Το Στέκι των Κιθαρωδών
Καλλιτεχνικές μας δημιουργίες => Δικοί μας στίχοι και ποιήματα => Μήνυμα ξεκίνησε από: Aganippi στις 06/10/08, 12:56
-
ΕΝΩΠΙΟΝ ΣΤΗΝ ΣΚΗΝΗ ΤΩΝ ΠΕΝΤΕ...
Άντε πάμε για μια φούγκα
Κι πέντε πάνω στη σκηνή
Γιουκουλέλι και κιθάρα
Σε μια χασμωδία φθηνή.
Μες σ’ αυτή τη χάψη
Μάθαμε να ζούμε
Τώρα με της νότας
μας τη λάμψη
Βγήκαμε κάτι να πούμε.
Το ουράνιο τόξο κάποιας θεάς
Μας έβγαλε από εδώ εμάς
Τώρα ποιος θα μας κρατήσει;
Και ποιο τρίτο μάτι θα μας
παρακολουθήσει;
Άντε πάμε για μια φούγκα
Κι πέντε πάνω στη σκηνή
Γιουκουλέλι και κιθάρα
Σε μια χασμωδία φθηνή.
Κι αν τη ζωή τη βλέπεις θλιβερή
Μάθε πρώτα πως είναι μικρή
Η κόλαση είναι κοντά
Μα ο παράδεισος μακριά.
Γι’ αυτό μη μου χαρίζεις
Σοφίες λόγια κι εξηγήσεις
Αν θες τα όνειρα να τα πετάς
Καν’ το, μόνο μην τ’ απατάς.
Άντε πάμε για μια φούγκα
Κι πέντε πάνω στη σκηνή
Γιουκουλέλι και κιθάρα
Σε μια χασμωδία φθηνή.
Μαζεύτηκαν οι πότες
Κι ήρθαν και δυο ιππότες
Εμείς οι πέντε τραγουδούμε
Με σκέψεις που τις ζούμε.
Άντε πάμε για μια φούγκα
Κι πέντε πάνω στη σκηνή
Γιουκουλέλι και κιθάρα
Σε μια χασμωδία φθηνή.
-
ΤΙΤΛΟΣ: ΟΙ ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ
ΣΤΙΧΟΙ: ΦΩΤΕΙΝΗ Μ.
Τρέχουν οι μέρες να προλάβουν
Κι εσύ πνιγμένη στα χαρτιά
Κεφάλι πάνω δεν σηκώνεις ματιά
Κι έρχονται οι συνήθειες να σε συλλάβουν.
Κι έρχονται οι συνήθειες να σε συλλάβουν.
Όσο ψάχνεις κάτι που ΄χεις μπροστά
Άλλο τόσο πίσω θα πηγαίνεις
Κι όσα όνειρα βάφτισες και περιμένεις
Της ζωής της χρωστάς και δεν χρωστά
Της ζωής της χρωστάς και δεν χρωστά.
Κι αργούνε μάτια μου οι αλκυονίδες
Πάλι απόψε με ξέχασες, δε με είδες. (x 2)
Τρέχουν οι μήνες να δροσίσουν
Το διψασμένο σου κορμί
Μα αποτυπωμένοι οι διωγμοί
Σ’ ένα γραφείο. Δυο ψυχές τι να ζήσουν;
Σ’ ένα γραφείο δυο ψυχές τι να ζήσουν;
Όσο μαθαίνεις ότι βλέπεις με τα μάτια
Άλλο τόσο χάνεις την ουσία
Κι όσο μένεις στη ζεστή του παρουσία
Της αγάπης δε θα μάθεις δυο πολύτιμα «καράτια»
Της αγάπης δεν θα μάθεις δυο πολύτιμα «καράτια».
Κι αργούνε μάτια μου οι αλκυονίδες
Πάλι απόψε με ξέχασες, δε με είδες. (x 2)
-
ΤΑ ΤΟΠΙΑ ΜΟΥ
Στα κατώφλια του χρόνου η άνοιξη
φοράει λούσα χειμωνιάτικα
στα ψιμύθια της ήμουν μια κόκκινη ανάμειξη
που έτσι κόκκινη κι εγώ βάφτηκα.
Κυλούσαν της λίμνης τα νερά
κι ο θόρυβος με ενοχλούσε
στα μάτια μου διαβόλια φανερά
μια δύναμη – ποια δύναμη – τόσο με μισούσε;
Σ’ ένα ταβάνι που μαύριζε
Σαν παράξενη υγρασία
Όταν η ζωή μου άρχιζε
Την γαλούχησε στην αφασία.
Σε μια αυλή τριάντα χρόνια φευγαλέα
Ίδια θέα με κοιτάει και κοροϊδεύει
Και μου λέει κραυγαλέα
«Αυτά είναι τα τοπία σου».
-
Έχεις όμορφη και ανήσυχη ψυχή
-
Ευχαριστώ φίλε μου! Κάτι θα κατάλαβες για να το λες ;)
-
Εμένα με προβληματίζει πάντως, αυτό που σου έχω ξαναπεί....
Μέχρι που μπορείς και σε πόσα επίπεδα να φτάσεις;
Χαίρομαι πολύ που υπάρχεις εδώ και πιστευω και πολλοί ακόμη....
Καλή συνέχεια.
-
Λάμπρο μου καλησπέρα ;) thanks