Ανάμεσα μας δυο ποτήρια κόκκινο κρασί, ένα πακέτο με τσιγάρα εκμυστηρεύσεις κι όνειρα χιλιάδες.
Στου τοίχου τη διαφανή χλομάδα,
Η ερωτική σιωπή διαγραφεί τα φτερά της.
Δώς’ μου τι λέξεις σου , να γράψω θέλω,
ν’ αποθανατίσω στην ψυχή μου τούτη τη στιγμή.
Γιατί σωπαίνεις;
Ποιας θάλασσας έγινες κυματοθραύστης,
Ποιο κύμα αχόρταγο σε γύμνωσε απ’ τις λέξεις;
Και τώρα η ιδία θάλασσα, γαληνεμένη ερωτοτροπεί με το φεγγάρι, αναριγάει στο ηδονικό της αύρας φύσημα και κολακεύεται απ’ των περαστικών τα βλέμματα.
Και συ, άδεια απ’ τις λέξεις σου, πίνεις γουλιά γουλιά το κόκκινο κρασί, απανωτά καπνίζεις τα τσιγάρα,
Αμήχανα στου τοίχου τη διαφανή χλομάδα
κοιτάζεις να διαγραφεί τα φτερά της η ερωτική σιωπή.