Εμείς οι αρχαίοι
που ισορροπώντας διασχίσαμε
χωράφια σπαρμένα με οβίδες
και πόλεις σαν σύννεφα
γεμάτα αντιθέσεις.
Και τα μικρά πέτρινα σπίτια μας.
Τώρα γυρνάμε ντυμένοι την θάλασσα
και ο,τι ζητάμε
-μονάνα δυό μάτια
βαθιά και γαλάζια.
Να γίνουμε ανάμνηση
στο άγνωστο σύμπαν
μιας περαστικής που καπνίζει.
Και αδιαφορεί για την μοίρα μας
ή μάλλον δεν ξέρει
πως ζούμε για εκείνη.
Μαρία
ή Ελένη.
Εμείς οι αρχαίοι που όλα τα ζήσαμε τώρα
προσπερνάμε αθόρυβα τις σκηνές πανικού
σαν αφηρημένα φαντάσματα
προδίδοντας με ευκολία
αυτά που "δεν πρέπει".
Για το χαμόγελο μόνο ενός κοριτσιου.
Οι αρχαίοι αυτοί τα ξιδεύουν για εσενα.
Από μάχη σε μάχη.