στο Στέκι των Αθάνατων
Πάνω στο γλυκοΰπνι σου ο πάνσοφος Θεός
γνέφει τ' αγγέλου ορθός κι η όψη σου χλωμιάζει'
μ'ανθούς και ροδοπέταλα το διάβα σου να ράνει,
με μύρο και λιβάνι το σώμα που λαγιάζει.
Γνέφει και τ' Άστρου της αυγής την ώρα που χαράζει
και η μορφή σου αλλάζει, να πορευτεί στον Αδη'
ζεύει κι ο Ήλιος στ' άρμα του το Μουσικό Πανέρι,
και μέρα μεσημέρι οδεύει στο σκοτάδι.
Ο Μουσηγέτης τ' ουρανού την άρπα του προσφέρει
στου τραγουδιού τ' αστέρι να τραγουδά με χάρη,
ώς του θανάτου ο άρχοντας που θα του τραγουδήσει,
μια πόρτα να σφαλίσει παιδί μην ξαναπάρει.
Σβήσανε τ’ άστρα κι έσβησες
Βασιλική στο φως’
ως φαίνετ’ ο καλός Θεός
σε θέλει πιο κοντά του.
Στο Στέκι των Αθάνατων στην πίστα τη δικιά του
παρέα με τα λαϊκά Αγιουργήματά του,
του Μπιθικώτση τη φωνή της Ρίτας και του Στράτου
για να χορεύει θεϊκά κι αυτός τη ζεμπεκιά του.