Καλό ταξίδι Πάνο... Υμνητή των βάρδων...
ΕΝΑ ΙΣΤΟΡΙΚΟ-ΑΝΕΚΔΟΤΟ...
Όταν -τη δεκαετία του '80- κάποιοι εταιριάρχες, μαγαζάτορες, παραγωγοί θέλησαν ένα ραντεβού με τον Στέλιο Καζαντζίδη, για να τον πείσουν να δουλέψει, ο Καζαντζίδης εμφανίστηκε στη συνάντηση αυτή συνοδευόμενος απ' τον Πάνο Γεραμάνη. Η αμηχανία όλων ήταν έκδηλη και του λένε με δισταγμό: "Στέλιο, δεν είναι σωστό... θα παρεξηγηθούμε με τους άλλους δημοσιογράφους, αν μαθευτεί...". Και ο Καζαντζίδης τους αποστομώνει: "Μα, όλοι είναι ο Γεραμάνης"!!!
ΚΑΙ ΛΙΓΑ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ...
(Πηγές: ΑΠΕ, ΝΕΑ, ΕΡΤonline)
Ο Πάνος, θα μείνει μοναδικός γιατί συνδύαζε τεράστιες γνώσεις και αγάπη για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι, το ζωντάνευε στην εκπομπή του "Λαϊκοί βάρδοι" δίνοντας το λόγο στους δημιουργούς και τους εκτελεστές, φέρνοντας στο προσκήνιο όλο τον πλούτο του ελληνικού τραγουδιού, ρεμπέτικου και λαϊκού.
Οι "Λαϊκοί βάρδοι" έχασαν για πάντα τον εμπνευστή τους και την φωνή που τους συνέδεε με τους Έλληνες, όπου κι αν βρίσκονται πάνω στην γη. Ο απόδημος ελληνισμός θα πενθήσει τον χαμό του δικού του ανθρώπου, τον δημοσιογράφο Πάνο Γεραμάνη, με τον οποίο κάθε Πέμπτη βράδυ είχε ζωντανή επικοινωνία μαζί του μέσα από τα βραχέα και την "Φωνή της Ελλάδας" της δημόσιας ραδιοφωνίας.
Ο Πάνος Γεραμάνης γεννήθηκε τον Δεκέμβρη του 1946 στο Βασιλικό Χαλκίδας. Εκεί εξέδωσε, το 1964 την "Αγροτική Φωνή της Χαλκίδας", ενώ από νωρίς έγινε αθλητικός συντάκτης της εφημερίδας "Φως των Σπορ".
Ήταν μαθητής στο Βασιλικό Χαλκίδας, όταν πήρε για πρώτη φορά συνέντευξη από τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Στέλιο Καζαντζίδη τον Ιούλιο του 1963. Από τότε έγιναν αδελφικοί φίλοι με τον Καζαντζίδη, μέχρι που έφυγε από τη ζωή το 2001. Στα 38 χρόνια φιλίας έκανε μαζί του 56 συνεντεύξεις.
Εργάστηκε σε πολλές εφημερίδες ως συντάκτης ύλης, ρεπόρτερ, κριτικός ελληνικών δίσκων, στην Απογευματινή από το 1968-1971, στην Ακρόπολη ως το 1981, στο ‘Έθνος 1981-1986, αρχισυντάκτης του περιοδικού "Ελληνοσοβιετικά χρονικά", στην "Πρώτη" το 1986, το "Κέρδος" 1986-1987. Και στα "Νέα", από το 1987, έως το θάνατο του.
Στα ΝΕΑ εργάστηκε κατ' αρχήν ως υπεύθυνος του επαρχιακού ρεπορτάζ, αλλά και στέλεχος του πολιτιστικού ένθετου της εφημερίδας «Ορίζοντες». Αν και έγραφε για το γνήσιο λαϊκό τραγούδι δεν εγκατέλειψε- στην έντυπη δημοσιογραφία- την άλλη μεγάλη αγάπη του: το αθλητικό ρεπορτάζ. Κάθε Σάββατο, από τη στήλη του «Για θυμήσου», της «Ομάδας», θύμιζε στους παλαιότερους και μάθαινε στους νεώτερους αναγνώστες και φιλάθλους για στιγμές, ποδοσφαιριστές και ομάδες των δεκαετιών του '50 και το '60. Οι αναφορές του στους παλιούς ποδοσφαιριστές και τις ομάδες έδιναν ανάγλυφη την ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Παράληλλα, κάθε Παρασκευή, από τους «Ορίζοντες» έδινε γευστικές προτάσεις για τους αναγνώστες των «ΝΕΩΝ» παρουσιάζοντας κουτούκια, ταβέρνες, αλλά και ρεστοράν.
Με το ραδιόφωνο άρχισε να ασχολείται από το 1989, έχοντας την επιμέλεια και την παρουσίαση εκπομπής για λαϊκό τραγούδι στον "902 Αριστερά στα FM" και συνέχισε στην Ελληνική Ραδιοφωνία, με τους «Λαΐκούς βάρδους», που φέτος συμπλήρωσαν 15 χρόνια στα ερτζιανά, αλλά και τους «Άσσους των γηπέδων» στην ΕΡΑ Σπορ καθώς και με εκπομπή για τους απόδημους στην ΕΡΑ 5.
Το 1999, για την 32χρονη- τότε- προσφορά του στη δημοσιογραφία, καθώς και για την ιστορική έρευνα και μελέτη της λαϊκής μουσικής και του αθλητισμού μέσα από 1.500 εκπομπές από το κρατικό ραδιόφωνο, τιμήθηκε με το δημοσιογραφικό βραβείο της χρονιάς εκείνης από το Ίδρυμα Προαγωγής Δημοσιογραφίας Αθανασίου Μπότση, παραλαμβάνοντας το βραβείο από τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας, κ. Κωστή Στεφανόπουλο.