Ανάθεμα το χρόνο που κυλά...
Βάλσαμο γλυκό σιγοκαίει, πάνω στα χείλη
κόκκινο φεγγάρι τ' Αυγούστου και κάπου εκεί
στη σιωπή, που λιγοστεύει η λογική, φωτίζει
το σκοτάδι και παίρνει τ' όνειρο πνοή
Μα άναθεμα το χρόνο που κυλά και με βουλιάζει στο βυθό
με βρίσκει πάντα η αυγή τον εαυτό μου να ξεχνώ
Σου στέλνω με τα νήματα του αγέρα
ένα δάκρυ κι αναστεναγμό
Στιγμές νεκρές μεσ' τη ρωγμή του χρόνου
που γίναν στιχάκια με λυγμό
Γιατί σαν κρεμάσει ο ήλιος στα βουνά, θύμισες
μύριες σεργιανάνε στο μυαλό
Όχι, δε σου ζητώ να ξεχαστείς μα μη μου πεις
ποτέ ξανά το "σ' αγαπώ"
Σου στέλνω μ'ένα ποτάμι ορμητικό το ντύμα
της ψυχής που 'ταν κάποτε λευκό
Μπλέχτηκα μεσ' της πίκρας τον ιστό και
συμφώνησα να μη ξαναδοθώ
Ξέβαψε το παραμύθι με λυπημένο τέλος
και ξάφνου μοιάζει αληθινό
Υπέγραψες με το καημού το βέλος και πλήγωσες
έναν άγγελο μεσ' τη καρδιά που 'χα κρυφό
Σκόνταψε σε κάποιο κεραυνό ο ονειροβάτης
και σβήστηκε, νόθος κερί, τ' άστρο της αγάπης
Αράχνες τυλίξαν μια κιθάρα στη γωνιά
και θρηνούν τα τραγουδια πια σε μια ξένη γειτονιά...
"Γιατι τ' ωραίο άσπρο σώμα που κρατούσα
μάυρισε και μου έβαψε τα χέρια?
Γιατί μετράνε τα πουλιά
την άνοιξη με τα μαχαίρια?
Γιατί οι αρρώστιες του καλοκαιριού
φανήκαν στο φεγγάρι του χειμώνα?"
Μίλτου Σταχτούρη