Νομίζω είναι μια κατηγορία δίσκων που είναι τόσο προσωπικοί, στον ήχο τους, στο concept τους, που γίνεται προσωπική υπόθεση και για τον ακροατή, και εν τέλει τόσο θα αγαπηθούν όσο θα αγνοηθούν. Το "Βροχή απο Κάτω" δεν αποτελεί για μένα απλά έναν τέτοιο δίσκο... Είναι κάτι στον οποίο είναι μέσα ενσωματωμένη η απόλυτη βύθιση στην ανατομία της ψυχής του ίδιου του Παπακωνσταντίνου που καταλήγει να είναι η ίδια η εμβάθυνση με τον δικό μου εαυτό, είναι το πάντρεμα της παράνοιας με την ιδιοφυία, της μουσικής αποδόμησης με την ουσία της, η αντιεμπορικότητα κάποιου που δεν έχει να αποδείξει σε κανέναν τίποτα και έτσι απλά το κάνει, το ηχοτόπιο της ψυχικής απομόνωσης που βιώνει ένας άνθρωπος, πολύ περισσότερο ο (όπως έχει δείξει τουλάχιστον) ήδη εσωστρεφής Θ.Π..
Εισαγωγή: Κάψιμο. Όπως πρέπει για να σε μπάσει στο κλίμα. Σαν να σου λέει "Δεν πρόκειται να ακούσεις αυτόν τον δίσκο όπως πας, μην περιμένεις μελωδίες, λογική, χιούμορ. Απλά βούτα μέσα σου και μην περιμένεις να βγείς πουθενα". Ένας μηχανικός "Άι Βασίλης made in China" τραγουδάει απο πίσω την μόνη "μουσική", που αντηχεί παραμορφωμένη κάπου, στο βάθος - και που είσαι ακόμα!
Αμέσως μετά την απαγγελία των μινιμαλιστικών στίχων, απο τους πρώτους ήχους του "Βάλια Κάλντα" κάτι με ωθεί κατ' ευθείαν στο απόλυτο σκοτεινό trip. Ίσως οι πρώτοι ήχοι που μοιάζουν να είναι μια διαστρεβλωμένη εκδοχή της πραγματικότητας, κάτι που φαινομενικά είναι αναγνωρίσιμο αλλά τελικά δεν αντιστοιχούνται σε ήχους που ακούς γύρω σου, σαν να προσθέτει καινούρια φαινόμενα και όντα σε αυτά που ξέρεις ήδη. Γίνομαι γραφικός? Πραγματικά αυτή την αίσθηση μου δίνει. Στο καπάκι τα πιο χαμηλά φωνητικά που κάνει ποτέ ο Παπακωνσταντίνου σε συνδυασμό με τον τόνο του, την φαλτσαδούρα του και το οτι δεν τραγουδάει κανείς άλλος στον δίσκο επιβεβαιώνει για μένα την εσωστρέφεια που αναδύει αυτό το σύνολο.
Ειλικρινά δεν έχω αρκετά λόγια για τις ενορχηστρώσεις οι οποίες ξεπερνούν κάθε όριο σίγουρα όσης ελληνικής μουσικής έχω ακούσει, ίσως συγκρινόμενες μόνο με το "Ανάσες Των Λύκων" (παρεπιπτόντως ο Βελιώτης συμμετέχει και εδώ), αλλά και πάλι σε σχέση με αυτό φτάνει σε άλλα ύψη η πολυπλοκότητα και η εξωφρενική διαλογή των samples (ναι, samples! o δίσκος είναι κατα συντριπτική πλειοψηφία ηλεκτρονικός) απο οπερατικά φωνητικά, φάλτσα πιάνο, τελάληδες, απαγγελίες ποιημάτων (Ο Σκύλος Των Άστρων), τα παιδιά του Θ.Π. και το πιο τρελό τελικά είναι οτι δένουν ανατριχιαστικά και διεστραμμένα καλά. Σαν να δημιουργείται μια νέα σύνδεση μεταξύ πράγματων που ποτέ δεν θα μπορούσαν και δεν θα έπρεπε να μπορούν να σχετίζονται.
Οι στίχοι είναι ακόμα πιο μυστικιστικοί απ' ότι συνήθως και ψιθυρίζουν αλήθειες που αγγίζουν χορδές πολύ, πολύ μέσα και βαθειά. Είτε γραμμένοι απο τον ίδιο, είτε απο άλλους που μίλησαν πρίν απο και μέσα απο αυτόν, απαγγέλονται, ψέλνονται, ψιθυρίζονται, ή μπλέκονται ακρωτηριασμένοι απο φίλτρα μέσα στο χάος των κομματιών για να τους προσέξεις σε μελλοντική ακρόαση ή ακόμα και καθόλου.
Το γενικότερο αίσθημα outro που παίρνω ξεκινώντας με το "O Satie στην Χιμάρα", για μένα λειτουργεί ως ένα είδος ηρεμίας μετά την καταιγίδα, κατευνάζει με μια δόση απο το μούδιασμα της "μετα-μέθης", μετά τον ψυχαναγκασμό και την συγκρατημένη βιαιότητα κομματιών όπως "Το όνειρο της σκιάς". Σαν να φτάνεις σε κάτι λίγο πιο φωτεινό, σε κάποιο σημείο που δεν είναι όλα μια ατελείωτη και ανεξέλεγκτη ροή. Γεύση απο ανήσυχο ύπνο, ίσως. Και την ευκαιρία να βάλεις λίγο σε σειρά όσα ένιωσες σκάβοντας.
Επιλογικά, αυτός είναι ο δίσκος ο οποίος μαζί με το "Αγρύπνια" έβαλε τον Θανάση στο ύψος που τον έχω αξιολογικά, και τον θεωρώ απο τις σημαντικότερες απόπειρες της μουσικής ιστορίας της χώρας, γνωρίζοντας φυσικά οτι πολύ πιθανόν όλα αυτά να ακούγονται υπερβολικά και οτι πολλοί μπορεί απλά να το ακούσουν, να απογοητευτούν και να το ξεχάσουν αντίστοιχα εύκολα. Δεν είναι εύπεπτος, και όπως είπα είναι απο τους πιο προσωπικούς και υποκειμενικούς δίσκους που έχω συναντήσει ποτέ, και τελικά αυτό έχει σημασία, το τι θα σημάνει για τον καθένα και ποιά μέρη μέσα του θα στιγματίσει.