Λίγο...
Δέν έχει ή μέρα υπομονή,
φεύγει καί δέ ρωτάει.
Ό μετρονόμος τού καιρού,
τέμπο αυστηρό κρατάει.
Πήρε καί νύχτωσε νωρίς,
χειμερινό λιοστάσι.
Ή λάμπα άδεια, απαθής
απόψε δέ θ’ ανάψει.
Στή κάμερά μου ξένυχτώ,
μιά καί μισή μποτίλια,
τής μέθης μου εκλιπαρώ
ονειρικά χατίρια.
Κρασί παλιό θα πιώ, στερνό
σαν τότε νά μεθύσω,
γεύσεις ζωής πού νοσταλγώ,
γιά νά τίς ξαναζήσω.
Οίνε γλυκέ, παραμυθιάρη,
ρίξτου καιρού μία κλωτσιά,
στις μέρες πού ήμουν παλλικάρι,
τού χρόνου η ρότα να γυρνά.
Λίγο κοντά της να βρεθώ,
λίγο να την αγγίξω
τα μάτια της λίγο να δώ
Λίγο, λίγο πριν σβήσω.