Εμφάνιση μηνυμάτων

Αυτό το τμήμα σας επιτρέπει να δείτε όλα τα μηνύματα που στάλθηκαν από αυτόν τον χρήστη. Σημειώστε ότι μπορείτε να δείτε μόνο μηνύματα που στάλθηκαν σε περιοχές που αυτήν την στιγμή έχετε πρόσβαση.


Μηνύματα - ΧΩΡΙΑΤΗΣ

Σελίδες: [1] 2 3 4 ... 33
1
Μες την κόλαση του λίβα,

έφτιαξε ο Θεός καλύβα

και προσκάλεσε τη νιότη

και τον χρόνο τον προδότη.



Μες την κόλαση του ψύχους,

ζωγραφίζεις άσπρους τοίχους,

με τα χρώματα της μοίρας,

της φωτιάς και της πλημμύρας.



Μες τα βάθη της ψυχής μου,

της υπόγειας φυλακής μου,

στροβιλίζομαι στο χρόνο

και αφουγκράζομαι τον πόνο.

 

Μες την κόλαση του πάθους

και του γήινου του λάθους,

η σιωπή πουλάκι ξένο,

σκεφτικό και γερασμένο.

 

Μες την κόλαση του δρόμου

και του κάλπικου του νόμου,

πάλι ξέφρενα οδηγάω,

ξεψυχώ και τραγουδάω.



Μες τα βάθη της καρδιάς μου,

και της άσβεστης φωτιάς μου,

κάποια μπάντα είναι κρυμμένη

και ροκάρει ευτυχισμένη.

2
Σε αυτήν εδώ τη γειτονιά,
σε αυτήν εδώ την μπάρα,
με ένα μπουκάλι απονιά
και ατέλειωτα τσιγάρα.

Σε αυτήν εδώ τη γειτονιά,
σε αυτόν εδώ το δρόμο,
λύκοι κυκλώσαν τα αρνιά
χωρίς ψυχή και νόμο.

Σε αυτή εδώ τη γειτονιά,
αντάμωσαν τα μίση,
τα πιο κατάμαυρα πανιά
σκοτείνιασαν τη φύση.

Σε αυτήν εδώ τη γειτονιά,
στο μαρμαρένιο αλώνι,
γυρίζει ο χάρος παγανιά,
μα ο χρόνος δεν κωλώνει.

Σε αυτήν εδώ τη γειτονιά,
σε αυτή εδώ την μπάρα,
κερνάει ο χρόνος απονιά
και ο θεός κατάρα.

Σε αυτήν εδώ τη γειτονιά,
σε αυτήν εδώ την πλάση,
ρίχνεται η ελπίδα στα σχοινιά,
μα ξέρει να αποδράσει.

3
Μέσα στης νύχτας το άσυλο,
θα ζω θωρακισμένος
και απ' του ποτού το θάνατο,
θα βγαίνω αναστημένος.

Του σκοταδιού το απόστημα,
θα καίω και θα σπάζω,
γεννιέμαι κάθε απόβραδο
μα κάθε αυγή τρομάζω.

Μέσα στου κόσμου τις γιορτές,
τρυπώνει η μοναξιά μου
και η νύχτα γίνεται αίμα μου
και η φωτιά σκιά μου.

Μέσα στης πόλης τη σιωπή,
θα σφίγγω εγώ τα χείλη,
με τη σκιά θα ενώνομαι
την πιο πιστή μου φίλη.

Μες τα τραγούδια αόρατος,
μες στις βοές χαμένος,
στιχάκι μες το χάραμα
και ονειροπαρμένος.

Μέσα στης νύχτας το άσυλο
για πάντα εγκλωβισμένος,
στην εποχή μου αφήνομαι
και ας νοιώθω πλανεμένος.

Μες στης νύχτας το άσυλο
στου φεγγαριού την πλάνη,
δεν έχουν σύνορα οι ψυχές,
ούτε οι αγκαλιές λιμάνι.

4
Μέσα στην τρέλα των ημερών,

ένας αλήτης παλιών καιρών,

ψάχνει τον ήλιο να ζεσταθεί

και μια αγάπη να πληγωθεί.


Μέσα στην τρέλα των αριθμών,

ένα τραγούδι παλιών ρυθμών,

ψάχνει μονάχες θερμές ψυχές,

να ξανασμίξει τις εποχές.


Μέσα στην τρέλα των αλλαγών,

δομών, εικόνων και χορηγών,

ματώνει ο χρόνος και ξεψυχεί

και τότε ο πόνος γίνεται οργή.


5
Πάνω στο χώμα της σελήνης,

 της Αφροδίτης και του Άρη,

σβησμένα λόγια της γαλήνης,

απ' τον καιρό τον μακελάρη.


Θαμμένα πρόσωπα της νύχτας,

του σκοταδιού και του χειμώνα,

ακούω τα γέλια της αρτίστας

τις προσευχές του Ροβινσώνα.


Μέσα στην κάπνα του κρατήρα,

ηχούν απόκοσμα οι μορφές του,

μια μελωδία χαρακτήρα

απ' την μπαγκέτα του μαέστρου.


Τραγούδια ελεύθερα με νότες

που κατευθύνουν το μυαλό μου,

της εποχής μου οι καταδότες,

με κυνηγούν για το καλό μου.


Πάνω στο χώμα της σελήνης,

της αφροδίτης και του κρόνου,

παλιά μυστήρια ξεδιαλύνεις

μέσα στα ψήγματα του χρόνου.


Θαμμένα κάστρα των θαυμάτων

και οι πεταλούδες φτερουγίζουν

είναι οι ψυχές παλιών σωμάτων

που πολεμούν και δεν λυγίζουν.


Μέσα απ' τη κάπνα του κρατήρα

ηχεί απόκοσμα η μορφή σου,

μια μελωδία χαρακτήρα

ως την αυτοκαταστροφή σου.


Τραγούδια ελεύθερα με νότες

που το μυαλό μου τυραννάνε,

της εποχής μου οι καταδότες

 με λόγια που με συμπονάνε.


Τραγούδια ελεύθερα με νότες,

που καθαρίζουν τη ματιά μου,

της εποχής μου οι καταδότες

καμένοι μέσα τη φωτιά μου.

6
Όταν το πρέπει γίνεται θέλω,

όταν το λάθος γίνεται αρχή,

όταν η μνήμη γίνεται μέλλον

η καλημέρα γίνεται ευχή.


Όταν η μέρα γίνει σκοτάδι,

όταν η νύχτα λάμπει στο φως,

τότε η ματιά σου θα γίνει χάδι

και η κάθε σκέψη, πόνος κρυφός.


Τα μάτια κλείνω και σε αθωώνω

γιατί έχεις φύγει, έχεις χαθεί,

κρατώ στο χέρι λίγο απ' το χρόνο

που στην σκιά σου έχει χυθεί.


Όταν τα θέλω γίνονται ελπίδες

και οι ελπίδες γίνουν φωτιά,

τότε τα χέρια βγάζουν λεπίδες

και τεμαχίζουν τη μοναξιά.


Όταν η μέρα χωρά στο γκρίζο,

όταν η νύχτα αιμορραγεί,

μες τη  ματιά σου εγώ δακρύζω,

και σου χαρίζω όλη τη γη.


Τα μάτια κλείνω και σε αθωώνω,

γιατί έχεις φύγει σε άλλη εποχή,

σκάβω και ανοίγω ρωγμή στο χρόνο,

σε ξαναφτιάχνω απ' τη αρχή.

7
 Όταν ξανάβρεις την ανάσα σου.

μέσα στη νύχτα του Γενάρη,

με τις κιθάρες και τα μπάσα σου,

θα τραγουδήσεις το φεγγάρι.


Όταν φυτρώσει το μπουμπούκι σου,

πάνω στις βέργας το κλαδάκι,

τότε θα ΄βγεις απ΄ το καβούκι σου,

σαν ζωντανό καλοκαιράκι.


Όταν θα 'βρεις ξανά το δάκρυ σου,

αγνό, ατόφιο, ονειρογόνο,

τότε θα φτάσεις ως την άκρη σου,

μέχρι τον Άρη και τον Κρόνο.


Είναι η ψυχή που επιστρέφει,

σαν το χαμένο το διαμάντι,

''ξανάρθα πίσω''  θα σου γνέφει,

από την κόλαση του Δάντη.


Είναι ο κρυμμένος εαυτό σου,

μέσα από στάχτη και συνήθεια,

είναι ο άσωτος υιός σου,

με λάφυρό του, την αλήθεια.

8
Οι γρατζουνιές στην πλάτη μας,

φτερά που έχουν λιώσει

από τη άγρια λησμονιά

και της ζωής την πτώση.


Βαριές οι καλημέρες μας,

ασήκωτα τα βάρη,

στον ίσκιο του ασήμαντου,

στο αθέατο φεγγάρι.


Τρελά φωτάκια ανάψανε

μικρές πυγολαμπίδες,

της σιγαλιάς αυτόφωτα,

πολύχρωμες ασπίδες.


Μέσα στον κύκλο των τρελών

και άγιας ανατριχίλας

από τις νότες του ουρανού

και τις οσμές σαπίλας.


Μέσα στον κύκλο των τρελών

κοιτάζω προς τα πάνω,

πιο πέρα κι απ' τα σύννεφα,

μα πάντα θα σε χάνω.


Βαρειές οι καληνύχτες μας

στο μαύρο του πλανήτη,

ήλιοι που δεν ανέτειλαν

στης πόλης το φεγγίτη.


Τρελά φωτάκια ανάψανε

σε σκοτεινές κοιλάδες,

φωτίζουν τους ορίζοντες

στης νύχτας τους φυγάδες.


Οι γρατζουνιές στην πλάτη μας,

ζωές που έχουμε κάψει

μέσα στο γλέντι του καιρού,

μες της ζωής τη λάμψη.


9

Μέσα στην άνοιξη φυτρώνεις

μου τραγουδάς και με λυτρώνεις,

σε δένω κόμπο στο λαιμό μου,

σου τραγουδάω τον καημό μου.



Στο καλοκαίρι μου γεννιέσαι,

μέσα στο σύμπαν αγαπιέσαι,

μες του φθινόπωρου το αγέρι,

αερικό, του νότου αστέρι.



Τώρα ο χειμώνας μ' έχει θάψει,

μες τις σελίδες που 'χω γράψει,

η θύμησή σου είναι ταξίδι,

αυλός που παίζει σε άγριο φίδι.



Τώρα τα μάτια μου βουλιάζουν,

την καληνύχτα κομματιάζουν,

σκόρπια γυαλιά για μια απουσία

μια φυλακή και μια θυσία.



Τώρα τα μάτια μου βουλιάζουν,

μες τον καθρέφτη ξεθωριάζουν

κι όταν το δάκρυ θα κυλάει,

κανείς ξανά δεν θα μιλάει.


10
 Ένα φεγγάρι ολόγιομο,

ηλεκτρικός λαμπτήρας,

μικρός ανεμιστήρας

φρεσκάρει το μυαλό,


ο ήλιος λάμπει πιο ψηλά

από τη φυλακή μου,

η ώρα είναι δική μου

μα εγώ παραμιλώ.


Μες το δωμάτιο κύλησε

το σύμπαν και με πνίγει,

σαν φίδι με τυλίγει

του μέλλοντος το φως,


μα το φεγγάρι χάνεται,

τώρα η αυγή χαράζει,

ξανά με δοκιμάζει

ο πόνος ο κρυφός.


Στον τοίχο ζωγραφίζονται

τα πέρατα του νου μου,

δροσιά του πρωινού μου

κολλάει σαν υδρατμός,


Μεγάλος ίσκιος σκέπασε

το ήλιο του χειμώνα,

τα μάτια δακρυγόνα

και ο δρόμος σπαραγμός.

11
Το νήμα της γαλήνης

κομμένο από καιρό,

το μάτι της σελήνης

δακρύζει στο νερό.


Μαχαίρια και φαρμάκια

και μίσος στις ψυχές,

της θλίψης τα σαράκια

κυκλώνουν σαν οχιές.


Συντροφική ευθύνη

και μάτια φλογερά,

κανείς δεν έχει μείνει,

μονάχα νοερά.


Ονειρικές διαστάσεις,

σε ατέλειωτη σκουριά,

χωρίς επαναστάσεις

και οράματα βαρειά.


Της μέρας οι ιππότες,

της νύχτας εραστές,

ταξιδεμένοι πότες,

αμίλητοι στο χθες.


Κιθάρες και μπουζούκια

και ιέρειες του χορού

σε ονειρικά κουτούκια

διαχρονικού καιρού.


Σημαία και παγίδα,

ναυάγιο στην καρδιά,

μια κίτρινη σελίδα

με αρχαία μυρωδιά.


Σημαία και παγίδα

και κόμπος στο λαιμό

για όλα αυτά που είδα

και αυτά που δεν θα δω.

12
 Ο χρόνος ρέει,  η νύχτα καίει,

πετούν οι ώρες σε ονειροχώρες.


Η μέρα κλαίει, βάρκα που πλέει,

θάβει το χρήμα σε μαύρο κύμα.


Φτιάχνουν σημάδια τα χίλια χάδια,

στήνουν καρτέρια τα μαύρα χέρια.


Ζωές κρυμμένες σημαδεμένες,

εφτά ζωές μου, αναπνοές μου.


Σπέρνονται αστέρια τα καλοκαίρια

παιδιά του χρόνου, καρφιά του πόνου.


Καημός και αστέρι, μικρό μαχαίρι,

ρωγμές και δάκρυα και τόσα χάπια.


Ο χρόνος ρέει και καταρρέει,

η νύχτα φθίνει και αργοσβήνει,


Η μέρα γράφει και ξαναγράφει

και οι καλημέρες 'γίναν φοβέρες.


Ήττες και νίκες και καταδίκες

για αυτούς που μένουν και περιμένουν.


Ξέφρενα τρένα, ταξιδεμένα,

ζωή στις ράγες και μνήμες άγιες.

13
Κάτω απ' τις όπλες των αλόγων

σκιές του μέλλοντος λασπώνουν,

κραυγές θρυμματισμένων λόγων

για το συμφέρον καμαρώνουν.



Κάτω απ' τους τάκους των αρμάτων,

ξυπνά το αίμα και ουρλιάζει

για την αλήθεια των θυμάτων

μέσα απ' το ψέμα θα φωνάζει.



Μέσα απ' τα μάτια των αγίων

και των τρελών που γράφουν στ' άστρα

και απ' τις ρωγμές των υπογείων

θα πέφτουν ματωμένα κάστρα.



Πίσω απ' τις γρίλιες των θαυμάτων,

κρύβεται ο χρόνος που τρομάζει,

ο βρυχηθμός των καθαρμάτων

θα σημαδεύει ό.τι αλλάζει.



Ρίχνω τα μάτια μου στο χώμα,

ντρέπομαι, πνίγομαι, πονάω,

μέρες πολέμου βλέπω ακόμα,

γιατί έχω μάθει να ξεχνάω.



Ρίχνω τα μάτια μου στο χώμα,

υποκριτής και πλανεμένος,

μέρες πολέμου βλέπω ακόμα

μέσα στα πάθη μου κρυμμένος.


14
Είδαν πολλά τα μάτια μου
μουσική και φωνή Δημήτρης Αρβανιτάκης
στίχοι δικοί μου (Παναγιώτης Γράμψας)

https://youtube.com/watch?v=2JMjxO7IgSo

15
 Κλείνω τα μάτια και σωπαίνω,

δεν ωφελεί πια να θυμάμαι,

τον γολγοθά μου ανεβαίνω,

σφίγγω τα χείλη κι ας φοβάμαι.



Πάντα είχα μάθει να ελπίζω

και να ερωτεύομαι το δάκρυ,

τον εαυτό μου να χαρίζω

σε ένα τραγούδι δίχως άκρη.



Τώρα η χρυσόσκονη έχει φύγει,

δεν δείχνει τίποτα ο καθρέφτης,

μόνο ένα σύννεφο με πνίγει

και ο χρόνος μοιάζει να ΄ναι ψεύτης.



Κλείνω τα μάτια και σωπαίνω,

τώρα η αγκαλιά γίνεται ελπίδα,

μοιάζει η συνέχεια με ένα τρένο

και ο χρόνος μοιάζει με λεπίδα.



Κλείνω τα μάτια και σωπαίνω.

πάντα η καρδιά είναι κατάρτι,

τώρα είναι αργά να περιμένω

και συνεχίζω δίχως χάρτη.

16
Κρατάς στα χέρια σου το χρόνο,

ματώνει η μέρα στην καρδιά σου,

ρουφάς της νύχτας το οξυγόνο

μέσα στη λάμψη της ματιάς σου.



Κρατάς στα χέρια σου το νήμα

της τρέλας και του λογισμού σου,

τη μια ξοδεύεσαι σαν θύμα,

την άλλη αφέντρα του θυμού σου.



Κρατάς στα χέρια σου το χρώμα,

που ντύνει ασπρόμαυρη πλατεία,

κύμα μορφής χωρίς το σώμα

που χάθηκε στην αλητεία.



Κρατάς στα χέρια σου μια νότα

του μαγεμένου του αυλού σου,

δάκρυα φωτιά, σαν δακρυγόνα

στα βάθη του χαμόγελού σου.



Κρατάς στα χέρια σου το γράμμα

που σου ΄χω στείλει χρόνια τώρα,

τώρα βαδίζουμε αντάμα

μες του παραμυθιού τη χώρα.



Κρατάς στα χέρια σου το γράμμα

σαν το δαυλό μες το σκοτάδι,

τώρα βαδίζουμε αντάμα

μες των ονείρων μας το βράδυ.


17
Καινούργιος χρόνος χωρίς παράνοια,

με υπερηφάνεια και σιγουριά,

χωρίς προφήτες και με λιμάνια

που δεν χωράνε την πονηριά. 



 Καινούργιος χρόνος χωρίς διχόνοια,

χωρίς μνημόνια κατακραυγής,

να ξεχωρίσει απ' τα άλλα χρόνια,

καινούργιο έτος της χαραυγής.



Καινούργιος χρόνος με άλλες αιτίες,

νέες αλητείες, νέες χαρές,

αρχή στο μέλλον με άλλες θητείες

και πάντα ασήμαντες οι διαφορές.



Καινούργιος χρόνος με νέα λάθη,

σε νέα βάθη μικρών στιγμών,

κανείς ποτέ του δεν θα 'χει μάθει

πριν απ΄το τέλος των διαδρομών.



Καινούργιος χρόνος με άκρα υγεία,

και η ευτυχία να έρθει ξανά,

να ΄βγει η θλίψη σε αιώνια αργία

και πάντα η αγάπη να διαπερνά.



Καινούργιος χρόνος με ωδές των νιάτων,

και των θαυμάτων της προσμονής,

νέων εικόνων και αρωμάτων,

και νέα τραγούδια άλλης φωνής.



Καινούργιος χρόνος σε όλη τη σφαίρα,

μια καλημέρα και μια βροχή

που τη ζωή μας θα καταβρέξει

και θα ξεπλύνει την εποχή.


ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΌΛΟΥΣ

18
 Ελλάς η χώρα νεοελλήνων,

σοβαροφάνειας και αρλεκίνων,

μας στεφανώνουν αρχαίων σκέψεις

και μας ξερνάνε οι ίδιες οι λέξεις.



Φτύνουμε ζάρια γεμάτα εξάρες

γεννάμε αγράμματες παλαβομάρες,

παίζουμε μόνο σε ματς στημένα

νοικοκυρόπαιδα σημαδεμένα.



Αλλάζουμε όνειρα με υποκρισία,

χωρίς οράματα και φαντασία,

μετράμε μάτσα ευρώ, δολάρια

λάγοι στα δύσκολα και με παζάρια.



Είμαστε απόλυτοι, τα ξέρουμε όλα

και όταν μπατάρουμε αρχίζει η βιόλα,

ποτέ δεν φταίξαμε, μας φταίν' οι άλλοι

μυαλά κακόγουστα και καρναβάλι.



Ελλάς η χώρα των μπερδεμένων,

των δικηγόρων των διαλεγμένων,

γη των ηρώων που εξαργυρώνουν

όλοι οι ανάξιοι που καμαρώνουν.



Ελλάς, Ευρώπη χωρίς αλήθεια,

ζωή παχύσαρκη μες τη συνήθεια,

πετροβολάμε τον ουρανό μας

ζώντας στο άρρωστο υπερεγώ μας.



Ελλάς η χώρα νεοελλήνων,

χώρα μαφιόζων και τραμπολίνων,

στα ναρκοδόλλαρα λευκών θυμάτων,

φτύνουν τα όνειρα των μαύρων νιάτων.



Ελλάς η χώρα πολλών και λίγων,

φτηνών ειδώλων και των κολίγων

που ενώ ταυτίζονται με επαναστάσεις,

ξεπουληθήκανε σε άλλες διαστάσεις.



Ελλάς η χώρα των αθανάτων,

μέσα στα υπόγεια μικρών θανάτων,

μεγάλος ήλιος μας ξημερώνει,

όλα τα έχουμε μα είμαστε μόνοι.

19
 Ο χρόνος ξαναγράφει την εικόνα σου,

η αλήθεια ξεγυμνώνεται μπροστά σου,

χιλιάδες μουσικές για το χειμώνα σου

και αγάπες δανεικές για την καρδιά σου.



Η νύχτα ξαναγράφει τους κανόνες σου,

η αλήθεια ξεγυμνώνει τη φωνή σου,

χιλιάδες μουσικές για τους χειμώνες σου

και δάκρυα να ξεπλένουν την ζωή σου.



Τα όνειρα ταξίδια για τα βράδυα σου,

η αλήθεια ξεγυμνώνει τη ματιά σου,

χιλιάδες μουσικές για τα σημάδια σου,

σημάδια που αντηχούν τη μοναξιά σου.



Απόμακρα της νιότης σου ξεσπάσματα,

η αλήθεια ξεγυμνώνει την ψυχή σου,

τις μέρες ξεπουλιέσαι στα χαλάσματα

και οι νύχτες μουσικές στη φυλακή σου.


20
Να 'σαι καλά φίλε μου
ο.κ στείλε μου σε μήνυμα εδώ ή ανέβασε

21
 Οι αναμνήσεις είναι καθρέπτες

του παρελθόντος και των καιρών,

χωρίς αιτίες και χωρίς φταίχτες,

κόσμος αλλήλων και πονηρών.


Όλα είναι εικόνες γεμάτες πάθη,

μικρά ταξίδια χωρίς σκοπό

κι όλα εκείνα που έχουμε μάθει,

γράφουν φοβάμαι και σ' αγαπώ.


Για των ψυχών μας τις καταθέσεις,

που κρύβουν νιάτα και προσμονή,

χωρίς κανόνες, χωρίς πιέσεις,

θα τραγουδάμε χωρίς φωνή.


Οι μνήμες κρύβουν χίλια φεγγάρια,

κρύβουν σκοτάδι και άπλετο φως,

ζωή παιγμένη όλη στα ζάρια,

κόμπος που πνίγει, πόνος κρυφός.


Οι αναμνήσεις είναι καθρέπτες,

καρέ των μύθων των ζωντανών,

σβήνονται αιτίες, χάνονται οι φταίχτες,

στην άγια λήθη των ουρανών.


Οι αναμνήσεις είναι καθρέπτες,

οσμές των δρόμων των μακρινών,

κραυγές της νύχτας, του χρόνου κλέφτες,

πληγές ονείρων παντοτινών.

22
Το παρόν το περασμένο,
βαφτισμένο παρελθόν
και το μέλλον ποτισμένο
με ένα άγνωστο παρόν.

Οι πολλοί μείνανε λίγοι
όσοι αντέχουν να πονούν,
μα  ο καιρός πάντα θα πνίγει
όσους 'μάθαν να θρηνούν.

Δως μου ένα τσιγάρο σκέτο,
να μεθάω την ταραχή,
με πολύχρωμο πακέτο
θα μετράω την εποχή.

Τα χαμόγελα ουρλιάζουν,
και τα δάκρυα έχουν δροσιά ,
όλα νότες που χαράζουν
το μυαλό και την καρδιά.

Η ζωή είναι μεγάλη,
με στιγμές που κρύβουν φως,
κρύβουν όνειρα και ζάλη
κι όλα ίσως και σαφώς.

Οι σιωπές είναι τραγούδια,
το τραγούδι είναι ευχή,
οι ευχές είναι αγγελούδια
και το τέλος είναι αρχή.

Δως μου ένα τσιγάρο σκέτο,
δως μου κέφι να χαρώ,
η ζωή είναι ''πακέτο''
μα εγώ άλλη δεν θα βρω.

Η ζωή είναι μεγάλη
και ας τη βλέπουμε μικρή,
νέοι, γέροι στην κραιπάλη
και όχι ζωντανοί - νεκροί.

23
Σε ευχαριστώ πολύ

24
 Ήθελα να 'μουν αετός, μακριά να ταξιδεύω,

να αγγίζω τα ψηλό βουνό και τη βουνοκορφή του,

να 'χω τον ήλιο οδηγό, τη γη να μην ζηλεύω,

να ζω τον χρόνο από ψηλά ρουφώντας τη μορφή του.


Ήθελα να 'μουν γερανός, ήθελα να 'μουν γλάρος,

να με φυσούν τα κύματα, να με μεθάει η αλμύρα,

την στερεμένη μου ψυχή να γέμιζα με θάρρος,

με όλα τα ψάρια να μιλώ για τη δική μου μοίρα.


Ήθελα να 'μουν ο Ερμής, ο φτεροφορεμένος

να τραγουδώ με αερικά και με πυγολαμπίδες,

λουσμένος φως και ουρανό, ανέμελα αφημένος.

μετρώντας πάντα τον καιρό με τις παλιές ελπίδες.


Δεν είμαι όμως όλα αυτά, εγώ φτερά δεν έχω,

εγώ γυρνώ πάνω στη γη σαν λαβωμένος χρόνος,

ακροβατώντας στην σιωπή για όσα χρόνια αντέχω,

ένας σπουργίτης ποιητής, ένας αλήτης μόνος.


Δεν είμαι όμως όλα αυτά, εγώ φτερά δεν έχω

και κολυμπώ σαν ναυαγός, χαμένος Ροβινσώνας,

όλη η ζωή μου ένα νησί, όσο είμαι εδώ και αντέχω,

σαν το δελφίνι ακολουθώ τον ήλιο κατά μόνας.

25
 Μες του μυαλού μου τα στενά,

ένας αλήτης κυβερνά,

ένας δραπέτης του φωτός

σαν ζυγιασμένος αετός.


Μέσα στης νιότης μου το χώρο,

της νύχτας πλήρωνα το φόρο,

χίλια τραγούδια για σημαία

και μια  αγκαλιά στην προκυμαία.


Μέσα στα χρόνια που περάσαν,

ποτά, ξενύχτια με γεράσαν,

και των δεκάδων αρωμάτων,

γλυκές γυναίκες των θαυμάτων.


Μέσα στις νότες που με βρήκαν,

θυμάμαι αυτές που μ' αρνηθήκαν,

γράφω για αγάπη σε άσπρο τοίχο,

με μαύρο δάκρυ γράφω στίχο.


Μέσα στου χρόνου την φουρτούνα,

λευκό πανί σε μαύρη σκούνα,

ήμουν της νιότης μου γεράκι,

 τώρα κρωζάω σαν κοράκι.


Μες του μυαλού μου τα στενά,

ένας αλήτης κυβερνά,

ένας δραπέτης της βροχής,

της ξεπεσμένης εποχής.


Μέσα στου μυαλού μου τα στενά,

ένας αλήτης κυβερνά,

ένας δραπέτης της στιγμής,

περιπλανώμενος Ερμής.

Σελίδες: [1] 2 3 4 ... 33