Το Στέκι των Κιθαρωδών
Καλλιτεχνικές μας δημιουργίες => Δικοί μας στίχοι και ποιήματα => Μήνυμα ξεκίνησε από: ivikos στις 12/04/09, 08:04
-
Τούτη τη νύχτα που η σιωπή είναι χρυσός
βρήκαν τα μάτια σου ν’ απλώσουν ειρωνείες
τυλίχτη η θλίψη μου στο σώμα σαν κισσός
κι έχεις γεμίσει τα όνειρά μου Ερινύες
και το πισώπλατο μαχαίρι της φυγής
διάλεγες πάντα τις νυχτιές να μου το μπήγεις
να με ξαπλώνεις στα σκοτάδια κατά γης,
μα μες στο ρόγχο μου φωνάζω να μη φύγεις.
Τούτη τη νύχτα που τα ψάχνω τα κεριά
εσύ στις άκρες σβήνεις τις πυγολαμπίδες,
λες το φιλί μου μοιάζει με κακοκαιριά
και την αγάπη μου, μου λες πως δεν την είδες.
Παρ’ότι μάτια μου σε ακούω να μου λες:
«σ’ενός πολέμου λησμονιάς, ξαναματώσου»,
μέσα στου κόσμου θα σε ψάχνω τις φυλές
και μες στις φλέβες σου θα είμαι ο πυρετός σου
-
Η δεύτερη στροφή μου θύμισε το παρακάτω.
Κάποιος αγαπούσε παράφορα μια γυναίκα και της ζητούσε κάθε μέρα να τον παντρευτεί.
Του είπε λοιπόν ίσως για να τον δοκιμάσει, πως θα τον παντρευόταν μόνο αν σκότωνε τη μητέρα του και της πήγαινε την καρδιά της.
Τυφλωμένος αυτός από έρωτα έκανε ότι του είπε.
Πήρε λοιπόν στα χέρια του τη ζεστή ακόμα καρδιά της μάνας του και έτρεξε να της την πάει.
Στο δρόμο όμως σκόνταψε σε κάποια πέτρα και έπεσε.
Τότε άκουσε την καρδιά της μάνας του να του λέει.
Χτύπησες παιδί μου;
-
Όλον αυτόν τον μύθο εγώ τον είπα με τις τέσσερεις αυτές στροφές;
Ε!νοιώθω πολύ ικανοποιημένος!!!!!!!!!!!
Σ'ευχαριστώ και για το σχόλιο, και για την προέκταση που του έκανες.........
Να 'σαι πάντα καλά!!!!!!!!!
ΚΑΛΟ ΠΑΣΧΑ.........
-
Αυτό εδώ μου άρεσε ιδιαίτερα
μπράβο φίλε μου