Γιατί τη δόξα να ’χει αυτός…
Άρρεν το γένος, φτερωτός Θεός;
Για τη Θεά του έρωτα μιλούν
σε βιντεοεικόνες στις οθόνες
και σε οίκους που εσένα προσδοκούν.
Σ’ αυτόν το κύρος
σ’ αυτήν ο οίκτος.
Σ’ αυτόν τα θέλω μιας ζωής
σ’ αυτήν συμβάντα μιας στιγμής.
Σ’ αυτόν χαρισμένο το δάκρυ
εκείνη στην άκρη
ν’ αναπολεί σπονδές,
θυσίες, την αίγλη του χθες…
Πες μου αγόρι μου, τι θες;
πέρασε μέσα, διάλεξε, μόνος σου δες…
Κορμιά που γυαλίζουν, ασήμι, χρυσός
απ’ έξω έχει μείνει ο ψεύτης Θεός.
Στο άλλο στρατόπεδο λίγο πιο ’κει,
ευχές κι εικασίες δηλώνουν πλοκή
που τάματα κάνουν στ’ αστέρια ψηλά
σχοινιά σαν απλώνουν και δένουν γερά
τα μάτια, το στόμα, μια αθώα ψυχή
που ψάχνει αλήθειες στη μάχη να βρει…
Πες μου αγόρι μου, δε θες;
για μένα να νιώθεις πως είσαι Θεός…
Αν ναι, τα φτερά σου μου δίνεις, αλλιώς
τα βέλη του ας ρίξει αλλού ο φτηνός
που αστόχησε πάλι στης μάχης το φως…
τεχνάσματα ξέρει μα, χάνει διαρκώς.
Θεών αντιζηλίες…
Για μάχες ιστορίες
φαρέτρες και φτερά
Θεός νικά ή Θεά;
Δάκρυα κι εικασίες
αμφίπλευρες θυσίες
για σένα και για μένα,
για κείνους και για μας.
Πριν θεατής τους γίνεις, μάθε πρώτα να κρίνεις,
Πριν, στρατιώτης γίνεις
θυμήσου ότι πρέπει σωστά να περπατάς
και κερδισμένος βγαίνεις μόνο αν… αγαπάς.