Αυτό εκεί έξω το θεριό που μαίνεται και βρυχάται
πόσες φορές προσπάθησα όνομα να του δώσω..
Θα τ’ ονομάσω κραυγή.
Κραυγή όλη δική μου.
Είναι ο αγέρας τάχα, ή από μέσα μου
βγαίνει η θαλασσοταραχή?
Γλάροι σκορπίζουν μικρές άσπρες πινελιές
πάνω στο γκρίζο της κραυγής μου.
Σαν από αόρατο νήμα κρέμονται πάνω
από κύματα, αφρούς και διαθέσεις,
μετέωροι, ξεγελιούνται πως τάχα πετάνε..
Είναι που πάντα ξεγελά η ματαιότητα.
Είναι η θάλασσα τάχα αγριεμένη
ή βγήκε στη στεριά για να με πάρει μαζί της?
Παραβγαίνουν τα κύματα πάνω στο τζάμι του νερού.
Με θάρρος εκπληρώνουν τον σκοπό τους,
την αυτοκαταστροφή τους,
χτυπώντας το λευκό, αφρώδες σώμα τους στα βράχια.
Ένα τσίμπημα την ψυχή μου κεντρίζει,
η ζήλεια,
για όλες τις φορές που θάρρος δεν έδειξα..
Ρέουν αδιάκοπα τα ρεύματα του αγέρα.
Είναι η ροή αδιάκοπη του χρόνου,
που τον αγέρα έκανε κραυγή,
τη θάλασσα θεριό,
τα χρώματα γκρίζα,
και μου στερεί τον ύπνο..
Μην τύχει και ξεχάσω..
Αυτό εκεί έξω το θεριό,
που αγκομαχά και πνίγεται
δεν είναι αγέρας..
Είναι της νύχτας μου το αιώνιο γιατί,
το πρέπει και το όχι,
που μέσα μου δεν άντεξαν πια να στριμώχνονται
και επαναστάτησαν..
Στο έλεος του αγέρα οι σκέψεις μου..
Πεισματικά θα κλείσω τ’ αυτιά μου
ακολουθώντας την Παρόρμηση
- πόσες φορές κι’ αν κάλπασα στην πλάτη της!-
και μ’ ένα ζευγάρι δανεικά φτερά
απόψε
θα πετάξω..!