είναι στιγμές που φοβάμαι, ότι ποτέ δεν θα αλλάξω,
ότι θα ανθίζω στο μαύρο και θα κλαίω στο γαλάζιο,
ότι θα νιώθω στην πλάτη μαστιγές του αφέντη,
πως θα φορώ μια ζωή τη προβιά του επαίτη.
Μες την λάσπη θα σέρνομαι μ’ όμοιους μου αλήτες
και θα φτιάχνω τραγούδια για ολόλαμπρες ήττες.
Να θερίζω φωτιές, ενώ σπέρνω αστέρια,
μαραμένο βλαστάρι στης ζωής τα παρτέρια.
Είναι στιγμές που θυμάμαι, πόσο με έχουν πληγώσει,
όσοι αγάπησα και πως μαχαιριές μου έχουν δώσει.
πως αυτοί που αγκάλιασα μου γυρίσαν την πλάτη,
γιατί κοιμάμαι μ ανοιχτό το ένα μάτι.
Είναι κι άλλες στιγμές που θυμάμαι εσένα,
να μου λες μην μασάς, όσο γράφει η πένα.
δεν υπάρχουν που λέν της ζωής τα γραμμένα,
όλα αρχίζουν με δάκρυα και τελειώνουν παγωμένα.
R
Σήμερα, σήμερα, σήμερα, θα ξεσελώσω τα εφήμερα
Και θα ετοιμάσω για αύριο ένα δικό μου σενάριο.
Τώρα από μένα για εμένα, με τα μάτια ανοιγμένα,
λέω να χωρίσω το αύριο από του χθες τα φθαρμένα.
να ετοιμάσω ταξίδια μακρινά, μαγεμένα,
απλά σου απλώνω το χέρι, αν θέλεις έλα μ’εμένα.
Έλα να απλώσουμε ρίζες στης ζωής τα χωράφια,
να κατεβάσουμε όνειρα και ευχές απ τα ράφια,
να τραγουδήσουμε ρυθμούς, για εμάς μονό φτιαγμένους,
να εξαγνίσουμε της γης τους κολασμένους.
Κι απ την ελπίδα γεμάτη, με αετού τώρα μάτι,
λέω να κτίσουμε κάτι, που ταιριάζει σ εμάς.
Μια πελώρια σκηνή με ροκάδες μαλλιάδες,
μια για τους Funkyαδες, μια για blues και λοιπά.
Κάθε συνοικία και παρτυ, κάθε στενό και κομμάτι,
έτσι θα φτιάχναμε κάτι, για το αύριο παιδιά.
Χωρίς ανάρμοστους νόμους, ανθρώπους στους υπονόμους,
η μουσική μας ενώνει κι ρυθμός προχώρα.