Σα δέντρο θα 'θελα να ζω.
Σα μια Δρυς, μια Σεκόϊα,
ν' ατενίζω τους αιώνες.
Με τα χέρια μου κλαδιά,
τους ανέμους να αγγίζω,
σα φλογέρα να τους παίζω.
Με τις ρίζες μου στη Γη,
γλυκά να την πειράζω
σαν παιδί που ψάχνει.
Για κουφάλες και παράσιτα
μια στοργή να νιώθω,
κι ανοχή στωική.
Στο κορμί μου οι διαβάτες
να στέκουν κουρασμένοι,
σκεπτικοί, περαστικοί.
Τα φύλλα μου κάθε πρωί,
τις ακτίνες του ήλιου
να λούζονται, τις αγνές.
Το βραδυ σαν απλώσει,
με την κουκουβάγια
τα σοφά να λέμε, αγκαλιά.
Στον κορμό μου ζωές
να καταφεύγουν αθόρυβες,
μικροσκοπικές, μεγαλειώδεις.
Σα δέντρο επιμένω,
πως θα 'θελα να ζω
χωρίς αμφιβολία...
...κι ας με κόβανε για ξύλα...