"Σε μια σειρά,από κομπάρσους,
τρακαδόρους και αγνώστους,
παρουσιάζομαι....
Μεσα στο χακι όνειρό μου,
με μια βαλίτσα αναμνήσεις,
παρουσιάζομαι...
Ψαρωμένος ήμουν για τους παλιούς μια ασχολία,
κρυφά τσιγάρο στην σκοπιά και αγγαρεία,
μέσα σε έχθρες τοπικές,
μέσα σε άναρχες αρχές,
παρουσιάζομαι..."
Το εγερτήριο σαν άκουσμα του τρόμου,
το όπλο μου καθάριζα και τό'βαζα "επ'ώμου"..
Μια σκιά μονάχα να με συντροφεύει,
και ο "στριμμένος" λοχαγός δεν με χωνεύει.
Γραφιά με βάλαν,ιδιότητα ευθύνης...
Μα εγώ κρυφά έγραφα στίχους και ποιήματα.
Και έκανα δήθεν σημειώσεις πως κρατούσα,
σαν άκουγα φωνές και βήματα,
παρουσιάζομαι....
Μία σημαία Ελληνική να προσκυνάω,
και δύο άρβυλα να έχω σαν εικόσημο.
Με μάθαν ό,τι αγαπούσα να ξεχνάω,
γράμμα να στέλνω χωρίς νά'χω γραμματόσημο
Αποστολέας και σινάμα παραλήπτης,
και ένα άδειο δίχως νόημα υστερόγραφο.
Με υποκριτική λαχτάρα το διαβάζω,
μα ήταν και αυτό όπως και τ'αλλα ανυπόγραφο,
παρουσιάζομαι....
Με μια τσατσάρα την απόλυση μετράω,
και μία άδεια ελάχιστο το όριο...
Και απ'το χαμένο μου το βύσμα χειμωνιάτικα,
με έστειλαν κάπου στην Κώ παραμεθώριο
Μα στο σημάδι?Αρχηγος!Πήρα και άδεια,
τιμητική!Στο κέντρο πέτυχα τον στόχο...
Με Δάφνες έδρεψαν ετούτο το κατόρθωμα,
και το όνομά μου βροντοφώναξαν στον λόχο,
παρουσιάζομαι...
Κάποιοι παλιοί,σκοπός ζωής τους τα πειράγματα,
και τα καψώνια έναυσμα των συζητήσεων...
Απ'τη κουκέτα με τραβούσανε χαράματα,
και ήταν το πρόβλημα των εύκαιρών μου λύσεων.
Έμοιαζα έρμαιο μερίδας ηληθίων,
που με καλούσανε στο "πάρτυ της ελπίδας"...
Και δεν κατάλαβα ποτέ τι εννοούσανε,
όταν μου έλεγαν για χάρη της Πατρίδας....
παρουσιάζομαι....