σημείωση: το παρακάτω κείμενο να μην σας ξεγελάσει ,δεν είναι πεζό. είναι το προσχέδιο και το σχέδιο και οι ιδιοι οι στίχοι. Είναι ένα ποιήμα και ότι κρύβεται πίσω και πριν απο αυτό. Στο τρίτο μέρος θα εμφανιστούνε μόνο οι στίχοι ενώ στα δύο πρώτα εκτός από τους στίχους υπάρχουν και όσα μένουν συνήθως στην σκιά , αυτά δηλαδη , οι σκέψεις και οι εμπειριες που μας κανουνε να γραφουμε στιχους. Οσοι βαριέστε απλώς περιμένετε για το τρίτο μέρος , δηλαδή τους στίχους. Αλλιώς τραβείχτε τις κουρτίνες.(πάντως για εμένα το θέμα είναι τα δύο πρώτα μέρη , το τρίτο θα μπεί καθαρά για ξεκάρφωμα).
Μέρος πρώτο - Το εγχειρίδιο των διστακτικών εραστών.
Αυτό είναι όλο. Γράφω για να σταματήσει αυτός ο τρομερός πονοκέφαλος. Να ξεφορτώσω τις εικόνες μέσα από το μυαλό μου και να το αφήσω άδειο και ευτυχισμένο στην απόλυτη ησυχία του.
Τον Ύπνο. Δεν μου αρέσει να σκέφτομαι και για αυτό νιώθω χαρούμενος που είμαι χαζός και ξένος σε κάθε ιδέα και έννοια και ιδεολογία και τέχνη. Μόνο περνάω την ώρα μου κάνοντας βόλτες χωρίς προορισμό . Στην τύχη. Και σήμερα έφτασα μέχρι το θέατρο.
Παρ' όλη όμως την φυσική μου απάθεια και την συνειδητή επιλογή της της ελευθερίας (την ελευθερία της άγνοιας) η παράλογη απαίτηση του δημιουργού μου να μπορούν να αδειάσουν ποτέ στο βάθος του κρανίου μου οι εικόνες είναι για εμένα συχνά ένα μαρτύριο αβάσταχτο. Ο Μεγάλος Πονοκέφαλος. Εκεί που γυρίζω και εκεί που πηγαίνω. Η μήτρα των ονείρων μου , η κάθε μου λέξη και ο προορισμός της ζωής. Εικόνες καθημερινές , εικόνες ασύνδετες , εικόνες περαστικές . Εικόνες
πολύχρωμες , εικόνες αγίων , σωμάτων και τόσες εικόνες που σβήνουν και σπάνε σε άλλες και γίνονται όλες σκοτάδι και σβήνουν.
Όταν σβήσουνε όλες μένει μόνο μία εικόνα. Η μήτρα των ονείρων μου.
Η Γυναίκα.
Ο σκοπός η αφετηρία και ο προορισμός. Το αίνιγμα και η λύση του κόσμου , το λείο απαλό δέρμα τα μακριά μαλλιά και απαράμιλλη , μυστήρια θηλυκή φύση. Το πιο μακρινό και επικίνδυνο ταξίδι
(κατακτήσαμε τις θάλασσες τους ουρανούς , την Σελήνη μα κανένας άντρας δεν κατέκτησε ποτέ την καρδιά μιας γυναίκας) η μόνη φιλοδοξία και η μοναδική αλήθεια: δεν είναι η ίδια η αλήθεια , η σοφία ή η δύναμη. Φτωχέ μου Αριστοτέλη δεν είναι καν η δική σου ζόρικη ευδαιμονία. Είναι η αγκαλιά μιας γυναίκας το κίνητρο και η ιδέα . Η ευτυχία. Και ας το πω καθαρά πως δεν έχω θεό πατρίδα ή ιδανικό. Και δίνω τα πάντα για μια τρυφερή αγκαλιά , την απαλή αναπνοή και τα στήθη μικρά και ερωτευμένα . Τα μάτια. Το παράξενο σύμπαν της γυναικείας σκέψης , την ευφυΐα και τις συναισθηματικές της εκρήξεις. Τα χιλιάδες μυστικά και την κρυμμένη ψυχή. Την μυστική. Το χρώμα στο δέρμα και αυτό τον χορό των γοφών στο βάδισμά της.
“πηγαίνει χορεύοντας ή πλέοντας”?
Δεν θα μπορέσω να απαντήσω ποτέ και ίσως να φταίει αυτός ο φοβερός πονοκέφαλος που φουσκώνει το αίμα στις φλέβες μου αφήνοντας σάρκα και πνεύμα στο έλεος της θείας , υπέροχης γυναικείας σου φύσης. Κάπου εδώ εμπλέκονται και οι στίχοι.
Δηλαδή πονοκέφαλος σε γραμμές με μέτρο και λέξεις , η ανάγκη σε ρίμα και εικόνες γυναίκας κρυμμένες στα κενά των στροφών. Αυτοί λοιπόν , δεν είναι μόνον οι στίχοι αλλά σχέδιο και προσχέδιο και σκέψεις και τίποτα από όλα αυτά. Δηλαδή ένα πράγμα αμήχανο σαν τον πιστό μπροστά στον θεό του. Και αμήχανα γράφω χωρίς να με νοιάζει.
Έχουν περάσει πια πολλά χρόνια και ούτε που ξέρω που είναι ή τι κάνει. Εκείνο το απόγευμα όμως η Ν. Ήταν ξαπλωμένη μπρούμυτα στο κρεβάτι και ένα σεντόνι στραβά φορεμένο άφηνε να φανούνε τα πόδια γυμνά και η πλάτη. Με κάθε λεπτομέρεια. Οι απαλές της καμπύλες , η αρμονία στις κινήσεις. Τα αχτένιστα μακριά της μαλλιά. Η εικόνα αυτή υπήρξε για εμένα η πλατωνική ιδέα . Και ίσως να μην την είδα στα αλήθεια ποτέ μα μένει για πάντα εκεί , στο βάθος του κρανίου μου σαν έννοια και τάξη. Σαν διαστροφή . Γιατί η γυναίκα είναι πάντα εκεί . Με τα πόδια και την πλάτη γυμνή κορίτσι , ερωμένη και αράχνη.
Εκείνο ακριβώς το απόγευμα η Ν. μου έμαθε τα πάντα για τον Μοντιλιάνι. Αν και η στάση της δεν είχε καμία ομοιότητα με τις πόζες στους δικούς του τους πίνακες , εγώ κατάλαβα την αλλόκοτη πίστη του και την εμμονή σε εκείνη την θέα. Την εικόνα μιας γυναίκας που ξαπλώνει γυμνή σε ένα κρεβάτι.
Και λύθηκαν όλα. Ο αιώνιος συμβολισμός , το κρυφό μυστικό και η αλήθεια στις φόρμες. Γεμάτες ερωτισμό , τις κάποτε αμήχανες σαν τούτες τις λέξεις γραμμές και ήταν αυτή η αποκάλυψη η πρώτη απάντηση. Ο σκοπός και το μέσο , το κίνητρο και η ζωή είναι νωχελικά αφημένα γυμνά και υπέροχα για μία στιγμή στον μικρό μου καμβά. Το όνειρό της γυναικείας μορφής.
Απάντηση πρώτη
η εικόνα γυμνή
σε ένα κρεβάτι.
Ζωή
σε ώμους λεπτούς
και λείες γραμμές.
Σε κάποιο καμβά
η ιδέα και χάρτη
την μακρινή διαδρομή
της σπονδυλικής σου αγάπης.
Ο δρόμος των νεύρων
και των ονείρων
που ενώνει τους πόλους
ενός ατέλειωτου κόσμου.
Στον νότο η λεκάνη.
Στον βορρά το κεφάλι.
Το γυναικείο κεφάλι. Απάντηση δεύτερη από τον Αμαντέο Μοντιλιάνι. Τα παράξενα μάτια. Αυτά που ο Καββαδίας τα είπε τυφλά , μα δεν το νομίζω. Τα μάτια είναι ο καθρέφτης της ψυχής . Και τα μάτια στους πίνακες του Μοντιλιάνι υπάρχουνε , και εκείνο το βλέμμα! Μα τα καλύπτει μια θάλασσα , ένα πέπλο από χρώμα. Δεν είναι κενά. Είναι κρυμμένα. Αιώνες τώρα απασχολεί τον κόσμο το χαμόγελο της Μόνα Λίζα μα το μεγάλο μυστήριο είναι το βλέμμα του Μοντιλιάνι. Η κρυμμένη ψυχή. Είναι το βλέμμα της γυναίκας.
Ήταν λοιπόν εκεί , ακριβώς όπως πρέπει. Γυμνή στο κρεβάτι , ντυμένη την πλατωνική ιδέα της βασίλισσας φύσης της , σχεδόν αφημένη και όμως τα μάτια της κάλυπταν οι θολές πινελιές του Αμαντέο Μοντιλιάνι. Και η ψυχή της κρυμμένη στο κέντρο ενός ήλιου από μαλλιά καστανά που κάνει να ανθίζουν οι πιο ερωτευμένοι μου στίχοι. Μα είναι τόσο μακριά. Θα μείνει για μένα η Άγνωστη Γη και έμαθα τότε και έμαθα τότε πως μια γυναίκα δεν θα μπορέσω να την κατακτήσω ποτέ. Είναι το δίδαγμα του γρίφου του μεγάλου εραστή και του φτωχού καλλιτέχνη. Και είναι σοφός αυτός που το γνωρίζει και καταδικασμένος στην θλίψη.
Κι ανάμεσα τους μια θάλασσα
από θολές πινελιές ,
στα μάτια
κρυμμένη
η σοφία και η θλίψη
της δεύτερης γνώσης.
Θα μείνεις για πάντα
μια άγνωστη γη
για λίγο εδώ
για λίγο κοντά μου
σαν ήλιος που καίει
μαλλιά καστανά
και χώρα που ανθίζουν
οι ερωτευμένοι μου στίχοι.
Θλίψη ή η συνειδητοποίηση του μάταιου. Σημαίνει να νιώθεις ευγνωμοσύνη για την κάθε στιγμή που ζεις με την Γυναίκα. Σημαίνει δηλαδή , να ξέρεις πως δεν σου ανήκει. Και εσύ σύντομα θα γυρίζεις εξόριστος στις μακρινές τις αναμνήσεις και αυτή με βλέμμα μυστήριο θα ρίχνει το φως της ζωής σε έναν άλλον. Το βλέμμα αυτό που έχει δυο άκρες. Αυτήν που πονάει. Το γαλαζοπράσινο πέπλο , τα αδιαπέραστα μάτια , την κρυμμένη ψυχή. Την θλίψη. Και αυτή που μεθάει. Την απόλυτη γοητεία , την παράνοια του Ωραίου , την πρόκληση . Και αφού πια δεν ξέρω από λέξεις , αν ο Μοντιλιάνι μιλάει για το μυστήριο (την άκρη στην σκιά) ο Κλίμτ μιλάει για την άλλη. Τα υπέροχα μάτια τα γεμάτα υποσχέσεις, ομορφιά και αισθήσεις πίσω από τα οποία πέφτουν οι βαριές κουρτίνες του Μοντιλιάνι. Τον πειρασμό. Η “γυναίκα με καπέλο και μποά” , τα μάτια αυτά. Το περαστικό βλέμμα , το οικείο . Αυτό που έχω δει χιλιάδες φορές και με κάνει να υποφέρω. Το τέλειο. Τα λεπτά τόξα των φρυδιών , η λάμψη , το “έλα” και το “φύγε”. Η καλλονή σε μια αδιάφορη πόζα. Ο μαγνήτης που σε τραβάει στην άβυσσο. Και ξυπνάει τον πόθο. Ο αισθησιασμός.