Το Στέκι των Κιθαρωδών
Καλλιτεχνικές μας δημιουργίες => Δικοί μας στίχοι και ποιήματα => Μήνυμα ξεκίνησε από: rakenditos στις 24/09/08, 22:32
-
Ο Τζερονιμο Σόνιο , ειναι ενα προσωπο της φαντασιας μου.Η ιστορια του δεν εχει καμια σχεση με την πραγματικοτητα
και μου καρφωθηκε ξαφνικα στο μυαλο οποτε και αποφασισα να γραψω ενα παραμυθι για να την διηγηθω...Δυστυχως (ευτυχως για εσας) το παραμυθακι αυτο δεν το εγραψα φυσικα ποτε αλλα επειδη ως γνωστον θελω το κακο σας, θα αρχισω να γραφω εδω σιγα σιγα καποιες "σημειωσεις" που ειχα κενει σχετικα με αυτο...δεν ξερω αν θα βγει καποιο νοημα αφου οι περισσοτερες ειναι ψιλοασυνδετες και η ιστορια χασκει (αν μου κατσει ισως να συμπληρωσω τα κομματια που λειπουνε απο αυτα που εχω ηδη γραψει ωστε ολο αυτο να βγαζει καποια ακρη) αλλα δε βαριεστε....
ολα ξεκινανε καπως ετσι....
Ριγμενος σε μερες αργες , σκουριασμενες
και πολιτειες μακρινες στου χρονου τα δαση
γυριζει ο Τζερονιμο ζητωντας χαμενες
στιγμες που τον καινε μια ευχη να ξεχασει.
Στους τοιχους πατωντας τη σκια που φοβαται
γλιστραει σιωπηλα απ την μια ακρη στην αλλη
αρρωστια βαρια κουβαλαει να θυμαται
και κρυβει στους ωμους βαθια το κεφαλι
τον ερημο δρομο να παρει το ματι
που χανει το βημα αυτου που περνα
το φως που οριζει του καθε διαβατη
την πορτα που ανοιγει για το πουθενα
σε καθε φαναρι γυριζει τις πλατες
το βλεμα του αφηνει να πεσει βαθια
της νυχτας ν αγγιξει φτηνες αυταπατες
και σφιγγει με μισος ξανα την γροθια
πριν πει καληνυχτα στην πολη κι αποψε
με λογια χυδαια σφυριζει σιγα
"τον Κοσμο τους Κυριε σημερα κοψε
και αστον στο αιμα να σβησει αργα"
-
ετσι τις σκαλες μετραει θυμωμενος
αληθεια πως παλι του λειπουν σκαλια
μες το δωματιο παντοτε ξενος
του υπνου αναβει στα χειλη η φωτια
''Πατερα του αδικου χρονου εφιαλτη
του κοσμου της πετρας στην αλλη πλευρα
ειθε το οραμα να χει προστατη
μια πεταλουδα ή αγγελων φτερα
στα δυο σου χερια να τα νανουρισεις
της ουτοπια λογια γλυκα
ενα "αγαπω" φτανει αν ψιθυρισεις
ονειρα μονο , μικρα δανεικα
πριν ανατειλει ο ηλιος στην πολη
κι ουτε κουβεντα να πω ευχαριστω
θα ρθω ιδρωμενος κι εγω οπως ολοι
να σου ξεπληρωσω τα οσα χρωστω"
τετοια ο Τζερονιμο λεει της νυχτας
το σωμα κι αφηνει να πεσει ελαφρια
το οπιο χαδι δωρο της νυστας
να παρει τον φοβο του περα μακρια
-
Στον αυλο κοσμο της φαντασιας
χωρα καταφωτη αερικων
ιδεα της καθε του επιθυμιας
κι ολων των αλλων του των μυστικων
γνωριμοι τοποι κατω απ το χιονι
φτατσες του χτες λαμπουν ξανα
εδω η ιστορια ποτε δεν τελειωνει
το τρενο του χρονου για κεινον περνα
της νυχτας κρυφα , αργα δρομολογια
χωρος χαμενος ο προορισμος
δεικτες σ απογνωση σπαν τα ρολογια
καθε στροφη του κι ενας σταθμος
τρωει τις ραγες στα σωθικα του
τουνελ τ ανοιγει τρυπαει το μυαλο
γεμιζει για λιγο την αγκαλια του
και τον αφηνει τελειως τρελο
να τριγυριζει στο παρελθον του
μ ενα χαμογελο ειρωνικο
να σπρωχνει στην αβυσσο τον εαυτο του
στον αγριο πονο και τον πανικο
μα πριν τον σκεπασει παλι το κυμα
σβηνουν οι εικονες , λογια γλυκα
φωνη αγαπημενη λεει το ποιημα
που το θηριο του παντα νικα
"Μικρε μου Τζερονιμο , στο πα θα μπλεξεις
αν τους ανθρωπους δε μαθεις να ζεις
σφαιρα δεν ειναι ο κοσμος να παιξεις
κοιτα ν ακουσεις μπας και σωθεις
οπως μικρο σου λεγα ποσο
αστρο θα γινεις αν αγαπας
αστρα στη νυχτα σου πανω θα στρωσω
να το θυμασαι οπου γυρνας
αστρο και η αγαπη να τηνε φτασεις
οσο κι αν μοιαζει στον ουρανο
κοιτα Τζερονιμο να τηνε ψαξεις
καπου στον κοσμο σου τον ταπεινο
μονο αυτο μικρη μου αγαπη
ανασα θα δωσει πισω ξανα
δυσκολο αληθεια να ναι το χαπι
που κανει την καθε σου σκια να περνα
μ ενα φιλι στα δυο σου χερια
τ' ονειρο τωρα θα παρω ψηλα
κι αυτο να γενει λευκα περιστερια
μεχρι ν απλωσεις παλι δειλα
απελπισμενο σου ενα τραγουδι
να το ακουσω ξερεις μπορω
θα ρθω ξανα μικρο μου αγγελουδι
μεσα στη νυχτα σου για να σε βρω"
-
Αγαπητέ Τζερόνιμο, σε προκαλώ να συνεχίσεις το ποίημα, γιατί τούτο το τρίτο Post, μοιάζει να είναι το τέλος του!!
Πόση δύναμη θα μπορούσε να έχει ένα ακόμη Post, που να σπάει αυτό το Ενδεχόμενο τέλος ??
Γράφεις πολύ ωραία μάγκα.
Έτσι προσεγγίζεις περισσότερο, αυτούς που σε διαβάζουν, σε σχέση με παλαιότερα ποιήματά σου.
Το προηγούμενο ποίημά σου, που είχες γράψει παλιά, με τα δέντρα και τον αέρα έσφυζε από μαγεία.
-
Συμφωνώ με τον Χολιδόχο, έχασα το μεσημέρι μου με τον ονειρώδη Τζερώνυμο αλλά το άξιζε.
Μια ερώτηση μόνο για ένα σημείο που δεν κατάλαβα καλά.
"μονο αυτο μικρη μου αγαπη
ανασα θα δωσει πισω ξανα
δυσκολο αληθεια να ναι το χαπι
που κανει την καθε σου σκια να περνα"
όταν λες "χάπι" εννοείς το ψυχοφάρμακο ή είναι μια λέξη που την έβαλες τυχαία για να βγει η ομοιοκαταληξία?
-
γεια!
χολιδοχς thanks για τα καλα σου λογια με εκανες να κοκκινισω και οχι αυτο δεν ειναι το τελος, η ιστορια εχει μολις ξεκινησει
pappou χαπι , οπου θεραπεια , βαλσαμο , γιατρικο κτλ
η αληθεια ειναι το ειναι λιγο κουραστικο το διαβασμα αλλα δε βαριεστε!
γεια χαρα!
-
αν και το διαβασα με δυσκολια γιατι με πονανε τα ματια μου.... ενα εχω να πω....
περιμενω οπως και αλλοι φανταζομαι ... την συνεχεια...
-
νημα τις λεξεις που ξεδιπλωνει
και τον τυλιγει ενα κουβαρι
ανεμος ειναι που δυναμωνει
και τον σβουριζει στο μαξιλαρι
χιλια κομματια ο ουρανος του
τωρα σπασμενα σε μια φραση
ποιος ναν αληθεια ο προορισμος του
και ποια αγαπη να τον χορτασει
ποια μελωδια που ξεκλειδωνει
ολα της μοιρας τα μυστικα
ριπη της δινης που ξεσηκωνει
και του την στελνει στα ξαφνικα
πνοη ημερας στα παραθυρια
πηρε την φορα και τα φυσαει
κανει της τυχης του παλι χατιρια
δινει αλλη μια και του τα σπαει
γεμιζει ο κροτος την ακοη του
τζαμι που πεφτει και τον ξυπναει
μπαινει το κρυο στην καμαρη του
τονε τσιμπαει και τον ρωταει
-"πες μου Τζερονιμο, πες την αληθεια
σαν ταξιδευεις μονος τα βραδια
ακους της Σεληνης τα παραμυθια
φωτα π αστραφτουν μες στα σκοταδια
Κυριε Σονιο , τον ουρανο μου
κοιταξες πες μου μεσα στα ματια
λαβα που θρεφει τον ποταμο μου
πανω στης νυχτας τα μονοπατια"
-"Νυχτα γνωριζω μον απο σκοτος
ωρα απο μαρμαρο και δυναμιτη
καθε λιγμος γινεται κροτος
κομπος στ αορατο , αυλο διχτυ"
-"τοτε Τζερονιμο δεν εχεις φως
πανω στις κορες η την ψυχη σου
εισαι ενας αρρωστος γερο-τυφλος
παραδομενος στην φυλακη σου...'
-
δεν σου αξιζουν τα φωτεινα
δωρα του απειρου που κουβαλαω
στα αδεια οραματα τα μακρινα
γερο αχαριστε σε παραταω"
κι οπως κουβεντα σκαει τον τρομο
και τυρανναει την μοναξια του
φωνες ηχουνε απο τον δρομο
και τον τραβανε στα συγκαλα του
μερα που πεφτει και ξημερωνει
διωχνει της νυχτας τους εφιαλτες
ονειρο να ταν που σε σκοτωνει
και σε κερναει σ αγριες φακες
φτυνει ο Τζερονιμο τα δυο του χερια
ξινει τ αρχ**ια να χει προστατη
ενα τσεκουρι και δυο μαχαιρια
σπρωχνει και πεφτει απ το κρεβατι
τρυπιος μανδυας που τον φοραει
τα δαχτυλιδια του μεσα βαλμενα
βγαινει απ την πορτα και περπαταει
μην δει το φως ,μη δει κανενα
στενο απ τα πισω και στα κλεφτα
μεχρι τη τεντα με τα θηρια
για ενα ψωμι και τα λεφτα
περνει το δραμα αυτο στα αστεια
σ ενα κλουβι στα σκοτεινα
μεσα στην ναρκη παραμιλαει
πεφτει η κουρτινα και αρχινα
περναει ο κοσμος και να κοιταει
λυκους στο στομα λεει φιλα
και να παιδευει τ αγρια κτηνη
πανω του η μασκα χαμογελα
μα η φλογα μεσα του παει και σβηνει
μ ενα μαστιγιο να ευλογα
τα εκπληκτα ματια των θαρραλεων
και ως τα μεσανυχτα μεσα αργα
τερας να ντυνεται και ο ιδιος λεων
δοντια να βγαζει τα μυτερα
και να του τρεχουνε σαλια για αιμα
ν ακου τσακαλια λυπητερα
και να αλλζει παλι το δερμα
-
της σκιας τα ρουχα τα βρωμερα
λεπια στο κατισχνο τ αυπνο σωμα
ματια βγαινουν απ τα νερα
καρδια απο σιδερο πετρα και χωμα
ετσι σαν δρακος στα χαμηλα
καθε που βγαινει απ την σκηνη του
σκορπαει στην πολη τον μπελα
με τα καρφια και το σχοινι του
πλατη στο τοιχο που περπαταει
φοβο στο φοβο η αναπνοη του
μες στο δωματιο παρακαλαει
χαρη να φυγει απ την ποινη του
μα ολα αυτα μεχρι εχτες
θαυμα να νιωθει πως θα γινει
ανοιγει δρομο απ τις φωτιες
και μες στην τεντα μπαινει Εκεινη
αερας πηρε να φυσα
και να σαρωσει την ψυχη του
κορη λευκη μαλλια χρυσα
στεκει μπροστα απ το κλουβι του
-
πλασμα του ονειρου μυστικο
τονε κοιταει με μυστηριο
κι οσο ειδα προσωπο γλυκο
μοιαζουν τα ματια δηλητιριο
ριχνουν παραξενο το φως
μεσα στον κοσμο τον τερατων
που βασιλευει αυτος σκυφτος
στο ρεσιταλ των θηραματων
στην θλιψη και την συμφορα
τα νιωθει αθελα βουρκωνουν
που ειδε πρτωτη του φορα
τα καγκελα που τον κυκλωνουν
μα οσο κραταει η στιγμη
τρεχει να φυγει τρομαγμενη
βγαινει κι ανοιγει μια ρογμη
μεσα στα στηθια του να μενει
κι αυτος κοιταζει σιωπηλος
μαλλια χρυσα λαμποκοπανε
κι αρχιζουνε δε ξερω πως
ξαφνου τα ορνια ν αλιχτανε
κλαινε τα ζωα μ ουρλιαχτα
νυχια τα ξινουν τρομαγμενα
βαζει ο Τζερονιμο πνιχτα
κλαμματα τοσο απελπισμενα
που μες της πολης τον αχο
τραγουδι γινονται του δρομου
για εναν γερο μοναχο
δεσμιο της τρελας και του τρομου
-
στιχο το στιχο περπατα
και διασκορπιζεται στη σκεψη
πουλι το κανει να πετα
παραπανο να μη στερεψει
μιας ζωης τις ενοχες
και της απατης την μπαλαντα
παλιες χαμενες εποχες
που του ξεφυγανε για παντα
σωρος στραβες επιλογες
βουλες δειλιας αποφασεις
δηθεν αναγκης προσταγες
στημμενες τωρα παραστασεις
νιωθει πως ηταν ολα πια
οσα του σκαλιζαν του παθος
και ολη η αληθεια το ψευτια
τρεμει πως ηταν καταβαθος
κορη λευκη χρυσα μαλια
φωτια τ αναψαν το κεφαλι
για οτι να τανε παλια
τον κανουνε να αμφιβαλει
-
για τις ημερες του σκληρες
που ριζωσαν στα χρονια
τρελης κυρας επιταγες
που εριξαν τα πιονια
σε ασπρο μαυρο σκοτωμο
που γυρισμο δεν εχει
σηκωνει τωρα σπαραγμο
το χτες να μην αντεχει
ιδεα σφαιρα στο μυαλο
φωναζει μανιασμενα
οσα χε παρει για καλο
πως ηταν λαθεμενα
πνευμα αχαριστο στραβο
κλεισμενο μες στη σκια του
σ ενα τρυπακι παλαβο
το φοβο του θανατου
βλεπει μπαινει στην καρδια
παραξενο το χρωμα
μιας αλλης φυσης μυρωδια
στον ανεμο κι ακομα
καν η σκηνη του πως κουνα
τα ειδωλα θολωνουν
αρχιζει ο κοσμος να γυρνα
φωνες που τον σκοτωνουν
πλεκουν εικονες τρομερες
και η μνημη σα χαμινι
τονε χτυπαει δυο φορες
και σεκο τον αφηνει
χανει ο Τζερονιμο το φως
κι αναισθητος λυγιζει
μοιαζει στ αληθεια του νεκρος
το χωμα οπως αγγιζει
πεφτει σεληνη στο πανι
φωτιζει το κορμι του
κανει στο βραδυ να φανει
γραφη που στο σπαθι του
σε καποια γλωσσα ξενικη
του χρονου τη συνηθεια
λεει τη φραση μυστικη
που φερει την αληθεια
σκυβουν τα κτηνη για να δουν
ατσαλινη την πλακα
και του αφεντη αρχινουν
να τρωνε απ τη σαρκα
δοντια το σωμα προσκυνουν
κομητη που θα πεσει
για ενα ονειρο μιλουν
που εμεινε στην μεση
κλεινει τα ματια ο ουρανος
το αιμα που παγωνει
μενει απο πανω του κενος
κι αυτος σαν ξημερωνει
κι οπως φυσα ξαναφυσα
αερας πανω απ τη θωρια του
του δινει φλογα , ξεφυσα
δεν ηρθε ακομα η σειρα του
-
Οι λέξεις ξεπετάγονται
απ' το μυαλό σαν σφαίρες
πυροβολεί ο ποιητής
στον Σόνιο πλέκει ημέρες
συνέχισε ρακένδυτε
την ζόρικη ιστορία
για τον γνωστό μας άγνωστο
κράτα μας σ' αγωνία
-
φιλι ζωης κι αναριγα
φωνη ν ακουει αγαπημενη
"σηκω μικρε μου ειν αργα
εξω ο κοσμος περιμενει"
σφιγγει τα δοντια κι ας ποναει
σιγα ανοιγει τα δυο ματια
βλεπει μπροστα του να ριγαει
εναν Τζερονιμο κομματια
μεσα στο παραμιλητο
χιλια μαζευει πεταμενα
οπως τον παιρνει το βουητο
λογια φυτρωνουν ξεχασμενα
αστρα που κρυβουν και δεν μιλανε
καποιο σωτηριο και μυστικο
μηνυμα ελπιδας που κουβαλανε
φαρμακο να ναι και γιατρικο
"τα αστρα λοιπον θα τα γκρεμισω
στην γειτονια τους πανω θ αραξω
καθε πλανητη θα τον ρωτησω
και καθε ηλιο θα τονε ψαξω
φτανει μια λεξη να ξεκινω
κομπο να λυνω και ν απανταω
σ ενα ερωτημα τοσο κοινο
που ναι αληθεια και που να παω"
ετσι σερναμενος μια πληγη
βγαινει ο Τζερονιμο απ τη σκηνη του
ρακος κυλιεται πανω στη γη
σχεδια μεσα στη κεφαλη του
τον ερημο δρομο να παρει το ματι
που χανει το βημα αυτου που περνα
το φως που οριζει του καθε διαβατη
την πορτα που ανοιγει για το πουθενα
σε καθε φαναρι γυριζει τις πλατες
το βλεμα του αφηνει να πεσει βαθια
της νυχτας ν αγγιξει φτηνες αυταπατες
και σφιγγει με πεισμα ξανα την γροθια
πριν πει καληνυχτα στην πολη κι αποψε
τα λογια τ ονειρου σφυριζει σιγα
"των αστρων το νομο Τζερονιμο κοψε
και βρες την ουσια που γριφους ξηγα"
ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ!!!
-
πρωτα απ ολα ευχαριστω οσους κανουν τον κοπο να διαβασουν αυτο το πραγμα...οπως εχω ηδη πει ειναι πολυ προχειρογραμμενο και στη ουσια αποτελει απλως τον "οδηγο" για κατι που θα ηθελα καποια στιγμη να γραψω...
διαβαζοντας το τωρα και εγω για πρωτη φορα μετα απο πολυ καιρο βλεπω οτι ετσι οπως ειναι, εκτος του οτι ειναι κουραστικο στην αναγνωση ,ειναι λιγο μπερδεμενο και καπως δυσκολο να ακολουθησει κανεις την πορεια της ιστοριας...η ιδεα να γραφω καθε τοσο τι εχει παιχτει παραπανω δεν μου αρεσε πολυ και για αυτο ειπα για να βελτιωσω καπως τα πραγματα να το χωρισω σε 3-4 μερη...νομιζω οτι αν καποιος θελει να το διαβασει με αυτο τον τροπο θα εχει μια καλυτερη εποπτεια του τι γινεται...τελος παντων οποιος εχει την υπομονη ας το παρακολουθησει μεχρι τελους , εγω μια φορα σας προειδοποιησα!
γεια!
-
Ετσι ο Τζερονιμο θα ξεκινησει
μες στο δωματιο που χε για σπιτι
μαχη του νου να εξηγησει
φασμα που πεφτει απ το φεγγιτη
λογια την εξοδο που του μιλησαν
πανω ψηλα να τη γυρεψει
ψεματα πρωτα του ακουστηκαν
τωρα παλευει να τα πιστεψει
σειρα παραξενα που να συμβηκαν
γραφει να βαλει σε μια ταξη
ολα στραβα που του ριχτηκαν
μες στο χαρτι να τα ριμαξει
πρωτα τις σκεψεις του θα ξεφορτωσει
γραμμα λειψο κακογραμμενο
ονειρο κι ομως θα τονε σωσει
τροπο τον δειχνει το ξεχασμενο
"σαραντα ημερες σαραντα βραδια
μια ιστορια να ξεθυμανω
εξαγνισμενος απ τα σκοταδια
θε να κοικταξω τα προς τα πανω"
σχηματα κανει τα μπερδεμενα
στιχους που γραφουν το παρελθον του
οσα τον καινε τα περασμενα
και οπτασιες των αγγελων του
φως στο παραθυρο παντα που καιει
τον συντροφευει στους διαδρομους
καθε αμολογητου βαρους του φταει
αρθρο που λειπει απο τους νομους
πως η φυγη του θ αληθεφτει
τροποι χαμενοι στ αδυνατα του
λιγο ακομα για να κρυφτει
απ τους ανθρωπους και το δαιμωνα του
γραφε Τζερονιμο μην σταματας,
χερι που τρεμει και φτερουγιζει
θαρρος να ξερεις να πολεμας
βαρος που πεφτει και σε ζοριζει
μα γραφει ο Τζερονιμο , δε σταματα
ματια δεν εχει πια δε γυριζει
μεσα στη νυχτα που τον κοιτα
πραγμα δε ξερει και μουρμουριζει
"κουκλα σπασμενη εισαι κι εσυ
δεμενη απανω στην σιωπη μου
δουλος πιστος που με μισει
μα αντε να βγεις απ το κελι μου"
-
σ ενα λαβυρινθο μπλεγμενος
ευκολο δρομο να χαλασεις
αμα βρεθεις εγκλωβισμενος
μεσα στη χουφτα της θαλασσης
και της ζωης που ξεγυριζει
μερες στιγμες και σταυροδρομια
τις υποθεσεις που μαντριζει
χρονια ανυποφορα παρομοια
πως να μπορεσεις τον γκρεμο
σ ενα στιχακι να νικησεις
μεσα στης πτωσης τον χαμο
στρατι στα πισω να γυρισεις
μα οσα γνωριζουν οι σοφοι
του κοσμου αυτου που αγνοουσες
φιλε μου την καταστροφη
διχως να ξερεις κυνηγουσες
ετσι νυχτια με τη νυχτια
φυλλο το φυλλο και με βημα
αργο το γραμμα τρωει η φωτια
θυτης στη δικη μα και το θυμα
σαραντα νυχτες και με το φως
σαραντα μερες με το κερι σου
βαλθηκες παλι μοναχος
πραξη να λυσεις τη ζωη σου
κι αφου τρικυμησες μακρια
με τη καρδια μονη πυξιδα
σαστισες σαν να ειδες πια
ο,τι ειχες ζησει μια σελιδα
μια μονο φραση στο χαρτι
οτι επεμειν απ την φλογα
τοσο μυστηρια κι αυτη
που ανατριχιασες στην ρογα
που διαβασες στο τελος πως
μεσα σου κυλησαν το κονιο
δυο λεξεις που τανε απλως
"ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΟΥ ΤΖΕΡΟΝΙΜΟ ΣΟΝΙΟ"
-
μα οσα γνωριζουν οι σοφοι
του κοσμου αυτου που αγνοουσες
φιλε μου την καταστροφη
διχως να ξερεις κυνηγουσες
είπα να μην μιλήσω γτ με "εκραξες" σε ένα ποστ σου... :P
(πλακιτσα..)
αλλά αυτή η στροφή...!!!
-
Να μην μπορεις το παρελθον
ουτε το μελλον να δαμασεις
μεσα στο εργο σου απων
αγνωτο που θελεις να φτασεις
κι αφου καταλαβες μετα
πως δεν οριζεις τις κινησεις
ποταμι και δε σταματα
μαχη να μην τηνε νικησεις
μιας ιστοριας η ψευτια
οτι απεμειν απο σενα
τρενο βαδιζει στη φωτια
βολτα στο χρονο διχως φρενα
κρυφο μαραζι και πληγη
μα να που συ το ξερεις ηδη
οτι σου μενει απ τη ζωη
ειναι μοναχα το ταξιδι
φωτογραφιες οι στιγμες
μεσ απ του χρονου τα βαγονια
σταθμοι επαρχιας Κυριακες
γραφουν χιλιομετρα τα χρονια
κι εσυ εκει χωρις λεφτα
μονος στην ακρη του διαδρομου
ζητας μια γευση στα κλεφτα
να παρεις αρνηση του δρομου
"εχω" συνηθιζες να λες
"ειμαι" ,"πιστευω" και "πεθαινω"
θεους να φτιαχνεις απειλες
να ξεχαστει αυτο το τρενο
μεσα στου ονειρου τις μορφες
καρικατουρα ο εαυτος σου
παιρνεις του κοσμου τις στροφες
μυστηριο μεγα ο πηγαιμος σου
βλεπεις πως ηταν καθαρα
αυτη ψευδαισθηση και πλανη
λαθος που δε το συγχωρα
αυτη σου η θλιψη που σε πιανει
-
φίλε μου δε μπορώ να το διαβάσω έτσι αποσπασματικά...θα είχες την καλοσύνη να μου στείλεις με ένα mail το κείμενο ολόκληρο μόλις το τελειώσεις ; φαίνεται πολύ καλό
-
τωρα κι εσυ Τζερονιμο γνωριζεις την αληθεια
αδειος κοιτας απ του κενου το σπιτι ξαφνιασμενος
προσωπο αγνωστο μπροστα γυρευει τα στολιδια
της αυταπατης μιας ζωης που ησουν φορτωμενος
κι αν και ξαφνιαστηκες μπορει ποτε να μην τρομαξεις
απο του χαους τα φτερα που γυρω φτερουγιζουν
αφου πολυ δε νοιαστηκες πολυ και σου ρθε να γελασεις
που σκεφτηκες φαντασματα τις νυχτες που σε σκιζουν
σημαδι πηρα του καιρου το τερας που αλλαζει
και κρυφηκα μες στη σιωπη για σενα να μιλησω
μπροστα απ το παραθυρο την ωρα που χαραζει
αγκυρα ριχνεις παντα εδω να φυγεις απ τα πισω
ετσι την αλυσιδα του τραβωντας στο σκοταδι
τον αφησα στην τρελα του να μενει γελαστος
κλεισμενο στης παρανοιας το απατο πηγαδι
στο μαυρο να ονειρευεται μια οαση φωτος
οσο θυμαμαι την φορα την πρωτη να μιλαω
που ειδα το χαμογελο στα χειλη του αφημενο
το τελος συλλογιζομαι καρδια μου και ποναω
σε τι ταξιδι αγνωστο τον εχουνε δεμενο
θαλασσοπορος ναυαγος που ελπιζει μευθσμενος
σ ενα καραβι αφαντο χαμενο στα βαθια
σε μια ελπιδα αφηνεται ξανα του λαθεμενος
τα λογο δεν καταλαβε και πεφτει στη φωτια
-
χαχα παιδια πραγματικα βαρεθηκα να γραφω!!!!!!
η ιστορια εχει πολυ δρομο μπροστα της και εγω δεν την παλευω!!!
καποτε ισως ξεκουνησω και μαθετε και το υπολοιπο της ιστοριας του Τζερονιμο αλλα μεχρι τοτε...
α! και ευχαριιστω οσους μπηκαν στο κοπο να το διαβασουν!
γειααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααααα!!!!!!!!!!!!!
-
Κρίμα. θα μου λείψουν τα ταξίδια του.
Κάπου εκεί στη 7 συνέχεια (απάντηση) πήρε το μάτι μου τη λέξη σβουρίζει και μ’ αρέσει...
Σου προτείνω λοιπόν να του σβουρίσεις λίγο το μυαλό να ταξιδέψει π.χ. με το υποβρύχιο του ΝΕΜΟ..... Να βοηθήσει τον κόμη Μόντε Κρίστο στο να δραπετεύσει στείλε τον και στον Εφραίμ.
-
"αστρα θαρρω να μου τα ειπαν
λογια του ονειρου μου τα τρυφερα
συμβολα αγνωστα που ως τωρα ηταν
βλεπω να φεγγουνε πρωτη φορα
της υπαρξης μου την σωτηρια
κυβουν στα μερη τους τα μακρινα
δωρο ζωης η ευκαιρια
λαμπει στα ματια τους τα φωτεινα"
ετσι ο Τζερονιμο αδειο μου βλεμμα
στρεφει στο τιποτα μες στη χαρα
θυσια οι μερες του για ενα ψεμα
κοιταει στο λαθος του πρωτη φορα
στ αστρα την νυχτα να ναι κλεισμενη
αρκτος γερμενη γνεφει να ρθει
σαν κατσαρολα μοιαζει πεσμενη
μες στην κουταλα της για να χαθει
οπως χορευουνε μες στο σκοταδι
πανω στης στεγης του την κουπαστη
σαν ανθισμενο μαυρο λιβαδι
χερι που φευγει για να πιαστει
ορκος που πεφτει απο τα χειλη
πεισμα κι ελπιδα για αλλαγη
ειναι τ αστερι δρομος και πυλη
απο το θανατο και τη σφαγη
κι οπως φωτιζει ο πολικος
χιλια τραγουδια και του χαριζει
πεφτει στο στωμα του πανω γλυκος
υπνος που λεει και νανουριζει
-
"δωσε μου το χερι σου χαμενε μου ιπποτη
το μαυρο δασος μεσα μου πεπερπατησε να βρεις
τον πελεκη του φοβου σου που τρεμεις τον δεσμωτη
στην κρυα πετρα θαψε μου βαθια αν το μπορεις
κι επειτα το χαμογελο που φερνει καλοκαιρι
σαν τραγουδιακι ευθυμο στο τελος της γιορτης
αγκαλιασε Τζερονιμο τρεμαμενο αστερι
και κλεισε τα ματακια σου ευχη να μου σκεφτεις
πως θες αερας να φυσα της έρημου Σιροκκος
και εναν ηλιο κοκκινο σε θαλασσα ανοιχτη
ναναι οι λεξεις της σιωπης στερνος αγαπης ορκος
στο δερμα σου Αποκαλυψη ξανα να χαραχτει"
Σε μαυρο δασος αγριο χαμενε μου ιπποτη
βουλιαζεις ολομοναχος ξανα στο παρελθον
μαχαιρι κρυβεις και ζητας να βρεις τον καταδοτη
που σ εριξε σε θανατο στο κοσμο των σκιων
λουλουδια που στα χερια σου κρατας κι ολο θλιμμενος
δαγκωματα στο σωμα σου ματωνουν την ψυχη
ζωης σκληρης καταδικος μετρας βαριεστημενος
καπνιζοντας στα σιδερα την πρωτη σου ευχη
-
και παιρνεις την αποφαση να πεσεις στο σκοταδι
σπουδη του κοσμου τ αλυτα να βρεις στον ουρανο
απλωνεις τα μεσανυχτα στ αστερια παραγαδι
στην αβυσσο ,στο τιποτα και τον ωκαιανο
παρανοιας παραγγελμα κι αυτο το σχεδιο σου
του θολου τ απαστραποντα φλεγομενα να δεις
να κανεις το απολυτο ολοτελα δικο σου
και μες στην αυταπατη του να πεσεις να χαθεις
τους ηλιους της πανσεληνου να μαθεις εναν εναν
και σχηματα παραξενα κρυμενα μυστικα
τον ορκο δινεις φωναχτα να μην το πεις κανεναν
το οραμα που σου βαλε φωτια στα σωθικα
κι ετσι ο Τζερονιμο αρχιζει ο καημενος
ψευδαισθηση που ντυνεται στα φωτα της καρδιας
τ αστερια στο κεφαλι του στριμωχνει τρελαμενος
τ αονοματα και οι θεσεις τους στο παρτυ της βραδιας
λιονταρια που παλευουνε , παλιους θεους προδοτες
της τιμωριας δεσμιοι αρχαιοι εραστες
φαντασματα παραξενα περιστροφα και μποτες
σημιαδια ανεξητηλα που αφησε το χτες
μπροστα του λαμπυριζουνε χορευοντας με ταξη
μπερδευονται κυκλονονται κι αρχιζουνε ξανα
συναφι που τραβιοτανε παλια να το ριμαξει
στολιδια στα χαμογελο Θεου του Σατανα
-
Οι ωρες που περνουανε του θρεφανε την πλανη
μετεωρα του συμπαντος να ψαξει και να βρει
τη δυναμη που ατρωτο στη θλιψη θα τον κανει
στα συννεφα που στελνουνε στα ματια του οι καιροι
Μετραει τα αμετρητα βαφτιζει τα χαμενα
και μ ενα κιαλι ψευτικο τα παρακολουθει
το βραδυ να αναβουνε της μερας τα σβησμενα
το χερι πως του απλωνουνε και τα ακολουθει
στα σιγουρο το δρομο του θα φερουνε νομιζει
την λυση που δε μπορεσε στον κοσο πουθενα
στο ονειρο προσευχεται σιγα του και ελπιζει
σε λεξεις και ανεμελα βιωματα κοινα
Περασανε αμετρητα φεγγαρια και γεμισαν
αδειασανε κρυφτηκανε στα μαυρα τους νερα
του γερου τα οραματα θεριεψαν και αρχισαν
να βγαζουνε τα κερατα τα δοντια και φτερα
κι ενω αυτος ατενιζε δεμενος στο μπαλκονι
με ενα κιαλι ψευτικο τη νυχτα απο μακρια
στην πτωση του αφεθηκε νιφαδα απο χιονι
που λιωνει κι αργοχανεται πριν πεσει στη στερια
Τα χρονια που τον βρηκανε ακινητο κει πανω
δε ξερω πια στα σιγουρα ποσα ταν να σας πω
στο θεαμα του σκιαχτρου του συχνα πυκα τα χανω
φοβαμαι απο τα νυχια του κι εγω να μην κοπω
το μονο που με τρανηξε εκει που μουν ριγμενος
πως ενα βραδυ εκπληκτος κοιταξε τα ψηλα
ο χρονος παλι ανεπνευσε κι αυτος απορημενος
κι ενωσα το αιμα μου στις φλεβες να κυλα
(ΤΕΛΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΕΡΟΥΣ)
-
τα ματια του γυαλισανε μυστηρια αναμμενα
το προσωπο που φωτιζε αχνο σεληνοφως
ζωγραφισε στη σαρκα του τ αστερια ενα ενα
και εγινε παραξενος ο ιδιος ουρανος
τα συμβολα που εδωσε απανω στο κορμι του
κι επλεξε στα τραυματα στοριες μυστικες
την πίστη του αντανακλαση μαθαινει η ζωη του
λεπτη γραμμη που χανεται μεσα στις φυλακες
κι ενω πια την αληθεια του γευοταν μαγεμενος
κι εραβε τον δασκαλο απανω στη καρδια
κοιτα καλα και χανεται αποψε σαστισμενος
πως εφυγε απ τα στηθη του φεγγαρι απο φωτια
μαλλια που ανεμιζανε χρυσα της Βερενικης
στη ραχη ενος δρακοντα δεμενη στο βορα
Θεων καταρα τιμημα αρχοντισα της φρικης
στολιδια ουρανια σωματα καρφιτσα που φορα
σιγα σιγα ξεγλυστρισε απο την καταδικη
το σχημα της και αφησε τον δρακο ορφανο
να φερνει βολτες κλαιγοντας απο το αδειο μπρικι
σε εναν τοσο αγνωστο και ξενον ουρανο