Μύρισε θάνατο ο αέρας σε σκορπάει,
σ’ έναν παράδεισο που έσβησε νωρίς,
σε βλέπω κουρασμένο να κουρνιάζεις,
και να ψελλίζεις μη δακρύζεις να χαρείς.
Δεν θα αντέξω ψιθυρίζω είμαι σπασμένη,
άκου’ στο σώμα μου χτυπούνε δύο καρδιές,
μα εσύ μαλώνεις με τη νύχτα που δε φεύγει,
να ‘ρθει ο ήλιος να μου κάψει τις πληγές.
Μύρισε θάνατος κι αέρας που σκορπάει,
έναν παράδεισο που χάσαμε νωρίς,
και εσύ μαλώνεις με τη νύχτα που δε φεύγει,
σκιά να γίνεις δίπλα μου πάντα να ζεις.
Στην κάθε λέξη η σιωπή σου μ’ αγκαλιάζει,
μέσα απ’ τα όνειρα κραυγή που σου ζητεί,
να μείνεις δίπλα μου μαζί και να παλέψεις,
μην παραιτείσαι σου φωνάζει κι η ζωή.
Μύρισε θάνατο ο αέρας σε σκορπάει,
σ’ έναν παράδεισο που έσβησε νωρίς,
κλεμμένο χάδι του ήλιου μου χαρίζεις,
σκιά μου λες θα γίνεις διπλά μου θα ζεις.
Υ.Γ Μύρισε θάνατος και αέρας που σκορπάει..σ'έναν παράδεισο που έσβησε νωρίς..
--------------------------------------------------------------------------
Σε έναν ξεχωριστό άνθρωπο που έφυγε νωρίς από τη ζωή μου αλλά πριν φύγει, φρόντισε να γίνει ουρανός για τα επόμενά μου χρόνια..
Ό,τι έγραψα ότι ένιωσα είναι μέσα από αυτό το ποίημα της Μενιας.
Ελπίζω απλά να μην το χάλασα.