Σ΄ ασημένια κλουβιά τριγυρνάμε
ζώα αγρίας μορφής ,στριγκλιές.
Περαστικών κόκαλο μασάμε
σκυμμένο το κεφάλι ,στο λαιμό θηλιές.
Σκόνη τ όνειρα ,απλώσανε φτερά.
Πίσω απ τα κάγκελα κοιτάμε
κάθε πρωί με σώμα που ραγίζει.
Περνά ο καιρός κι εμείς ρωτάμε
γιατι το ασήμι μας στα σιδερα μαυρίζει.
Σκόνη τ ονειρα ,απλώσανε φτερά.
Οι σκιες παλεύουν το σκοτάδι,
τραυμα βαθύ μες στη ζωή,
ξεχάσαμε το αυριο πως θα ρθει
και μοιαζει η σιωπή θανάσιμη πληγή.
Σκόνη τ ονειρα ,απλώσανε φτερά.