ΠΑΡΑΠΟΝΙΑΡΙΚΕΣ ΨΥΧΕΣ
Παραπονιάρικες ψυχές, βαριούνται το νιρβάνα τους,
και πριν περάσουν δυό γενιές, αλλάζουνε τα πλάνα τους.
Αιώνες παζαρεύουνε με το Θεό τ’αντάλλαγμα,
τους ουρανούς ν’αφήσουνε, για ένα κομμάτι μάλαμα.
Και ο Θεούλης ο καλός, τους κάνει τα χατίρια τους,
τους δίνει δεύτερη ζωή, να δούνε τα χαΐρια τους.
Σφραγίζει διαβατήριο, επιστροφής στα γήινα,
τους ντύνει γι’άλλη μια φορά, τα ρούχα τους τα πήλινα.
(Ρ)
Λευκοντυμένοι άγγελοι, στη γη ξαναγυρίζουνε,
με τους ανθρώπους μπλέκουνε και τα φτερά μαυρίζουνε.
Αμαρτωλές διαδρομές, σ’ άρρωστα δρομολόγια,
κι ύστερα καταλήγουνε, στης κόλασης τα υπόγεια.