Εν μέσω κουρασμένων νιάτων, αδυναμίας συντονισμού σε συλλογικές τρίλεπτες ιστορίες, παλιμπαιδίζοντων δεινοσαύρων, περιρρέουσας ατμόσφαιρας και αταίριαστων σφιχταγκαλι-ασμάτων, κάποιοι δημιουργοί φυσικά και (συνεχίζουν να) ονειρεύονται. Ζει κανείς μόνο μ' ένα ξερό μισθό;
Επέστρεψε, λοιπόν, η Μαρία Βουμβάκη με 12 τραγούδια και ένα κρυμμένο (ορχηστρικό) ποίημα κι είναι σαν να μην πέρασε ούτε μέρα από τις καλοπροαίρετες διαθέσεις της απέναντι στον ακροατή και στην ακριβοθώρητη παρουσία της στο ελληνικό τραγούδι, πάνω από 12 χρόνια τώρα.
Στο μελωδικό μέρος, σε σύγκριση με τους προηγούμενους δίσκους, νομίζω η πλάστιγγα γέρνει υπέρ των κλασικών της σπουδών στο πιάνο, χωρίς σε καμία περίπτωση να αποποιείται την αγάπη της για τα "διαβολεμένα" μηχανήματα, πάντα με γνώμονα τις οδηγίες που της δίνει το κείμενο. Εδώ και οι εξαιρέσεις όμως: δεν ξέρω αν είναι τόλμη το γεγονός αυτο καθαυτό να μελοποιεί κανείς Έλληνες ποιητές εν έτει 2006, όπως αναφέρει ο φίλτατος mymood παραπάνω, θέλει πάντως κότσια να ξετυλίγεις μια ποίηση τόσο λεπτεπίλεπτη όσο εκείνη της Μ. Πολυδούρη μέσα σ' ένα ρυθμικό στρόβιλο ηλεκτρονικών ήχων, μάλιστα συνοδεία μιας διόλου ευγενικής ηλεκτρικής κιθάρας - παραμονεύουν πάντοτε οι θιασώτες του σχήματος "ποίηση + (ενίοτε αφόρητος) μουσικός λυρισμός".
Στις επιλογές της για το φιλολογικό μέρος, αποδεικνύεται εξίσου αποφασιστική, όχι για τον κατάλογο των ονομάτων, μα για την απόφαση να αναμετρηθεί τόσο με ποιητές που έχουν από καιρό κλείσει ραντεβού με τη μαμά Ιστορία, όσο και, κυρίως, με γνωστά ποιήματα αυτών, όπως Ο Στρατιώτης Ποιητής του Σαχτούρη (Δεν έχω γράψει ποιήματα/μέσα σε κρότους/μέσα σε κρότους/κύλησε η ζωή μου) και η Τροία του Βαλαωρίτη. Εδώ οι "ζόρικες" περιπτώσεις Ασλάνογλου και Καρούζος, εδώ και δυο κλασικά ονόματα που ουκ ολίγον ταλαιπώρησαν αρκετούς στυλοβάτες του σύγχρονου ελληνικού τραγουδιού.
Σταθερό στοιχείο και σε αυτή τη δουλειά, η φωνή της. Με εκείνη την χαρακτηριστικά αφοπλιστική ηρεμία και τη φευγάτη, "θεατράλε" άρθρωση στις τονισμένες συλλαβές. Χωρίς το στρες των φωνητικών χορδών στις επιδόσεις και με την εντιμότατη στο αυτί χροιά.
Δεν πρόκειται για αριστούργημα, και πώς άλλωστε από μια τραγουδοποιό που δεν φαίνεται να έχει βάλει στοίχημα τους προβολείς. Ευτυχώς δεν είναι "έντεχνος" αυτός ο δίσκος. Είναι ειλικρινής.