Άκουσα κραυγές, είδα σκιές μιας λάμψης αχνής
Κοίταξα μέσα στης πόλης τον καθρέφτη
Σχιματιζόταν η μορφή μιας πολιτείας νεκρής
Ακουγόταν ο ήχος μιας πολιτείας που ολοένα και πέφτει
Από τα σύννεφα κρέμονταν θλιμμένοι ακροβάτες
Κάθε σταγόνα που έπεφτε γινόταν δάκρυ
Δίπλα στον ήλιο καίγονταν του ονείρου οι αναβάτες
Η λίμνη γέμιζε αστρόσκονη και στάχτη
Ο ουρανός πλημυρισμένος φεγγάρια ματωμένα
Νεράιδες που το παραμύθι τους να ζήσουν δεν μπορούσαν
Ξωτικά που κοίταγαν σιωπηλά και πληγωμένα
Έναν κόσμο να χτίζεται πάνω σε όσα αγαπούσαν
Γύρω μου υψώθηκαν πελώριοι τοίχοι
Βαμμένοι μόνο με φόβο, απόγνωση και οργή
Ψυχρές εικόνες και άγνωστοι ήχοι
Έλα αποψε αγγελέ μου, να φύγουμε απο εδώ μαζί....