Απ΄ το κατάστρωμα κι αυτό το πρωινό
μετρώ ευθείες και γωνίες στον εξάντα,
είναι καιρός που έχω κλείσει τα σαράντα
χωρίς να μάθω μέχρι τώρα τι ζητώ.
Mε τον εξάντα μιας ζωής συμβατικής
αναζητώ τις πιο σωστές συντεταγμένες
μήπως βρεθω σ΄ αγαπημένους μου λιμένες
πέρ΄ απ΄ τα σύνορα της σάπιας λογικής.
Σε μιαν οργιά την όρασή μου συγκρατώ
πια της ομίχλης με τυφλώσανε τα φώτα
ψάχνω να βρω απεγνωσμένα μία ρότα
ή να χαράξω την πορεία στο χαμό.
Δε με χωράει στο καράβι τούτη η γη
πικρό ταξίδι τόσα χρόνια βγήκε σκάρτο
φίλε μου εξάντα ήρθ΄ η ώρα για ρεσάλτο
κι η συντροφιά μας όπου νάναι θα πνιγεί.
Από την πλώρη μια γοργόνα που περνά
κι αναζητά στη θάλασσα παλάτια,
ρίχνει το βλέμα στου εξάντα την κατάντια,
χαμογελάει και του λέει "έχε γεια".