίποτα με αγγίζεις , με βλέπεις στα σκοτάδια

μες στη σιωπή μου ο ήχος , στον χαλασμό η γαλήνη

στον άδειο ουρανό μου το αστέρι που δεν σβήνει

Α.Π.


Σελίδες: [1] 2 3 4 ... 26