Πέρασε μία ολόκληρη ζωή, χωρίς να ξέρω τι.
Πέρασε μία ολόκληρη ζωή, ξέροντας πως κάτι κυνηγούσες.
Ήξερες δεν ήξερες τι κυνηγάς, πάντα έστηνες παγίδες.
Πάντα εξέταζες τα θηράματά σου, μήπως και έβρισκες μέσα τους, αυτό που σου έλειπε.
Μέχρι τώρα τίποτα δεν βρήκες, παρά μόνο τον τρόπο, προσωρινά να σταματάς την πείνα σου.
Τα άφηνες ανάπηρα.
Μπορεί να μην ήτανε και το καλύτερο φαγητό, αλλά μια φτερούγα, ένα πόδι, ένα χέρι, μια "καρδιά", ένας "εγκέφαλος", δεν ήταν και μεγάλη απώλεια.
Μπορούσαν να ζήσουν και έτσι μετά την φυγή σου.
Αναρωτιέμαι, αν έβρισκες αυτό που έψαχνες, αν θα το άφηνες να ζήσει ή θα το κατασπάραζες λυσσαλαία ολόκληρο.
Έψαχνες να ζήσεις το όνειρό σου, ή να σκοτώσεις την κατάρα σου ?
Όνειρο μετά από τόσες σφαγές ?
Έστηνες δόκανα, γιατί φοβόσουν ? Φοβόσουν και το σπουργίτι ? και το λαγουδάκι ?
Κάποτε πήγαν και τα 2 τους, να σε δαγκώσουν με μανία, ενώ το ποδί τους αιμοραγούσε, ανάμεσα στα ατσάλινα δόντια που ήταν πιασμένα.
Σφάδαζαν από τον πόνο, τι περίμενες?
Μα την παγίδα που κάνει εσένα να σφαδάζεις από τον πόνο, δεν την έστησε ούτε ο λαγός, ούτε το σπουργίτι.
Δεν ξέρω, αν πας να ελευθερώσεις λύκο από κάποια παγίδα, αν θα σου φάει το χέρι κι ας είσαι ο σωτήρας του.
Μα εσύ δεν είσαι λύκος, είσαι άνθρωπος.
Είμαστε άνθρωποι ?
Άσε με να αμφιβάλλω, από όσα βλέπω τριγύρω μου.
Σε ΞανΑντάμωσΑ.
Εγώ ανάπηρος, μα σε πολύ μικρότερο βαθμό.
Η εικόνα σου, ταλαιπωρημένη.
Τα μάτια σου υγρά και συνάμα νεκρά.
Αν δεν ήτανε η μνήμη θα είχα ξεχάσει τι μου έκανες κάποτε.
Ξέρω πως κάπου υπάρχει μία παγίδα, έστω μία, έστω στο μυαλό μου.
Μπορεί να μην τη βλέπω, μα το δόλωμα μοσχοβολάει.
Μοσχοβολάει πιο πολύ από κάθε άλλη φορά.
Κάνω συνέχεια υποθέσεις.
Μοιάζεις να έχεις φτάσει στα τελευταία μέτρα του Γολγοθά σου.
Ακόμη δεν βρήκες ποιον να σταυρώσεις και μάλλον θα σταυρωθείς εσύ, χωρίς καμιά βοήθεια.
Σίγουρα όμως στο δρόμο σου συνάντησες όμοιούς σου.
Αναρωτιέμαι γιατί δεν θέλησες να αλλάξεις κοιτώντας τους?
Ίσως ήταν μία ακόμη δικαιολογία, για όσα έκανες. Δεν ήσουν η μόνη.
Είναι που η δική μου καρδιά λυγίζει, σαν βλέπω κουρασμένο άνθρωπο.
Είναι που το μυαλό μου κάνει υποθέσεις.
Όποιος πονά, υποφέρει.
Θέλω να μου πει τρόπο να τον απαλλάξω.
Σάμπως όμως δεν είχα προσπαθήσει να σε βοηθήσω και στο παρελθόν, τότε που έλιωσες με πέτρα τα φτερά μου.
Η ανάμνηση όμως, είναι ανάμνηση.
Η ανάμνηση είναι εικόνα.
Κι αν η ανάμνηση είναι πόνος, δεν είναι πόνος τόσο οξύς και δηλητηριώδης, σαν τώρα που σε βλέπω να υποφέρεις.
Κι αν υποθέτω, πως εκατοντάδες σαν και μένα έσφαξες, μεγαλύτερη είναι η ελπίδα μου, πως αν σε βοηθήσω να γίνεις καλά, θα αλλάξεις.
Μήπως εγώ στήνω τις παγίδες στον εαυτό μου ?
Μήπως η μεγαλύτερη παγίδα είναι η ελπίδα μου ?
Πρέπει να ξεχωρίσω τις υποθέσεις, από τις ελπίδες.
Ελπίζω να αλλάξεις μάτια μου.
Έπαψα να υποθέτω, πως βοηθά η ανακύκλωση.
Εξάλλου έχει μείνει κουσούρι στα φτερά μου, όταν ήμουν σπουργίτι...
κουσούρι στα πόδια μου, όταν ήμουν λαγός...
κουσούρι στη καρδιά μου, όταν ήμουν παιδί...
κουσούρι στο μυαλό μου, όταν ήμουν άντρας...
κουσούρι στα χέρια μου, όταν ήμουν αγκαλιά...
κουσούρι στα χείλια μου, όταν ήμουν φιλί...
Παρ'όλα αυτά, είμαι εδώ! κοίτα!
Ελπίζω να αλλάξεις μάτια μου, όπως άλλαξα και εγώ.
Μέσα από την καρδιά μου,
ελπίζω να αλλάξεις.