Το Στέκι των Κιθαρωδών
Καλλιτεχνικές μας δημιουργίες => Δικοί μας στίχοι και ποιήματα => Μήνυμα ξεκίνησε από: Anastasis στις 23/09/05, 03:09
-
Τι ειρωνικό αλήθεια πριν το τραγικό
Αστεία σού κανα περι θανάτου
Εθίχθη ο Χάρος που περιφρονώ
Μισεί να πιάνουν τ’ όνομα του.
Βράδυ Σαββάτου που ξημερώνει Κυριακή
Ο Γκιώνης τραγουδούσε από νωρίς
Μαύρο τραγούδι με γλυκιά φωνή
Ο Γκιώνης, πένθιμος στερνός τραγουδιστής
Ξύπνησες το πρωί ήρεμος γλυκός
Στην εκκλησιά κι ύστερα στο καφενείο
κάτω απ τον πλάτανο καφές ελληνικός
γέλασες στο τελευταίο αστείο
Γύρισες σπίτι κι εκείνη εκεί
Θα είναι κοντά σου και τώρα
Ως την τελευταία σου αναπνοή.
Έφυγες στη μία η ώρα
Τώρα δεν κοροϊδεύω δεν γελώ
Διόλου στο στόμα δεν τον πιάνω
Μα πιότερο απ’ όλα τον παρακαλώ
Εκείνους που αγαπώ μη ζω να χάνω
-
Μ` αρέσουν τα ξεκάθαρα λόγια στους στίχους. Να εννοούν αυτό που λένε... και να χτυπάνε χαστούκι έτσι απλά, χωρίς πολλή σκέψη. (πόσο λαικιστής είμαι?)
Θα με χλευάσουν -ίσως- γι` αυτό που θα πώ... αλλά "ανατρίχιασα" κι "ένας κόμπος μου στάθηκε στο λαιμό" όταν το διάβασα...
Κι αυτό -νομίζω- λέει κάτι !
-
μ αρεσε για τον ιδιο λογο που μ αρεσουν αυτου του ειδους τα ποιηματα.
γιατι εχει να κανει με ενα γεγονος τοσο απλα δοσμενο ... μια αφηγηση στην ουσια.
χαιρομαι που το ανεβασες.
-
Κι εγώ θέλω να ομολογήσω ότι 5 φορές το διάβασα και ακόμα νιώθω την ανατριχίλα στην ραχοκοκαλιά μου.
Απέριττο και με ξεκάθαρες εικόνες που ξεπηδούνε από κάθε στίχο.
Εγώ θα του έδινα τον τίτλο " Βράδυ Σαββάτου"
-
Σας ευχαριστώ
-
Θα συμφωνήσω.
-
Πραγματικά λιτό όπως πρέπει να είναι.
Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω μετά από τόσο καιρό.