Οι γρατζουνιές στην πλάτη μας,
φτερά που έχουν λιώσει
από τη άγρια λησμονιά
και της ζωής την πτώση.
Βαριές οι καλημέρες μας,
ασήκωτα τα βάρη,
στον ίσκιο του ασήμαντου,
στο αθέατο φεγγάρι.
Τρελά φωτάκια ανάψανε
μικρές πυγολαμπίδες,
της σιγαλιάς αυτόφωτα,
πολύχρωμες ασπίδες.
Μέσα στον κύκλο των τρελών
και άγιας ανατριχίλας
από τις νότες του ουρανού
και τις οσμές σαπίλας.
Μέσα στον κύκλο των τρελών
κοιτάζω προς τα πάνω,
πιο πέρα κι απ' τα σύννεφα,
μα πάντα θα σε χάνω.
Βαρειές οι καληνύχτες μας
στο μαύρο του πλανήτη,
ήλιοι που δεν ανέτειλαν
στης πόλης το φεγγίτη.
Τρελά φωτάκια ανάψανε
σε σκοτεινές κοιλάδες,
φωτίζουν τους ορίζοντες
στης νύχτας τους φυγάδες.
Οι γρατζουνιές στην πλάτη μας,
ζωές που έχουμε κάψει
μέσα στο γλέντι του καιρού,
μες της ζωής τη λάμψη.