Ένα φεγγάρι ολόγιομο,
ηλεκτρικός λαμπτήρας,
μικρός ανεμιστήρας
φρεσκάρει το μυαλό,
ο ήλιος λάμπει πιο ψηλά
από τη φυλακή μου,
η ώρα είναι δική μου
μα εγώ παραμιλώ.
Μες το δωμάτιο κύλησε
το σύμπαν και με πνίγει,
σαν φίδι με τυλίγει
του μέλλοντος το φως,
μα το φεγγάρι χάνεται,
τώρα η αυγή χαράζει,
ξανά με δοκιμάζει
ο πόνος ο κρυφός.
Στον τοίχο ζωγραφίζονται
τα πέρατα του νου μου,
δροσιά του πρωινού μου
κολλάει σαν υδρατμός,
Μεγάλος ίσκιος σκέπασε
το ήλιο του χειμώνα,
τα μάτια δακρυγόνα
και ο δρόμος σπαραγμός.