Σε έναν παλιό ξυλόγλυπτο καθρέφτη, παρατημένο σε μια σκονισμένη σοφίτα, χαζεύω την μορφή μου. Τραβώ ένα κιτρινισμένο από την πολυκαιρία σεντόνι που κάλυπτε την μισή του επιφάνια και ξάφνου, όλα άλλαξαν, αυτός στον καθρέφτη δεν είμαι εγώ. Μου μοιάζει πολύ, αλλά όχι δεν είμαι εγώ. Αποκλείετε να είμαι εγώ δεν φορεί κοντό παντελόνι δεν έχει βρόμικα χέρια. Μου μοιάζει ενήλικος, δεν υπαρχή καμία περίπτωση να είμαι εγώ αυτός, κρατεί κλειδιά στο χέρι όχι φυσοκάλαμο, και αμφιβάλω αν έχει έστω μια πληγή στα γόνατα του από τα χτυπήματα στα "παγκάκια". Τι συμβαίνει; ποιον κοιτώ τόση ώρα; κατεβάζω το κεφάλι μου από φόβο και έντρομος αντικρίζω ένα τεράστιο ζευγάρι παπούτσια κάτω από ένα μακρύ παντελόνι που μέσα τους είμαι εγώ, προσπαθώ να τρίψω τα μάτια μου μήπως και ονειρεύομαι αλλά στην προσπάθεια μου πληγώνομαι από ένα ζευγάρι κλειδιά που κρατώ στο δεξί μου χέρι με πιάνει κρύος ιδρώτας … Πότε μεγάλωσα ;