Μια θλίψη
Βήματα ακούγονται στο χωλ ,
τη σκάλα ανεβαίνουν .
Με μάτια σαν τής γάτας κοιτάς διαπεραστικά ,
"μπα , άλλη μια ψευδαίσθηση ήταν" ,
μού λες μ' αφέλεια γυναικεία .
Κι όμως ακούστηκε ν' ανοίγει η εξώπορτα ,
τα σκαλοπάτια τρίξαν .
Κάποιος , κάτι , μπήκε στο σπίτι τελικά .
Μαυρόασπρα καρέ ,
μοιάζουν με σκακιέρα μεγάλη ,
τα ξύλα στο τζάκι είναι υγρά ,
όσο κι αν θες αυτά δεν ανάβουν .
Κρύο κι απόψε .
Ήρθε η Ανοιξη στα παράθυρα ,
στους τοίχους ήρθαν ίσκιοι ,
να με κρατάς , να με κρατάς ,
να είσαι μία αγκαλιά
όταν η νύχτα με βρίσκει .
Τ' όπλο στη μασχάλη είναι ζεστό ,
κρύα η σφαίρα στη θαλάμη .
Μού είπες :
"όχι , μην πυροβολείς ,
δεν είμ' εγώ εχθρός σου .
Κράτα τις σφαίρες σου γι' αλλού"
Σού είπα : κάποια απ' αυτές θα είναι για μένα .
Και τότε πάτησες τη σκανδάλη .
Το κλείστρο ήτανε ψηλά
κι η ασφάλεια τραβηγμένη .
Αστόχησες .
Άλλη μι' απόπειρα αποτυχημένη .
Παίζουμε με το θάνατο εσύ κι εγώ ,
κι ας ξέρεις ότι αυτός πάντα κερδίζει .
Φυσάει έξω , βόρειος άνεμος σφυρίζει
μέσα απ' τις χαραμάδες και τα μπαντζούρια .
Είπες ότι σ' αρέσει ο ήχος αυτός .
Σού είπα : αρέσει και σε μένα .
Μάς πήρε ο άνεμος ετούτος .
Μια θλίψη έπεσε στην πόλη αυτή .
Είναι που απέγιναν μέχρι και οι ελιές
πικροδάφνες .
Και τα όνειρά μας στάχτες .