Μαριονέτες…
Κάπως έτσι αισθανόμαστε όλοι, όταν η καταχνιά μας τυλίγει.. Αυτή της καθημερινότητας, της ρουτίνας που λεν, αυτή η αίσθηση πως μόνοι μέσα σε μοναχικές ψυχές, το δικό μας μονοπάτι στα τυφλά αναζητούμε..
Μα ο δρόμος θολός και σε λεωφόρους εμείς εγκλωβισμένοι..
Με μπάρες όρια, ταμπέλες και στολές την πορεία να προδιαγράφουν.. Σαν άλλοι τα νήματα να κινούν.. Που ονόματα επίχρυσα τους δίνουν.. Σαν νόμους που ηθικοί και δίκαιοι τάχατες είναι αφού έτσι βαφτιστήκαν.. Σαν ταμπελίτσες, όπου ο ένας είναι ο καλός, ο άλλος ο δυνατός, άλλος ο αφέντης.. Και μεις οι υπηρέτες των απαιτήσεων των τάχατες του κόσμου δυνατών..
Αυτών που το ρυθμό να δίνουν θέλουν.. Και μεις να ακολουθούμε..
Μόνο που…
Να, σαν το σκεφτεί κανείς καλά, σαν το Λόγο αφήσει μέσα του να μιλήσει, τότες θα δει.. Πως τα νήματα, μέσα του είναι, πως εκείνος τα αποδέχεται, μια και στ’ αλήθεια δεν υπάρχουν…
Σαν τις προσβολές, και τις επικρίσεις…
Το είχε πει ο Βούδας θαρρώ σε κάποιους μαθητές του.. Όταν τους έβριζαν σε ένα χωριό από όπου είχαν περάσει, μα εκείνος ήρεμος και πράος όπως πάντα.. Και τον ρώτησαν «Καλά δάσκαλε, δεν δυσανασχετείς με το άδικο που σου γίνεται..;». Και είπε Εκείνος..:
«Οι προσβολές μπορεί να με αγγίξουν, μόνο αν τις αποδεχτώ.. Μα τις αντιγυρίζω σε κείνους που μου τις πρόσφεραν.. Και στα σπίτια τους ξανά θα τις πάρουν. Το τι θα κάνουν μ’ αυτές εκεί, δικό τους θέμα είναι…»
Το ίδιο με τα νήματα θαρρώ και με τις μαριονέτες…
Σαν αποδεχτούμε στο σκοπό που μας βάζουν να χορέψουμε, τότε μονάχα αληθινά τα σχοινιά τους θα γενούν..
Αν όχι…
Στο δρόμο μας ξανά θα πορευτούμε, τα μονοπάτια της καρδιάς θ αναζητούμε..
Καλό ξημέρωμα Γεωργία.