ΤΟ Ο Ν Ε Ι Ρ Ο
Το δρομάκι με οδήγησε μέσα από τις λεύκες
με του Φθινοπώρου τη φορεσιά ντυμένες
Αεράκι φύσαγε, κι άγγιζε τη ψυχή μου
Φέρνοντας αναμνήσεις που είχα παλιά μαζί μου
Στο σκαλοπάτι έκατσα καλύβας να ξαποστάσω
Να ρουφήξω την δροσιά, το βάλσαμο του δάσους
Έκλεισα τα μάτια μου και πήρα μια ανάσα
Ζωντανεύοντας τα παλιά στη μοναξιά του δάσους
Δυο χέρια να με αγγίζουνε φαντάστηκα καλέ μου
Γλυκά να με παρασύρουνε στο ονειροπόλημα μου
Να με τραβάνε απαλά στη πόρτα της καλύβας
Να περάσω να με καλεί θαρρώ... πως έτσι είδα
Η πόρτα ήταν ανοιχτή το τζάκι αναμμένο
Ένα μπουκάλι με κρασί στο τραπέζι το στρωμένο
Πήγα και εκάθησα στο αναμμένο τζάκι
Τα μάτια πλημμύρισαν και μού ΄φυγε ένα δάκρυ.
Το δάκρυ διαμάντι κύλησε και έφτασε τη ψυχή μου
γύρασαν τα μάτια μου... δεν ήσουν πια μαζί μου
στη άκρη της σκέψης βρέθηκα να κάθομαι μονάχη
να παρακαλάω το Θεό κοντά μου να ξανάρθεις.
--------------------
(απο το χαμογελο με αγαπη)