1
Δικοί μας στίχοι και ποιήματα / Ο γητευτής των κορυφαίων κυμάτων
« στις: 28/08/09, 21:52 »
Διαβάτης
οδοιπόρος πάνω σε χαλάζι.
Το δέρμα τραχύ
ν' αντέχει το χειμώνα
κι η ματιά ατσάλινη,
αλύγιστη, βαριά
δίχως συγνώμη.
Περπάτησες τους τέσσερις ορίζοντες.
Το Βορρά τον αφουγκράστηκες.
Το Νότο τον αισθάνθηκες.
Την Ανατολή την κατάκτησες.
Τη Δύση δεν την έχεις δει ακόμη…
Ακούμπησες σ' ένα λιοπύρι
τ' άσβεστα όνειρα.
Ένα λουσάτο άγκιστρο ανάγκης.
Το φανταχτερό χάδι της πρώτης νιότης σου.
Και δυο αμαυρωμένες στιγμές
ορόσημο του καιρού σου.
Μια νυχτιά με πανσέληνο
το βαρκάρη-γητευτή των κορυφαίων κυμάτων συνάντησες.
Στην πλώρη της πορφυρής φρεγάτας του
σ' ανέβασε.
Την παλάμη του στον ουρανό άπλωσε
και απομύζησε λίγο ασήμι.
Το εναπόθεσε στα χέρια σου.
«Αυτοί είναι οι άθλοι σου», βροντοφώναξε.
«Μην παραδώσεις».
Η θάλασσα δυνατά συσπάστηκε
σαν μήτρα σε πρώτη γέννα.
Στην τρίτη διαστολή.
όλο το τοπίο γύρω σου
απ' τη διάσταση του χρόνου σβήστηκε.
Θαρρείς και ζούσες ένα ψέμα.
Χρόνια περπάτησες πάνω στο γυάλινο ύφαλο.
Υψώθηκες στις μύτες των ποδιών σου
αδιάκοπες φορές
για να βρεις το λιμάνι σου.
Και σ' όλα τα ταξίδια σου
ο γητευτής των κορυφαίων κυμάτων
στ' αυτιά σου πάντα έφερνε τη φράση
«Μην παραδώσεις».
Ακόμη δεν έχεις αποκωδικοποιήσει την έννοια.
Μα δεν την ορφανεύεις.
Η γνώση δεν αποκτιέται έτσι εύκολα.
Ο λύχνος της σοφίας δεν χαρίζεται·
παίρνει μάχες πολλές με την ψυχή
για να τον κυριεύσεις.
Στριφτά δαχτυλίδια οι λέξεις
του γητευτή στο νου.
Μα θα 'ρθει η στιγμή
που θα βρει τις ευθείες διαδρομές η σκέψη.
Στο κάθε βήμα του γυμνωμένου ταξιδιού
ξεροστάλιαζε κι ένα μαραμένο αντίο.
Κι εσύ το σμίλευες στις ουλές των γερασμένων βράχων.
Για να πετρώσει
για να μη δακρύσει…
Στην αντίπερα όχθη
η Εύα σου
μάζευε τα φύκια της θάλασσας
και τα στόλιζε πάνω της.
Φιλιά
που ποτέ δεν την άλειψες.
Ένα ασημοκέντητο νυφικό
τη γυμνή σάρκα της σκέπαζε.
Καιρό πριν της το 'καμε δώρο ένας βαρκάρης…
Και περπάτησες σχεδόν έναν αιώνα
πριν ανταμώσεις τα 300 σκαλοπάτια της μοίρας σου.
Και τώρα που τα θωρείς μπρος σου
μεγαλόπρεπα να ορθώνονται
δεν ξέρεις αν μπορείς να δρασκελίσεις τόση ανηφοριά.
Μα παίρνεις δύναμη απ' τα λόγια του γητευτή
«Μην παραδώσεις»
και κινάς.
Πρέπει να φτάσεις στην κορφή.
Εκεί θα ξαποστάσεις το ταξίδι σου.
300 σκαλοπάτια, 300 βήματα, 300 στιγμές.
Για μια αιωνιότητα,
για μια ζωή,
για μια θάλασσα…
Μες στο μυαλό σου ο γητευτής
των κορυφαίων κυμάτων
τώρα λύνει το γρίφο
«Μην παραδώσεις».
«Θέλει γενναίο τον πολεμιστή η ψυχή
τα μυστικά παράσημά της να του απονείμει».
«Θέλει θάρρος και άσβεστη δίψα υπομονής ο γιος της γης
για να γενεί του ουρανού ο γνώστης».
«Μην παραδώσεις».
Γιατί εγώ είμαι ο κατακτημένος
κι ο κατακτητής.
Εγώ!
Ο γητευτής των κορυφαίων κυμάτων.
Νατάσα Κουμπούνη © Copyright 2009
οδοιπόρος πάνω σε χαλάζι.
Το δέρμα τραχύ
ν' αντέχει το χειμώνα
κι η ματιά ατσάλινη,
αλύγιστη, βαριά
δίχως συγνώμη.
Περπάτησες τους τέσσερις ορίζοντες.
Το Βορρά τον αφουγκράστηκες.
Το Νότο τον αισθάνθηκες.
Την Ανατολή την κατάκτησες.
Τη Δύση δεν την έχεις δει ακόμη…
Ακούμπησες σ' ένα λιοπύρι
τ' άσβεστα όνειρα.
Ένα λουσάτο άγκιστρο ανάγκης.
Το φανταχτερό χάδι της πρώτης νιότης σου.
Και δυο αμαυρωμένες στιγμές
ορόσημο του καιρού σου.
Μια νυχτιά με πανσέληνο
το βαρκάρη-γητευτή των κορυφαίων κυμάτων συνάντησες.
Στην πλώρη της πορφυρής φρεγάτας του
σ' ανέβασε.
Την παλάμη του στον ουρανό άπλωσε
και απομύζησε λίγο ασήμι.
Το εναπόθεσε στα χέρια σου.
«Αυτοί είναι οι άθλοι σου», βροντοφώναξε.
«Μην παραδώσεις».
Η θάλασσα δυνατά συσπάστηκε
σαν μήτρα σε πρώτη γέννα.
Στην τρίτη διαστολή.
όλο το τοπίο γύρω σου
απ' τη διάσταση του χρόνου σβήστηκε.
Θαρρείς και ζούσες ένα ψέμα.
Χρόνια περπάτησες πάνω στο γυάλινο ύφαλο.
Υψώθηκες στις μύτες των ποδιών σου
αδιάκοπες φορές
για να βρεις το λιμάνι σου.
Και σ' όλα τα ταξίδια σου
ο γητευτής των κορυφαίων κυμάτων
στ' αυτιά σου πάντα έφερνε τη φράση
«Μην παραδώσεις».
Ακόμη δεν έχεις αποκωδικοποιήσει την έννοια.
Μα δεν την ορφανεύεις.
Η γνώση δεν αποκτιέται έτσι εύκολα.
Ο λύχνος της σοφίας δεν χαρίζεται·
παίρνει μάχες πολλές με την ψυχή
για να τον κυριεύσεις.
Στριφτά δαχτυλίδια οι λέξεις
του γητευτή στο νου.
Μα θα 'ρθει η στιγμή
που θα βρει τις ευθείες διαδρομές η σκέψη.
Στο κάθε βήμα του γυμνωμένου ταξιδιού
ξεροστάλιαζε κι ένα μαραμένο αντίο.
Κι εσύ το σμίλευες στις ουλές των γερασμένων βράχων.
Για να πετρώσει
για να μη δακρύσει…
Στην αντίπερα όχθη
η Εύα σου
μάζευε τα φύκια της θάλασσας
και τα στόλιζε πάνω της.
Φιλιά
που ποτέ δεν την άλειψες.
Ένα ασημοκέντητο νυφικό
τη γυμνή σάρκα της σκέπαζε.
Καιρό πριν της το 'καμε δώρο ένας βαρκάρης…
Και περπάτησες σχεδόν έναν αιώνα
πριν ανταμώσεις τα 300 σκαλοπάτια της μοίρας σου.
Και τώρα που τα θωρείς μπρος σου
μεγαλόπρεπα να ορθώνονται
δεν ξέρεις αν μπορείς να δρασκελίσεις τόση ανηφοριά.
Μα παίρνεις δύναμη απ' τα λόγια του γητευτή
«Μην παραδώσεις»
και κινάς.
Πρέπει να φτάσεις στην κορφή.
Εκεί θα ξαποστάσεις το ταξίδι σου.
300 σκαλοπάτια, 300 βήματα, 300 στιγμές.
Για μια αιωνιότητα,
για μια ζωή,
για μια θάλασσα…
Μες στο μυαλό σου ο γητευτής
των κορυφαίων κυμάτων
τώρα λύνει το γρίφο
«Μην παραδώσεις».
«Θέλει γενναίο τον πολεμιστή η ψυχή
τα μυστικά παράσημά της να του απονείμει».
«Θέλει θάρρος και άσβεστη δίψα υπομονής ο γιος της γης
για να γενεί του ουρανού ο γνώστης».
«Μην παραδώσεις».
Γιατί εγώ είμαι ο κατακτημένος
κι ο κατακτητής.
Εγώ!
Ο γητευτής των κορυφαίων κυμάτων.
Νατάσα Κουμπούνη © Copyright 2009