Ώρες ατέλειωτες περνούν
με βρίσκουν χλωμό, αναιμικό
να περίμενω τ' απάλο χάδι
της Καλλιόπης
Ερμήτικα κλεισμένο γράμμα η ζωή μου
ανάξια να διαβαστεί απ' αλλους
Δίψασα για επίφωνήματα και δόξα
μα δεν κατείχα αρετή
Το βασανισμένο μυαλό μου
κλονίζεται
κι ακόμα πιότερο
απ την δυσμορφη σκια εκείνη
που πάντοτε τον ύπνο μου χαλούσε
Αββαδών, παντα σε φοβόμουν
μα σε αποζητούσα
πλανήμενος απ τα δόλια θέλγητρα σου
Ριζώσες στο βλέμμα μου
νέκρωσες την καρδιά μου
διεφθειρες και το μεδούλι των οστών μου
Και ήταν όμορφα...
Σκυφτός μαζί σου ταξιδεύω
με το δόλιο γέλιο του αυλοκόλακα
Σ' ακολούθώ στο εκφυλισμένο σου ταγκο
και περιμένω την τελευταία σου φιγούρα