Τ` αστέρια κοίταζες μικρή από χαμηλά
και ζήταγες το Φως τους για να πάρεις.
Το νου σου σκάλιζες με λόγια αρχαία, σοφά,
το νυφικό της Μοναξιάς ζητούσες να προβάρεις.
Ταξίδευες με στίχους αυτόχειρων, καθάριων ποιητών,
όμως την εύκολη ζωή, που πάντοτε ποθούσες...
την έψαχνες στα χέρια ανθρώπων νοσηρών.
Το σώμα σου ενέχυρο, στη Νύχτα ακουμπούσες.
Το τσιφτετέλι χόρευες, με χάρη περισσή,
τον Πρίγκηπά σου ψάχνοντας, σ` αστραφτερά παλάτια.
Μα η αγάπη κούκλα μου δεν έχει φορεσιά χρυσή...
στην θλίψη πάει και κρύβεται... στα δακρυσμένα μάτια.
Μπερδεύοντας το όνειρο, με το πραγματικό,
νόμιζες τον Γόρδιο δεσμό, της Ζήσης σου θα λύσεις.
Μα πάντοτε σε δίκαζε, το κοριτσάκι εκείνο το μικρό...
κι η πουτανιά κοπέλα μου δεν έχει διαβαθμίσεις.
Γυρεύοντας μιαν ασημένια, μόνιμη αγκαλιά...
ξοδεύτηκες στ` ατέλειωτα, ερωτικά σου βράδυα.
Μα μόνη πάντα το πρωί, κλαψούριζες ξανά,
σαν σκύλα που της πνίξαν τα κουτάβια.
Τώρα σε καίνε του κορμιού σου οι πληγές...
και βρίζεις της ζωής σου, τη μαύρη ειμαρμένη.
Κοίτα πρώτα τα λάθη σου... κι ύστερα κάτσε δες,
τι πήρες και τι έδωσες ... και τι σου απομένει...