«Καθημερινή παλαίστρα» 07/12/06
σπίτι
Με το κρασί μου συντροφιά
και ψεύτικη παλικαριά
να, κοινωνώ, την μοναξιά
με εικόνες από κοπελιές
τις πρώην και τις τωρινές
κι ένα σωρό χοντρές ψευτιές
νταντεύω ένα τροφαντό μωρό
ακούει, δεν ξέρω, μα εγώ του μιλώ
κάποιοι το λένε ε-γωϊ-σμό.
Πέφτει η νύχτα μαύρες πινελιές
και το φεγγάρι μου κάνει τσαχπινιές
μα εγώ, για δες, τρέφω πληγές.
Στο όνειρο ψάχνω για την λύτρωση
το κρεβάτι βλέπω γι’ αντιβίωση
και η ψυχή μου άρρωστη απ’ την κύρτωση
σαν τόξο που δεν έχει ούτε ‘να βέλος
σαν τον σκοπό που πνίγηκε στο έλος
και σαν τον ήρωα που χάθηκε στο τέλος.
Μα σαν έρχεται ο ήλιος το πρωί
γλυκαίνει κάθε μου πληγή
με χρώματα και με μια δροσερή πνοή
Ω, όχι, ξέρω, θα ‘ρθει πάλι
η νύχτα, και θα με βρει σε μαύρο χάλι
μα θα ‘χω βρει ελπίδα για άγιο προσκεφάλι
στις ηλιακτίδας τα πρόσκαιρα τα κάλλη.