Σα να μην επερπάτησε
επάνω σου ο χρόνος
ή κι αν το αποτόλμησε,
ήταν το πάτημα ελαφρύ,
χωρίς ν' αφήσει ίχνη.
Γύρω σου, αναπάντητες,
χάσκουν οι ερωτήσεις:
''Πώς τον εκμεταλλεύτηκες;
Έχεις μαζί του κολλεγιά;
Τι τούδωσες ρεγάλο;
Γλυκό σαν τριαντάφυλλου,
πουρνό-πουρνό κομμένου,
ένα απαλό κοκκίνισμα
σου δίνει κι άλλη χάρη,
να μαγνητήσει τις ματιές,
τη ζήλια τους ν' αυξήσει.
Μετέωρος,στο πλάι σου,
με τρώει η αμφιβολία·
ζω την πραγματικότητα;
Ή μήπως,το πιό πιθανό,
με τρέλανε η αγάπη;