-Εικόνες που μοίαζουν ασύνδετες κάτω απ' το λάθος πρίσμα.-
(Neikos)
Μεσημερι στην πολη.
Κακογουστο αστειο ή
μερα χωρις
ψυχη σαν τις αλλες.
Ενας Φεβρουαριος ζεστος , κι εσυ στο φαναρι,
Σταση.
Οι κοπελες στην τετραδα χαμογελανε πονηρα με κατι που ειδαν ,
κι εσυ ,
καπνιζεις σιωπηλος σ' ενα σκουρο αμαξι φυσωντας τον καπνο προς τα εξω.
Βρεχει.
Μια μαμα , διεσχιζει τον δρομο κρατωντας τον γιο της στο χερι
κι εγω ,
σας χαιρετω φιλικα
κουνοντας ελαφρα το κεφαλι.
Θα βρεθουμε ξανα ,
στ ' ατελειωτα χρονια οταν ο ενας τον αλλο ξεχασει
σε μια γνωριη σταση κατω απο την βροχη ,
ενα παλιο λεοφωρειο
κι εσεις
που θα σαστε αλλοι.
Ετσι , θα συναντιωμαστε , θα περιμενουε και θα κοιταζοαστε για λιγο αποπρρημενοι
και θα χανομαστε ξανα
ωσπου να φτασουμε εδω
στην γνωριμη σταση.
Μα θα αναψει μια μερα ενα ολοστρογγυλο πρασινο φως
και εμεις εκστασιεσμενοι
θα ξεκινησουμε για ενα ταξιδι
στον υπροχο Κοσμο μιας αλλης βροχης.
Εγω ,
που γελω ξαπλωμενος ανασκελα
σ ενα ανθισμενο λιβαδι
κοιτωντας στα ματια το χωριο που φουμαρει.
Τραβαω το χορταρι απο ερωτα
για μια χωρικη
που ντρεπομαι τοσο να παω κοντα της
κι οπως δεν ξερω καμια αλλη γραφη
τραγουδαω
ενα χαμενο τραγουδι αγαπης.
Κι επειτα ,
καβαλωντας γι αστειο
το αλογο ενος πολυχρωμου , μαγικου καρουζελ
που παιζει στον ιδιο θλιμμενο σκοπο μου,
ερχομαι τρεχοντας
να κατσω κοντα σας.
Εσυ ,
ακομη παιδι , χωρις παντελονι
και η μαμα στοργικη νεραιδα του δασους.
Ο μικρος της νομιζω ,
ειναι ο πριγκηπας των ζαχαρωτων
και οι κοπελες τα πιο ομοφα
κοριτσια στην πολη.
Και οπως κοιταζω για πρωτη φορα,
ανοιγω τα χερια , κουνω το κεφαλι
και αγκαλιαζομαστε ολοι μαζι
και πεφτουμε σ ενα τρελο παραμυθι....
Μα να που παλι αναβει το φως
οι κοπελες αλλαζουνε θεμα κι εσυ
πατωντας το γκαζι σου θα φυγεις για παντα.
και καπως ετσι εμεινε μονος του ,
ενας μικρος μες στη διαστραυρωση
να σωσει τον Κοσμο
με ενα μπαλονι.
τι αστειο..
Εγω θα γυρισω
σ ενα αδειο τριαρι ,
εσυ
σ ενα κρυο κρεβατι μακρια της,
η μαμα σε μια ατελειωτη στιβα απο πιατα
κι μικρος σε εναν κοσμο σκληρο που δεν ξερει απο αγαπη.
Αργοτερα το βραδυ ,
οι κοπελες θα ακολουθησουν με ευλαβεια
την διαιτα του αστροναυτη.
Και ετσι ,
θα βαδιζουμε ετσι
και ανυποφοα μονοι ,
ωσπου
να βρεθουμε ξανα ,
στ ' ατελειωτα χρονια
οταν ο ενας τον αλλο ξεχασει
σε μια γνωριη σταση κατω απο την βροχη ,
ενα παλιο λεοφωρειο
κι εσεις
που θα σαστε αλλοι.
Και μονο η θλιψη θα μενει για παντα
κι ενα που αναβει
μακρια μας φαναρι.