Ένα παλιό τραγούδι των ανέμων
που λένε οι τροβαδούροι στον Βορρά,
σα μάρτυς μυστικών και ξεχασμένων,
σα χάδι, σαν ψιθύρισμα στ'αυτιά.
Λέει πως ήταν κάποτε ένα αστέρι
που ζήλεψε το φως του φεγγαριού
και πήγε μοναχό για να το φέρει
να γίνει ο αφέντης του ουρανού.
Μα αυτός που διαφεντεύει την Σελήνη
σαν άκουσε αυτό που του ζητά,
του μήνυσε το φως πως δεν του δίνει
τον τιμωρεί στο σκότος να γυρνά.
Τις νύχτες μες το νου σου αν τριγυρίζει
σα θρήνος κάποιος αναστεναγμός,
δεν είναι απ'τον αγέρα που σφυρίζει
μα από το άστρο που δεν έχει φως.
Κι αν κάποτε θελήσεις να πετάξεις
ονείρου μην γυρέψεις τα φτερά,
δικά σου δυνατά πρέπει να φτιάξεις
και θα σε πάνε μόνα τους ψηλά.
Για τ'άστρο να θυμάσαι τη μπαλάντα
που ζήλεψε τη λάμψη ενός Θεού
και έχασε ότι αγαπά για πάντα
στης νύχτας δεν πλανιέται πια τον ρου.