Αποδημήσαμε στις χάρες των βουνών
του Βελβενδού και των Σερβίων της Κοζάνης,
χαμένοι μες στην γοητεία των γκρεμών,
εμείς κι’ οι ντόπιοι, τα τσιράκια κάποιας πλάνης.
Το ηλιοβασίλεμα του Έρωτα σημάδι,
τα νυχτοπούλια, στην Αγάπη κάνουν κράγμα·
γυμνά κορμιά,αλλάζουν χρώματα το βράδυ,
στου Πολυφύτου το απέραντο το φράγμα.
Θαλασσινά πουλιά σ’ αγέρι του βορρά
γαϊτάνι πλέκουνε μαζί μ’ αγριοπούλια·
εμείς κι’ οι ντόπιοι, μες στα χόρτα τα ξέρα,
νύχτες ατέλειωτες, να βλέπουμε την Πούλια.
Αχ, τα νυχτολούλουδα μ’ εμάς το ίδιο αίμα,
νομίζω έχουνε και τους καημούς νικάνε·
θαλασσινοί και ντόπιοι, νύχτες τρέχουμε στο ρέμα,
τ’ αρώματά μας τα καυτά, να ξαμολάμε.